- Η μεγαλύτερη αμαρτία, Αναστάσιε, που μπορεί να κάνει ένας χριστιανός είναι να φύγει από την Εκκλησία, δηλαδή από την ενορία του, τον πνευματικό του, τον επίσκοπό του. Αυτός, παιδί μου, κάνει σχίσμα και το σχίσμα ούτε αίμα μαρτυρίου δεν το ξεπλένει. Το καταλαβαίνεις αυτό έτσι;
- Ναι, Γέροντά μου, την ευχή σας.
Ο Αναστάσης ασπάστηκε το χέρι του πνευματικού του και βγήκε από το ναό. Ο πνευματικός του, ο διάσημος π. Θεόδωρος Επιφανίου, ήταν ξακουστός σε όλο τον κόσμο για την σοφία του και οι πιστοί είχαν σαν ευαγγέλιο τα λόγια του. Βιβλία και cd με ομιλίες του κυκλοφορούσαν ως ένθετα σε μεγάλες εφημερίδες της χώρας, ενώ ιστορίες για την προορατικότητά του, τα χαρίσματα, ακόμη και τα θαύματά του, δυνάμωναν ακόμη περισσότερο την πεποίθηση των χριστιανών ότι αποτελεί έναν σύγχρονο άγιο, έναν απλανή οδηγό.
Ο Αναστάσης όμως ήταν προβληματισμένος αυτόν τον καιρό. Όλα αυτά τα ανοίγματα των επισκόπων με τους αιρετικούς της Δύσεως και οι εν γένει νεωτερισμοί τους τον είχαν σκανδαλίσει πολύ. Τώρα μάλιστα που όπως φαίνεται αυτές οι ασχήμιες απέκτησαν και επίσημη κάλυψη με την "Αγία και Μεγάλη Σύνοδο", στην οποία συμμετείχαν αυτοί οι επίσκοποι, ήταν πολύ ανήσυχος.
"Ως πότε; Πού θα πάει αυτή η κατάσταση;", αναρωτιόταν και ήταν πολύ στεναχωρημένος. Ο πνευματικός του όμως τον καθησύχαζε συνεχώς. Στην σκέψη του Αναστάση αντηχούσαν τα καθησυχαστικά αυτά λόγια:
- Μη φοβού, Αναστάσιε, μόνο πίστευε ότι οι οικουμενιστές δεν μπορούν να βλάψουν την Εκκλησία. Ας τολμήσουν να φτάσουν στο απροχώρητο, δηλαδή στο Κοινό Ποτήριο με τους αιρετικούς και τότε να δεις τι θα γίνει! Αγώνας λοιπόν ως τότε μέσα από την Εκκλησία. Εμείς δεν φεύγουμε από αυτήν.
***
Με αυτές τις σκέψεις ο Αναστάσης έφτασε εκείνο το μεσημέρι σπίτι του. Στην εξώπορτα της πολυκατοικίας συνάντησε τον κυρ-Βαγγέλη, έναν μοναχικό ηλικιωμένο που έμενε στο ισόγειο. Ο κυρ-Βαγγέλης ήταν καλός άνθρωπος και του άρεσε να συζητάει μαζί του για θρησκευτικά θέματα. Δεν τον έβλεπε όμως στην ενορία. Τις Κυριακές σηκωνόταν πολύ νωρίς και πήγαινε κάπου μακριά για εκκλησιασμό. Αργότερα τον ρώτησε και έμαθε ότι ήταν παλαιοημερολογίτης.
Από αυτόν άρχισε να προβληματίζεται για τον οικουμενισμό και να βλέπει με άλλο μάτι κάποια πράγματα, για τα οποία πριν είχε παντελή άγνοια.
- Γεια σου, παιδί μου!
Πριν προλάβουν να ανταλλάξουν δεύτερη κουβέντα, ακούστηκε ένας δυνατός κρότος. Έπειτα ξανά άλλος ένας. Και ύστερα κραυγές και κλάματα.
Οι δύο άντρες ανέβηκαν στον πρώτο όροφο, από τον οποίο ακουγόντουσαν οι ήχοι. Η πόρτα ήταν ανοιχτή και μια γυναικεία φωνή ακούστηκε από μέσα:
- Φεύγω! Παίρνω τα παιδιά μου και φεύγω από αυτό το σπίτι!
Ήταν η Κατερίνα που ζούσε σε αυτό το σπίτι με τον άντρα της τον Αρίστο και τα δύο παιδιά τους.
- Είστε καλά βρε παιδιά;, ρώτησε ο κυρ-Βαγγέλης μπαίνοντας μέσα με τον Αναστάση.
- Τι καλά, κυρ-Βαγγέλη μου, που ξαναέπιασα τον μοιχό από δω να έχει φιλεναδίτσα. Όλα τα ανακάλυψα! Και τις κλήσεις στο τηλέφωνο και τα μηνύματα στον υπολογιστή!
- Καλά πως κάνεις έτσι;, πετάχτηκε ο Αρίστος, αφού σου είπα δεν έγινε κάτι. Ένα απλό και αθώο φλερτ είναι!
- Εγώ πάντως παίρνω τα παιδιά μου και φεύγω, αντέτεινε εκείνη.
Ο κυρ-Βαγγέλης με τον Αναστάση αποχώρησαν διακριτικά και κατέβηκαν στον ακάλυπτο.
- Κρίμα, είπε ο Αναστάσης.
- Σιγά, δεν έγινε τίποτα. Άλλωστε δεν φτάσαν και στο απροχώρητοοι άλλοι, σωστά; ρώτησε ο κυρ-Βαγγέλης και κοίταξε μέσα από τα γυαλιά του τον συνομιλητή του χαμογελώντας.
- Μα τι λες τώρα;, εξανέστη ο Αναστάσης. Η προδοσία δεν αρκεί, έπρεπε να φτάσουν στο απροχώρητο για να αντιδράσει έτσι η γυναίκα; Να σηκωθεί να φύγει αμέσως! Μην ξεχνάς μάλιστα ότι είναι η δεύτερη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο.
- Αντιθέτως, πρέπει να κάνει αγώνα μέσα από την οικογένεια, όπως έκανε τόσα χρόνια και όχι να φύγει από αυτήν, ξαναείπε ο κυρ-Βαγγέλης χαμογελώντας.
- Κυρ-Βαγγέλη, νομίζω ότι με εμπαίζεις. Δεν φεύγει από την οικογένεια αυτός που φεύγει από τον μοιχό. Αντιθέτως ο μοιχός φεύγει από την οικογένεια με την προδοτική πράξη του, όταν μάλιστα όπως βλέπεις είναι και αμετανόητος! Εκτός αν εννοείς "οικογένεια" τα ντουβάρια του διαμερίσματος...
- Έτσι και με την Εκκλησία, αγόρι μου, συγκατένευσε ο κυρ-Βαγγέλης αφήνοντας άναυδο τον φίλο του.
***
Την επομένη το πρωί, ο Αναστάσης ξαναπήγε να βρει τον πνευματικό του. Του μίλησε με θέρμη για το πως νιώθει μπρος στην συνεχιζόμενη προδοσία και του εξομολογήθηκε πως δεν αντέχει άλλο να τον τύπτει η συνείδησή του.
Ο π. Θεόδωρος δεν του είπε τίποτα από τα γνωστά λόγια, περί ανοχής και άχρι καιρού υπομονής, ίσως επειδή κατάλαβε ότι δεν θα είχαν αποτέλεσμα.
- Κάνε λίγο υπομονή αγόρι μου, λίγες μέρες μόνο. Την Μεγάλη Εβδομάδα θα μας επισκεφθεί ο επίσκοπος Χερουβείμ, που είναι ορθοδοξότατος και θα σου απαντήσει εκείνος.
Στο άκουσμα του ονόματος του επισκόπου, ο Αναστάσης ένιωσε δέος. Όλοι είχαν ακουστά το επίσκοπο Χερουβείμ, τον "Τίγρη της Ορθοδοξίας", όπως τον αποκαλούσαν.
