Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2024

Μια παλιά ιστορία μας λέει τι είναι η Κόλαση και τι ο Παράδεισος



Κόλαση – Παράδεισος: Μια παλιά ιστορία λέει πως ένας άνθρωπος του Θεού αναρωτιόταν τι είναι η Κόλαση και τι ο Παράδεισος.
Επειδή ο άνθρωπος αυτός ευαρεστούσε με τον τρόπο της ζωής του το Θεό, ο Θεός τού έστειλε έναν άγγελο, για να του λύσει την απορία. Ο άγγελος τον πήρε από το χέρι και τον πήγε σε μία άγνωστη τοποθεσία. “Θα σου δείξω πρώτα την Κόλαση”, του είπε.
Είδαν εκεί ένα μεγάλο καζάνι, γεμάτο από φαγητό. Γύρω από αυτό στέκονταν άνθρωποι σκελετωμένοι από την πείνα και αγριεμένοι.
“Γιατί δεν τρώνε;”, απόρησε ο ευλαβής άνθρωπος. “Μήπως δεν τους επιτρέπεται;”
“Τους επιτρέπεται”, εξήγησε ο άγγελος. “Πρόσεξε λίγο καλύτερα τα κουτάλια τους. Είναι πολύ μακριά. Μπορούν να πάρουν φαγητό, αλλά δεν μπορούν να το βάλουν στο στόμα τους”, πρόσθεσε.
Ο άνθρωπος παρέμεινε με την απορία.
“Πάμε τώρα, να δεις και τον Παράδεισο”, συνέχισε ο άγγελος και τον πήρε από το χέρι.
Πήγαν λοιπόν σε ένα άλλο μέρος, όπου υπήρχε πάλι ένα καζάνι γεμάτο με φαγητό και γύρω του ανθρώπους. Οι άνθρωποι όμως εδώ ήταν διαφορετικοί: έδειχναν καλοζωισμένοι, γελαστοί, χορτάτοι και ευχαριστημένοι. Ο άνθρωπος πρόσεξε τα κουτάλια τους. Παρατήρησε πως ήταν εξίσου μακριά. Η απορία του μεγάλωσε.
“Περίμενε λίγο και θα δεις”, του είπε ο άγγελος, που κατάλαβε. “Σε λίγο θα αρχίσουν να τρώνε και θα καταλάβεις τι γίνεται”, τον καθησύχασε.
Πραγματικά, μετά από λίγο άρχισαν να τρώνε. Πώς όμως; Αφού ο καθένας δεν μπορούσε να φάει μόνος του, επειδή τα κουτάλια τους ήταν μακριά, άρχισε να ταΐζει τον άλλον. Έτσι, δεν έμενε κανένας νηστικός!
“Κατάλαβες λοιπόν;” του είπε ο άγγελος, καθώς τον έπαιρνε από το χέρι, για να τον επιστρέψει στη γη. “Κόλαση είναι, όταν ο καθένας κοιτάζει μόνο τον εαυτό του, το δικό του πρόβλημα και τη δική του ικανοποίηση. Και Παράδεισος είναι όταν ο καθένας κοιτάζει τον άλλον, πώς θα τον εξυπηρετήσει. Έτσι, με την αμοιβαία φροντίδα, όλοι μένουν ευχαριστημένοι και κανένας δεν παραπονιέται”.

 

Οσία Ματρώνα η Χιοπολίτιδα, η θαυματουργή 20 Οκτωβρίου


Ιερά Λείψανα: Η Κάρα της Αγίας βρίσκεται στη Μονή Ζωγράφου Αγίου Όρους.
Η δεξιά της Αγίας βρίσκεται στη Μονή Διονυσίου Αγίου Όρους.
Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου της Αγίας βρίσκονται στην ομώνυμη Μονή Ύδρας και στη Μονή Οσίου Διονυσίου Λιτοχώρου.


