Εὐαγγέλιο Κυριακής κατά Ματθαίον (ιδ´ 14-22).
Τῷ
καιρῷ ἐκείνῳ, εἶδεν ὁ ᾿Ιησοῦς πολὺν ὄχλον, καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτοῖς
καὶ ἐθεράπευσε τοὺς ἀρρώστους αὐτῶν. ᾿Οψίας δὲ γενομένης προσῆλθον
αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· ῎Ερημός ἐστιν ὁ τόπος καὶ ἡ ὥρα ἤδη
παρῆλθεν· ἀπόλυσον τοὺς ὄ-χλους, ἵνα ἀπελθόντες εἰς τὰς κώμας ἀγοράσωσιν
ἑαυτοῖς βρώματα. ῾Ο δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Οὐ χρείαν ἔχουσιν
ἀπελθεῖν· δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν. Οἱ δὲ λέγουσιν αὐτῷ· Οὐκ ἔχομεν ὧδε
εἰ μὴ πέντε ἄρτους καὶ δύο ἰχθύας. ῾Ο δὲ εἶπε· Φέρετέ μοι αὐτοὺς
ὧδε. Καὶ κελεύσας τοὺς ὄχλους ἀνακλιθῆναι ἐπὶ τοὺς χόρτους, λαβὼν τοὺς
πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε,
καὶ κλάσας ἔδωκε τοῖς μαθηταῖς τοὺς ἄρτους, οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις.
Καὶ ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν, καὶ ἦραν τὸ περισσεῦον τῶν κλασμάτων
δώδεκα κοφίνους πλήρεις. Οἱ δὲ ἐσθίοντες ἦσαν ἄνδρες ὡσεὶ
πεντακισχίλιοι χωρὶς γυναικῶν καὶ παιδίων. Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ
᾿Ιησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς
τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους.
Μετάφραση:
Εκεῖνο
τὸν καιρό, ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδε πολὺν κόσμο καὶ τοὺς σπλαχνίστηκε, καὶ
γιάτρεψε τοὺς ἀρρώστους των.῞Οταν ἔπεσε τὸ δειλινό, τὸν πλησίασαν οἱ
μαθητές του καὶ τοῦ εἶπαν· «῾Ο τόπος εἶναι ἐρημικός, καὶ ἡ ὥρα πιὰ
περασμένη. Διῶξε τὸν κόσμο νὰ πᾶνε στὰ χωριὰ γιὰ ν᾿ ἀγοράσουν φαγητὰ νὰ
φᾶνε». ῾Ο ᾿Ιησοῦς ὅμως τοὺς εἶπε· «Δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ φύγουν, δῶστε
τους ἐσεῖς νὰ φᾶνε». «Δὲν ἔχουμε ἐδῶ παρὰ πέντε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια»,
τοῦ ἀπαντοῦν. «Φέρτε μοῦ τα ἐδῶ», τοὺς λέει. Κι ἀφοῦ πρόσταξε τὸν κόσμο
νὰ καθίσει γιὰ φαγητὸ πάνω στὸ χορτάρι, πῆρε τὰ πέντε ψωμιὰ καὶ τὰ δύο
ψάρια, ἔστρεψε τὸ βλέμμα του στὸν οὐρανό, τὰ εὐλόγησε, ἔκοψε τὰ ψωμιὰ σὲ
κομμάτια καὶ τὰ ἔδωσε στοὺς μαθητές, καὶ οἱ μαθητὲς στὸ πλῆθος. ῎Εφαγαν
ὅλοι καὶ χόρτασαν. Καὶ μάζεψαν τὰ περισσεύματα ἀπὸ τὰ κομμάτια, δώδεκα
κοφίνια γεμᾶτα. Αὐτοὶ ποὺ ἔφαγαν ἦταν περίπου πέντε χιλιάδες ἄντρες,
χωρὶς τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά. ᾿Αμέσως ὕστερα ὁ ᾿Ιησοῦς ὑποχρέωσε
τοὺς μαθητές του νὰ μποῦν στὸ καΐκι καὶ νὰ πᾶνε νὰ τὸν περιμένουν στὴν
ἀπέναντι ὄχθη, ὡσότου αὐτὸς διαλύσει τὰ πλήθη.