Οι μέρες πέρασαν ήρθε και η Κυριακή των Βαΐων. Το απόγευμα στην Ακολουθία του Νυμφίου ήρθε ο δεσπότης και χοροστάτησε. Ο Αναστάσης αδημονούσε να του μιλήσει. Μετά το πέρας της ακολουθίας δόθηκε η ευκαιρία, όταν ο π. Θεόδωρος τον σύστησε στον επίσκοπο:
- Σεβασμιώτατε, από δω το πνευματικό μου τέκνο, για το οποίο σας μίλησα σχετικώς, και έκλεισε με νόημα το μάτι.
Ο δεσπότης χαμογέλασε μειλίχια και έδωσε το χέρι του προς ασπασμό. Ο Αναστάσης αφού ασπάστηκε την δεξιά του του είπε:
-Δέσποτα, είμαι κατασκανδαλισμένος με τα όσα γίνονται στην εκκλησία μας. Ο Οικουμενισμός...
- Ο Οικουμενισμός είναι αίρεσις και παναίρεσις!, άστραψε και βρόντηξε ο δεσπότης. Δεν πρόκειται να τον αφήσουμε να περάσει. Θα χύσουμε και το αίμα μας αν χρειαστεί χάριν της φίλτατης και γλυκυτάτης μας Ορθοδοξίας!
Ένα κύμα ενθουσιασμού διαπέρασε τους παρευρισκόμενους και σιγά σιγά συγκεντρώθηκε ένα πλήθος γύρω τους.
- Μα, Σεβασμιώτατε, οι συνεπίσκοποί σας δεν έχουν ιερό και όσιο, δεν έχουν κανένα φραγμό, δεν σας λογαριάζουν, συνέχισε ο Αναστάσης. Ο ίδιος ο πατριάρχης Ναθαναήλ υποδέχθηκε δις τον αιρεσιάρχη πάπα Ρώμης στην έδρα του, μνημονεύοντάς τον ως "αγιότατο αδελφό", ενώ ακολουθεί πολυετή ουνιτική πολιτική. Οι δε κατά καιρούς δηλώσεις του τον αποδεικνύουν μακράν του πνεύματος της Ορθοδοξίας. Δεν είναι αιρετικός λοιπόν;
Ο δεσπότης κούνησε το κεφάλι του, σαν να προβληματιζόταν. Ο κόσμος περίμενε με απορία την απάντηση.
- Είναι ή δεν αιρετικός ο πατριάρχης;, ξαναρώτησε ο Αναστάσης.
Ο δεσπότης στάθηκε μια στιγμή και ύστερα του είπε χαμηλόφωνα:
-Ελάτε αγαπητέ μου μετά το Πάσχα, στο γραφείο μου να συζητήσουμε. Θα σας περιμένω.
Και έφυγε.
***
Ο Αναστάσης γύρισε προβληματισμένος στο σπίτι. Χτύπησε την πόρτα του κυρ-Βαγγέλη, αλλά εκείνος δεν είχε γυρίσει ακόμη. Ανέβηκε στο σπίτι του και ετοιμάστηκε να κοιμηθεί.
Σε λίγο ακούστηκαν χτύποι στην πόρτα. Άνοιξε και είδε τον γείτονά του.
- Έλα, κυρ-Βαγγέλη, πέρασε μέσα.
Εκείνος πέρασε χαμογελώντας και κάθισε στον καναπέ.
- Είδα τον δεσπότη σήμερα, τον Χερουβείμ, του είπε ο Αναστάσης. Τον ρώτησα αν ο πατριάρχης Ναθαναήλ είναι αιρετικός.
- Τι σου απάντησε;, τα μάτια του κυρ-Βαγγέλη έλαμψαν.
- Δεν μου απάντησε.