Η Οσία Ματρώνα ονομαζόταν, αρχικά, Μαρία και γεννήθηκε στο χωριό Βολισσός της Χίου από γονείς ευσεβείς και πλουσίους, τον Λέοντα και την Άννα. Έξι άλλες αδελφές της Μαρίας, μεγαλύτερες της, παντρεύτηκαν η μία μετά την άλλη, περιζήτητες νύφες για την ομορφιά, την ανατροφή και για την καλή προίκα τους. Η μικρότερη αφοσιώθηκε στη μελέτη των θείων και ασχολείτο θερμά με φιλανθρωπικά καθήκοντα. Έτσι θέλησε να ακολουθήσει άλλο δρόμο. Η τακτική επαφή της με τις καλογριές των γυναικείων μοναστηριών του νησιού, έκανε τη Μαρία να ποθήσει την αγνή μοναχική ζωή. Αλλά η αγάπη προς τους γονείς της, τη συγκρατούσε στο πατρικό της σπίτι. Όταν όμως αυτοί πέθαναν η Μαρία δοκίμασε τη μοναχική ζωή κοντά σε μια ευσεβή χήρα, που ασκήτευε με τις δύο θυγατέρες της. Μετά απ' αυτή τη μοναχική εμπειρία, αποφάσισε να προσχωρήσει στις μοναχικές τάξεις. Χειροτονήθηκε λοιπόν μοναχή και μετονομάσθηκε Ματρώνα. Η διαγωγή της μέσα στη μικρή αδελφότητα ήταν άριστη. Η διάθεση της πάντοτε αγαθή, φιλάδελφη, ταπεινή και εγκάρδια. Μάλιστα, από τα έσοδα της πώλησης της περιουσίας της, κτίστηκε στο μοναστήρι ωραιότατος ναός. Μετά από κάποιο χρόνο, πέθανε η γυναίκα που κοντά της η Ματρώνα γυμνάστηκε στη μοναχική ζωή. Τότε όλες οι μοναχές από κοινού, εξέλεξαν ηγουμένη -παρά τη θέληση της- τη Ματρώνα. Υπό τις οδηγίες της η αδελφότητα ζούσε με πολλή εγκράτεια, υπακοή και ευσέβεια. Το 1462 η Ματρώνα πέθανε, αφού έζησε ζωή πραγματικά αγία. (Άλλες πηγές υπολογίζουν τον χρόνο κοιμήσεως της Αγίας 100 περίπου χρόνια πριν το 1462, διότι η πρώτη βιογραφία της γράφτηκε από τον Μητροπολίτη Ρόδου Νείλο (1357).
Σημείωση: Επειδή στα γυναικεία μοναστήρια συνήθιζαν να λέγουν την ηγουμένη κυρά, επικράτησε μέχρι και σήμερα να καλούμε την Οσία Ματρώνα, Αγία Κυρά και από αυτό προέρχονται και τα ονόματα Κυράτσω και Κερασιά που εορτάζουν σήμερα.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Χριστοῦ τοῖς ἴχνεσιν, ἀκολουθήσασα, κόσμου τερπνότητα, Ὁσία ἔλιπες, καὶ ἐμιμήσω ἐν σαρκί, Ἀγγέλων τὴν πολιτείαν· ὅθεν ταῖς τοῦ Πνεύματος, δωρεαῖς κατεφαίδρυνας, τὴν ἐνεγκαμένην σε, νῆσον Χίον πανεύφημε· διὸ χαρμονικῶς ἐκβοᾷ σοι· χαίροις Ματρῶνα πανολβία.

Άγιος Αρτέμιος ο Μεγαλομάρτυρας 20 Οκτωβρίου



Ο Άγιος Αρτέμιος ήταν διακεκριμένος πολιτικός του Βυζαντίου και ευσεβέστατος χριστιανός. Ο Μέγας Κωνσταντίνος, εκτιμώντας τα ηθικά και πολιτικά του χαρίσματα, του έδωσε το αξίωμα του πατρικίου και τον διόρισε Δούκα και Αυγουστάλιο της Αλεξανδρείας.
Το 357 μ.Χ. πηγαίνει στην Πάτρα, κατ' εντολή του Αυτοκράτορα Κωνσταντίου, γιου του Μεγάλου Κωνσταντίνου, για να παραλάβει τα σεπτά λείψανα του Αγίου Ανδρέα και να τα ανακομίσει στον νεόκτιστο Ναό των Αγίων αποστόλων στην Κωνσταντινούπολη (3 Μαρτίου 357 μ.Χ.).
Κατά την διαμονή του στην Πάτρα και με την επίβλεψη του κατασκεύασε υδραγωγείο. Στρατοπεδευμένος στην περιοχή της Μονής Γηροκομείου ελεούσε και βοηθούσε πλήθος αναξιοπαθούντων και κυρίως γερόντων, γεγονός που δικαιολογεί την τοπωνυμία Γηροκομείο.
Όταν, το 363 μ.Χ., ο Αρτέμιος άκουσε ότι ο Ιουλιανός ο Παραβάτης βασάνιζε τους χριστιανούς στην Αντιόχεια, ήλθαν στα χείλη του τα λόγια του ψαλμωδού Δαβίδ προς το Θεό: «Κύριε, πνεύματι ἡγεμονικῷ στήριξόν με» (Ψαλμός Ν' (50), στ. 14). Κύριε, στήριξε με με σκέψεις σταθερές και θέληση ισχυρή, που να κυριαρχεί μέσα μου και να με κατευθύνει στην υπεράσπιση του αγαθού με θάρρος.
Πράγματι, ο Αρτέμιος, με τη δύναμη που του έδωσε ο Θεός, πήγε αμέσως στην Αντιόχεια και με παρρησία ήλεγξε ευθέως τον Ιουλιανό για τις παρανομίες του κατά των χριστιανών. Ο Ιουλιανός, που δεν περίμενε τέτοια στάση από αξιωματούχο, τον συνέλαβε και τον μαστίγωσε αλύπητα. Έπειτα του έσπασε τα κόκαλα με πέτρες, και τελικά τον αποκεφάλισε. Το Ιερό λείψανο του Αρτεμίου παρέλαβε κάποια διακόνισσα, η Αρίστη, που το μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη, στο ναό του προφήτου Προδρόμου.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Εὐσέβειας τοῖς τρόποις καλλωπιζόμενος, ἀθλητικῆς ἀγλαΐας ὤφθης σοφὲ κοινωνός, πρὸς ἀγῶνας ἀνδρικοὺς παραταξάμενος· ὅθεν ὡς λύχνος φωταυγής, τῶν θαυμάτων τὰς βολάς, ἐκλάμπεις τῇ οἰκουμένῃ, Ἀρτέμιε Ἀθλοφόρε, πρὸς σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν.