Η Εκκλησία μας ψάλλει· «Τον σαρκί εκουσίως, σταυρωθέντα δι' ημας, παθόντα και ταφέντα και αναστάντα εκ νεκρών, υμνήσωμεν λέγοντες· στήριξον ορθοδοξία την Εκκλησίαν σου, Χριστέ, και ειρήνευσον την ζωήν ημών ως αγαθός και φιλάνθρωπος».
Αυτό το «ορθοδοξία», σε πτώση δοτική, που ακούσαμε ανωτέρω στο στιχηρό, σημαίνει· με ορθοδοξία. Δηλαδή, «δια της Ορθοδοξίας στήριξε την Εκκλησία Σου Χριστέ».
Τι είναι, λοιπόν, η Ορθοδοξία, που εορτάζουμε σήμερα; Είναι η Εκκλησία; Αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς, δεν είναι η Εκκλησία, αλλά κάτι δια του οποίου στηρίζεται η Εκκλησία. Είναι η υγεία του σώματος της Εκκλησίας. Οπως, κατ' αντιδιαστολήν, αίρεση είναι ασθένεια στο σώμα της Εκκλησίας. Και όπως πολλές ασθένειες προσβάλλουν τον ανθρώπινο οργανισμό, ενώ η κατάσταση της υγείας είναι μία, έτσι ακριβώς, πολλές είναι οι αιρέσεις που μπορεί να προσβάλλουν τα μέλη της Εκκλησίας, ενώ η Ορθοδοξία, η κατάσταση της υγείας σ' αυτήν είναι μία.
Είναι πράγματι αξιοθαύμαστο, αγαπητοί μου αδελφοί, το πώς ενεργεί το κάθε κύτταρο ενός οποιουδήποτε ζωντανού οργανισμού. Γνωρίζει ακριβώς την αποστολή του, τον ρόλο του μέσα στον οργανισμό αυτό και, καθοδηγεί, ενεργεί, βάσει ενός προγράμματος, το οποίο βρίσκεται εγχαραγμένο μέσα στον πυρήνα του από τον Δημιουργό, το Δ.Ν.Α. Μεσα εκεί στο κέντρο του κάθε κυττάρου μας βρίσκονται αποτυπωμένα όλα τα χαρακτηριστικά του σώματός μας και κατά την διάπλαση του σώματος τα κύτταρα καθοδηγούνται βάσει αυτού του σχεδίου, που υπάρχει εντός τους, λαμβάνουν τις θέσεις τους, διαφοροποιούνται, πολλαπλασιάζονται, αντικαθίστανται, επιτελούν τις λειτουργίες τους αρμονικά και ο οργανισμός λειτουργεί σωστά· είναι υγιής.
Αν κάτι δεν πάει καλά, αν το κύτταρο ξεκλίνει από τον εγχάρακτο προγραμματισμό του, τότε δεν επιτελεί το έργο του, «τρελλαίνεται», πολλαπλασιάζεται ανεξέλεγκτα, και γίνεται καρκινογόνο. Τότε το καρκίνωμα πρέπει να αποκοπεί με το χειρουργικό νυστέρι.
Κατά παρόμοιο τρόπο τα κύτταρα του Οργανισμού της Εκκλησίας που προσβάλλονται από την αίρεση, εκτρέπονται από τον προορισμό τους και δεν επιτελούν πλέον το έργο τους σωστά μέσα στο σώμα της Εκκλησίας. Μεταβάλλονται σε πνευματικά καρκινώματα και αποκόπτονται από το υγιές σώμα της Εκκλησίας.
Ορθόδοξος Χριστιανός είναι ένα υγιές κύτταρο του οργανισμού του σώματος της Εκκλησίας, που γνωρίζει και επιτελεί τον προορισμό του. Δηλαδή είναι τροχιοθετημένος στην πορεία προς το «καθ' ομοίωσιν Θεού», στην πορεία προς την θέωση.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα την έννοια της ορθοδοξίας ας παρατηρήσουμε τα συνθετικά της λέξεως. Ορθή-δόξα (δόξα, από το δοκέω-ώ που σημαίνει κυρίως γνώμη, δοξασία). Δηλαδή κατά κύρια έννοια Ορθοδοξία σημαίνει· ορθή γνώμη, αληθινή γνώμη η άποψη. Επειδή όμως, κατά τον Ψαλμωδό, «πας άνθρωπος ψεύστης», οποιαδήποτε ανθρώπινη άποψη η γνώμη σχετικώς με τον προορισμό του ανθρώπου είναι ψευδής. Μονον η άποψη του Θεού, αυτή δηλαδή που μας απεκάλυψε ο Θεός, είναι η ορθή και η αληθινή. Εκείνος ο οποίος μας έπλασε, Εκείνος είναι που μας εφανέρωσε και τον υψηλό μας προορισμό και καλεί όλους τούς ανθρώπους εκουσίως να τον εκπληρώσουν. Ορθοδοξία είναι η αληθινή απάντηση στο υπαρξιακό μας ερώτημα. Δεν είναι προϊόν ανθρωπίνου στοχασμού, αλλά αποκάλυψις του Θεού. Είναι η αποκεκαλυμμένη αλήθεια.
Το Πανάγιον Πνεύμα, κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, την γενέθλιο ημέρα της Εκκλησίας του Χριστού, παρέδωσε στούς Αγίους Αποστόλους «άπαξ» την αληθινή πίστη, την Ορθοδοξία. Αυτή είναι ο ανεκτίμητος θησαυρός μας, τον οποίον παρελάβαμε μέσω των Αγίων Πατέρων από τούς Αποστόλους και ανελάβαμε να διαφυλάξουμε ακέραιο ως ιερά παρακαταθήκη. Ειναι η εμπειρία της ακτίστου χάριτος του Θεού, η μέθεξις των θείων Του ενεργειών από τούς αξίους, δηλαδή τούς αγίους. Αυτοί οι άγιοι που έφθασαν σ' αυτές τις ουράνιες καταστάσεις και όπως ο Απόστολος Παύλος, εγεύθησαν την δόξαν του Θεού, άκουσαν τα «άρρητα ρήματα, α ουκ εξόν άνθρωπον λαλήσαι» (Β΄ Κορ. ΙΒ΄ 4), αυτοί οι ίδιοι άφησαν σ' εμάς τις αναγκαίες «οδηγίες» για να φθάσωμε και εμείς σ' αυτήν την ανέκφραστη κατάσταση. Αυτή είναι η διδαχή της Εκκλησίας την οποία εμείς παρελάβαμε διατυπωμένη στην Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση.
Τοσο όμως η Αγία Γραφή όσο και η Ιερά Παράδοση δεν μπορούν να ερμηνευθούν έξω από τα πλαίσια της Ορθοδοξίας. Καθε προσπάθεια προσεγγίσεως των θείων μυστηρίων με την λογική κατέληξε σε αίρεση. « Εσφράγισται γαρ τοις ερευνώσι· πεφανέρωται δε τα θαύματα τοις προσκυνούσιν εν πίστει το μυστήριον». Σε όσους, όπως εμείς, δεν έχουν φθάσει στα μέτρα των αγίων Πατέρων, δεν απομένει λοιπόν παρά να ακολουθούν ταπεινά τις ερμηνείες των Αγίων Πατέρων, όπως γράφει και το Συνοδικό της Ορθοδοξίας «κατά τας των αγίων θεοπνεύστους θεολογίας και το της Εκκλησίας ευσεβές φρόνημα». Οι άγιοι Πατέρες, έχοντας αποκτήσει την εμπειρία του Αγίου Πνεύματος, την ίδια εμπειρία με τούς προ αυτών αγίους Πατέρες και Αποστόλους είναι οι μόνοι απλανείς ερμηνευτές των θεοπνεύστων κειμένων. Αυτοί, οι ανά τούς αιώνας μέχρι σήμερα άγιοι, ήσαν σε θέση να αναγνωρίσουν την αληθινή διδασκαλία από την ψευδή· την Ορθοδοξία από την αίρεση. Γι' αυτό συνερχόμενοι σε Συνόδους κατεδίκαζαν τις αιρέσεις και διεσάφιζαν την αλήθεια. Οχι ως ανακαλύπτοντες καινούρια δόγματα, αλλά «την άπαξ παραδοθείσα τοις αγίοις πίστιν» διεσάφιζαν και διετύπωναν.
Το τονίζουμε αυτό, διότι οι λατίνοι φρονούν ότι υπάρχει εξέλιξη στα δόγματα και συν τω χρόνω η ανθρωπότης δέχεται νέες αποκαλύψεις. Γι' αυτό συνεχώς οι λατίνοι διατυπώνουν νέα, καινοφανή δόγματα. Οι Αγιοι Πατέρες αυτά που ήταν ήδη γνωστά απ' αρχής ξεκαθάριζαν, οσάκις υπήρξε αμφισβήτηση. Και ήταν σε θέση να το πράξουν, όπως ο έμπειρος χοράρχης αντιλαμβάνεται την παραμικρή παραφωνία μέσα στην χορωδία του. Κατά όμοιον τρόπο οι Θεοφόροι Πατέρες αντιλαμβάνοντο κάθε αίρεση μόλις αυτή εμφανίζετο και με την θεόπνευστη διδασκαλία τους διετράνωναν την υγιά διδασκαλία της Εκκλησίας.
Κατά καιρούς εμφανίσθηκαν διάφορες αιρέσεις. Και περισσότερο η Εκκλησία δοκιμάσθηκε από τις αιρέσεις, παρά από τούς διωγμούς των ειδωλολατρών.
Γνωστικοί, Σαββελιανιστές, Αρειανοί, Απολλιναριστές, Νεστοριανοί, Πνευματομάχοι, Μονοφυσίτες, Μονοθελίτες ήταν κάποιες ομάδες αιρετικών, που απεκόπησαν από το σώμα της Εκκλησίας. Οταν όμως ενέσκυψε η λαίλαπα της εικονομαχίας, η Εκκλησία δοκιμάσθηκε σε μεγάλο βαθμό. Διότι οι εικονομάχοι εμφανίσθηκαν όχι ως καινοτόμοι, αλλά ως κήρυκες επαναφοράς της Εκκλησίας σε αρχαιοπρεπή λιτότητα. Εθεώρησαν τον θεσμό των ιερών εικόνων κάτι ξένο, που είχε εισχωρήσει στην Εκκλησία και επείσακτο, που έπρεπε να αποβληθεί. Εχαρακτήρισαν την τιμή των αγίων εικόνων και των αγίων λειψάνων ως ειδωλολατρία και την πολέμησαν. Ποιός ήταν αυτός, που διέγνωσε την υποτιθέμενη «αίρεση» πρώτος; ο Αυτοκράτωρ! Ο θηριώνυμος Λεων Γ΄ ο Ισαυρος, αφού αναρριχήθηκε στον θρόνο, άρχισε να θεολογεί και να εκδίδει διατάγματα, επιβάλλοντας δια της βίας τις εικονομαχικές του απόψεις. Οι άγιοι Πατέρες της εποχής ευθέως διέγνωσαν την πλάνη και αντιστάθηκαν. Διότι, αν οι σκιές και τα σουδάρια των Αγίων Αποστόλων θαυματουργούσαν πόσο μάλλον οι εικόνες και τα άγια λείψανα, στα οποία βέβαια οι ευσεβείς δεν απένειμαν λατρεία, αλλά τιμή. Τιμώντας τις άγιες εικόνες και τα ιερά λείψανα «η τιμή προς το πρωτότυπον διαβαίνει» (Μ. Βασίλειος). Αυτά διετύπωσαν θαυμασίως οι Αγιοι Πατέρες στην 7η Οικουμ. Συνοδο. Ομως, επί περίπου έναν αιώνα η Εκκλησία του Χριστού ήταν η διωκόμενη, ενώ η κρατούσα Εκκλησία της εποχής, ήταν η εικονομαχική. Στον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως και στούς μεγάλους μητροπολιτικούς θρόνους της Αυτοκρατορίας Εικονομάχοι « Αρχιερείς» ύβριζαν τούς Ορθοδόξους ως «σανιδοπίστους», αιρετικούς. Οι Ορθόδοξοι κληρικοί λίγοι και κατατρεγμένοι, με κίνδυνο της ζωής τους εξυπηρετούσαν τούς φοβισμένους λιγοστούς πιστούς.
Η Εκκλησία ανέδειξε τότε νέους μάρτυρες και ομολογητές και όταν παρήλθε ο χρόνος της δοκιμασίας κατά τρόπο απρόσμενο, έγινε η παλινόρθωση της Ορθοδοξίας, μετά τον θάνατο του τελευταίου εικονομάχου Αυτοκράτορος Θεοφίλου. Αυτό το γεγονός εορτάζουμε σήμερα, διότι ήταν ο θρίαμβος της αλήθειας κατά της πλάνης. Επειτα από 116 έτη σκληρής δοκιμασίας (726-842), εδικαιώθη το μικρόν ποίμνιον των Ορθοδόξων και η εικονομαχική «κρατούσα Εκκλησία» της Εποχής κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Εκτοτε δεν εμφανίσθηκε πλέον ξανά, παρά μόνον μαζί με την εκβλάστηση των προτεσταντικών παραφυάδων, οι οποίες προήλθαν από την λατινική αίρεση, επτά αιώνες αργότερα. Μεχρι σήμερα, οι Προτεστάντες είναι, παρά τις όποιες άλλες μεταξύ τους διαφορές, σύμφωνοι στην εμμονή τους στην αίρεση της εικονομαχίας, και στα συγγράμματά τους - όπως διεπιστώσαμε «ιδίοις όμμασι» - εκθειάζουν τούς εικονομάχους της περιόδου 726-842, όπως ακριβώς εμείς σήμερα μακαρίζουμε τούς Ορθοδόξους εικονοφίλους...
Ο πρώτος εορτασμός του θριάμβου της Ορθοδοξίας με λιτάνευση των ιερών εικόνων, έγινε την πρώτη Κυριακή των νηστειών του έτους 842, και έκτοτε καθιερώθηκε η εορτή αυτή. Αντικατέστησε την εορτή των προφητών που μέχρι τότε εορταζόταν την Α΄ Κυριακή των Νηστειών, η οποία μετατέθηκε την Κυριακή προ του Χριστού Γεννήσεως. Κατάλοιπα αυτής είναι το εξαίσιο αποστολικό ανάγνωσμα περί «Γεδεών, Βαλάκ τε και Σαμψών και Ιεφθάε, Δαβίδ τε και Σαμουήλ και των προφητών, οι δια πίστεως κατηγονίσαντο βασιλείας, ειργάσαντο δικαιοσύνην, επέτυχον επαγγελιών, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, έφυγον στόματα μαχαίρας, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, εγεννήθησαν ισχυροί εν πολέμω, παρεμβολάς έκλιναν αλλοτρίων». Αλήθεια, τι καλύτερο αποστολικό ανάγνωσμα θα μπορούσε να βρεθεί; Γι' αυτό αφέθηκε αυτό το ίδιο αποστολικό ανάγνωσμα στην ακολουθία της Κυριακής της Ορθοδοξίας για να μας υπενθυμίζει, ότι η Εκκλησία βιώνει πάντοτε σε όλους τούς αιώνες το μυστήριο του Σταυρού και της Αναστάσεως, σε μία συνεχή ανακύκλωση και επανάληψη. Η δοκιμασία διαδεχόταν από τον θρίαμβο και αυτός πάλι απ' την δοκιμασία. Αυτό γινόταν και προ της εικονομαχίας και μετά από αυτήν. Το ίδιο συνεχίζεται μέχρι τις ημέρες μας. Εκεί που φαίνεται να τρεμοσβήνει η φλόγα της αληθούς πίστεως, εκεί έξαφνα τα πάντα ανατρέπονται και αναζωπυρώνεται η Ορθοδοξία.