Ο κυρ-Βαγγέλης σηκώθηκε και πλησίασε στην βιβλιοθήκη. Έβγαλε μια Καινή Διαθήκη και άρχισε να την ξεφυλλίζει. Σταμάτησε σε ένα σημείο και διάβασε δυνατά, από το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (κεφ. κα΄, 24-26):
- "Ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Ἐρωτήσω ὑμᾶς κἀγὼ λόγον ἕνα, ὃν ἐὰν εἴπητέ μοι, κἀγὼ ὑμῖν ἐρῶ ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιῶ. Τὸ βάπτισμα τὸ Ἰωάννου πόθεν ἦν, ἐξ οὐρανοῦ ἢ ἐξ ἀνθρώπων; Οἱ δὲ διελογίζοντο παρ' ἑαυτοῖς λέγοντες· Ἐὰν εἴπωμεν, ἐξ οὐρανοῦ, ἐρεῖ ἡμῖν, διατὶ οὖν οὐκ ἐπιστεύσατε αὐτῷ· ἐὰν δὲ εἴπωμεν, ἐξ ἀνθρώπων, φοβούμεθα τὸν ὄχλον, πάντες γὰρ ἔχουσι τὸν Ἰωάννην ὡς προφήτην". Αυτό ήταν στο ευαγγέλιο του όρθρου της Μεγάλης Δευτέρας που ακούσαμε σήμερα. Ματαίως λοιπόν αγαπητέ Αναστάση περίμενες να λάβεις σαφή απάντηση από τον δεσπότη. Εκείνος προφανώς σκεπτόταν πως αν κατονόμαζε τον πατριάρχη ως αιρετικό, θα του έλεγε κάποιος "κοινωνείς λοιπόν εν γνώση σου με αιρετικό;". Αν έλεγε πως δεν είναι αιρετικός, θα φοβόταν τις αντιδράσεις του κόσμου. Πάντες γαρ οι δοκούντες ορθοδοξείν έχουσι τους οικουμενιστές ως αιρετικούς.
- Ναι, αυτό ακριβώς δεν καταλαβαίνω, είπε ο Αναστάσης. Πως γίνεται να πολεμά κανείς τον Οικουμενισμό, να έχει ως αιρετικούς τους οικουμενιστές και παρόλα αυτά να κοινωνεί μαζί τους!
- Έλα ντε;, είπε ο κυρ-Βαγγέλης και σηκώθηκε να φύγει.
- Καληνύχτα, κυρ-Βαγγέλη!
- Καλή Ανάσταση, Αναστάση!
***
Το βράδυ της Αναστάσεως ο Αναστάσης πετούσε. Ξεκίνησε από το σπίτι του μαζί με τον κυρ-Βαγγέλη να πάρουν το τελευταίο λεωφορείο. Πριν φτάσουν στην στάση, πέρασαν από την παλιά του ενορία. Είχε συγκεντρωθεί το "μεγάλο ποίμνιο", εκατοντάδες λαού με τις λαμπάδες τους, οι οποίοι κάθε χρόνο, άμα τη παραλαβή του Αγίου Φωτός, αναλαμβάνουν να αναπαραστήσουν τα όσα λέει το ψαλμικό "ἀναστήτω ὁ Θεός, καὶ διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροὶαὐτοῦ, καὶ φυγέτωσαν ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ οἱ μισοῦντες αὐτόν. ὡςἐκλείπει καπνός, ἐκλιπέτωσαν"...
Το βλέμμα του έπεσε με έκπληξη σε έναν λατίνο κληρικό που έμπαινε στην εκκλησία από την πλαϊνή εξωτερική πόρτα του αγίου Βήματος.
- Βρε, Μανώλη, ρώτησε ο Αναστάσης πλησιάζοντας έναν γνωστό του από την ενορία, τι θέλει ο παπικός μέσα στην εκκλησία;
- Τι να θέλει ο άνθρωπος , του είπε εκείνος. Ήλθε από ευγένεια να μας ευχηθεί για την Ανάσταση του Κυρίου. Και ο πρωτοσύγγελος μας είχε πάει τις προάλλες στο ναό τους να ευχηθεί για το δικό τους "Πάσχα". Που είναι το κακό; Τι χριστιανοί είμαστε αν δεν έχουμε αγάπη, ρε Αναστάση;
Ο Αναστάσης έφυγε και σε λίγη ώρα το λεωφορείο ήταν στον προορισμό του. Περπάτησαν για λίγο και έφτασαν στην μικρή εκκλησούλα.
Σε λίγο η Ακολουθία της Αναστάσεως άρχιζε και οι αναστάσιμοι ύμνοι ηχούσαν σαν παιάνες! Οι Ορθόδοξοι έκαναν Λαμπρή...
Χριστός Ανέστη! Αληθώς Ανέστη!
Νικόλαος Μάννης
http://krufo-sxoleio.blogspot.gr/2017/03/blog-post_70.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.