Ὁ πολλαπλασιασμός τῶν ἄρτων
Όλα
όσα κάνει ο Ύψιστος, είναι απαραίτητα. Δεν κάνει τίποτα άσκοπο, τίποτα
υπερβολικό, τίποτα που να μη χρειάζεται. Γιατί μερικοί άνθρωποι
περιφέρονται τόσο άσκοπα και κάνουν τόσο αδιάφορα πράγματα; Επειδή δεν
είναι βέβαιοι για το σκοπό της ζωής τους, για τον προορισμό τού επίγειου
ταξιδιού τους. Γιατί μερικοί άνθρωποι υπερφορτώνονται με άσκοπες
υποχρεώσεις, προβαίνουν σε υπερβολικές ενέργειες, σε σημείο που να μην
μπορούν να κινούνται ελεύθερα κάτω από τέτοιο βάρος υποχρεώσεων; Επειδή
δε γνωρίζουν το ένα πράγμα, «ού εστι χρεία».
Για
να βοηθήσει ο Κύριος τον άνθρωπο να μαζέψει το διασκορπισμένο νου του,
να θεραπεύσει τη διχασμένη καρδιά του και να συγκροτήσει την
ανεξέλεγκτη δύναμή του, αποκάλυψε τον ένα και μοναδικό στόχο που είναι
απαραίτητος: τη Βασιλεία του Θεού. Πόσο άσκοπη είναι αλήθεια η ζωή τού
ανθρώπου που αγωνίζεται να επιτύχει διάφορους στόχους! Πόσο αναίσθητη
είναι η διχασμένη καρδιά! Πόσο αδύναμη είναι η θέληση, όταν η δύναμή της
κατακερματίζεται!
Ενός
εστι χρεία. Μόνο ένα πράγμα μας χρειάζεται: η Βασιλεία τού Θεού. Ο
θαυματουργός Χριστός προσπάθησε να στρέψει τα μάτια και την προσοχή
όλων των ανθρώπων προς αυτόν τον προορισμό. Όποιος σκέφτεται έτσι, έχει
ένα μόνο στόχο: το Θεό. Ένα αίσθημα: την αγάπη. Μια νοσταλγία: να
πλησιάσει το Θεό. Μακάριος είναι εκείνος που έφτασε σ' αυτό το μέτρο. Ο
άνθρωπος αυτός έχει γίνει σαν το φακό που συγκεντρώνει τις ακτίνες τού
ήλιου για να δημιουργήσει φωτιά.
Τα
λόγια που είπε ο Χριστός στη Μάρθα, «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνάς και τυρβάζη
περί πολλά· ενός δέ εστι χρεία» (Λουκ. ι' 41, 42), ήταν στην
πραγματικότητα ένας έλεγχος, μια προειδοποίηση στον κόσμο ολόκληρο. Κι
αυτό το ένα που έχουμε πραγματική ανάγκη, είναι η Βασιλεία τού Θεού (βλ.
Ματθ. στ' 33). Για όλα όσα είπε και έκανε ο Κύριος, είχε στο νου του το
στόχο αυτό. Εκεί είχε συγκεντρωθεί όλη η φλόγα που φωτίζει τους
ταξιδιώτες εκείνους που περιφέρονται γύρω από τις χαράδρες και τους
ανεμοστρόβιλους της πρόσκαιρης αυτής ζωής.
Όλα
όσα κάνει ο Ύψιστος, είναι απαραίτητα. Τα πάντα γίνονται μ' αυτόν τον
ύψιστο, το μοναδικό στόχο. Όλα είναι απαραίτητα, τόσο τα λόγια που λέει
όσο και τα έργα που κάνει. Δεν υπάρχει ούτε ένας αργός λόγος, ούτε ένα
αχρείαστο έργο. Και πόσο καρποφόρα ήταν τα λόγια και τα έργα Του! Πόσα
εκατομμύρια φορές έχει καρποφορήσει κάθε λόγος και κάθε Του πράξη, ως
τις μέρες μας! Πόσο γλυκός, ευωδιαστός και ζωογόνος είναι ο καρπός
αυτός!