Μετά την εικονομαχία, ο Παπισμός, ο Βαρλααμητισμός και η Φραγκοκρατία επεχείρησαν να σβήσουν την Ορθοδοξία, η οποία όμως και πάλιν υπερίσχυσε. Και τούτο, χάρις τούς αγώνες των νέων Αγίων Τριών Ιεραρχών· Μ. Φωτίου, Αγίου Γρηγορίου Παλαμά και Μαρκου του Ευγενικού. Τα κατά Βαρλαάμ και Ακινδύνου και κατά Λατίνων γενικώτερα κεφάλαια προσετέθησαν έκτοτε στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας και διαβάζονται μετά την λιτάνευση των Ιερών εικόνων, εις έλεγχον αιώνιον των λατινοφρόνων! Επειτα και πάλι δοκιμασία, εξ ανατολών αυτήν την φορά. Η κατάκτηση του μεγαλύτερου μέρους των Ορθοδόξων χωρών από τούς Μωαμεθανούς, έγινε αφορμή για νέους αγώνες μαρτυρικούς. Και πάλιν η Ορθοδοξία επέζησε.
Τον περασμένο αιώνα νέες δοκιμασίες και διωγμοί συνετάραξαν όλον τον Ορθόδοξο κόσμο. Ο Αθεϊσμός έπρεπε να δοκιμάση δια πυρός και σιδήρου τις Σλαβικές χώρες για να αναδείξουν και αυτές νέους μάρτυρες και ομολογητές και να καταρρεύσει κι' αυτός μπροστά στα έκπληκτα μάτια της ανθρωπότητας.
Πριν όμως φύγη ο αθεϊσμός, η μάλλον, σχεδόν μόλις άρχισε να κυριαρχεί στα ανατολικά κράτη, νέα δοκιμασία για την Ορθοδοξία εμφανίσθηκε· η αίρεση του Οικουμενισμού.
Ολοι, λίγο-πολύ, έχουμε ακούσει για την ασθένεια αυτή που ονομάσθηκε η μάστιγα του περασμένου αιώνα· το Συνδρομο της Επίκτητης Ανοσολογικής Ανεπάρκειας, το γνωστό κοινώς από τα αρχικά της αγγλικής του ονομασίας· AIDS. Η μόλυνση από τον ιο του AIDS. προξενεί σταδιακή εξασθένηση, η εξουδετέρωση του ανοσοποιητικού συστήματος του οργανισμού (δηλαδή καταστρέφει την άμυνα του οργανισμού), με αποτέλεσμα ο άνθρωπος να είναι εκτεθειμένος σε κάθε είδους λοίμωξη, η και σε καρκίνο.
Λοιπόν, αυτό κάνει και ο Οικουμενισμός. Καταστρέφει το πνευματικό, ανοσοποιητικό σύστημα, και αφήνει τούς Χριστιανούς εκτεθειμένους σε κάθε είδους αίρεση. Γι' αυτό και λέγεται λίαν ευστόχως, Παναίρεσις του Οικουμενισμού. Προσβάλλει το ορθόδοξο κριτήριο, την μοναδικότητα της αποκεκαλυμμένης αλήθειας, θεωρεί ότι όλες οι αιρέσεις αλλά και οι θρησκείες ακόμη, έχουν στοιχεία της αληθείας και μπορούν να οδηγήσουν τον άνθρωπο στη σωτηρία. Αποπροσανατολίζει τον άνθρωπο από τον πραγματικό του προορισμό, την θέωση, και τον κατευθύνει σε άλλους στόχους.
Και η φθορά του Οικουμενισμού στην πνευματική μας άμυνα είναι σταδιακή και προοδευτική, όπως ακριβώς η επίδραση του ιού του AIDS. στην άμυνα του σωματικού μας οργανισμού. Πρώτα γίνεται ο προσβαλλόμενος οργανισμός φορέας και μετά εκδηλώνεται η νόσος σε κάποιο μικρό η μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ σε μερικές περιπτώσεις η νόσος εμφανίζεται άμεσα. Και ο Οικουμενισμός, συνήθως πρώτα προσβάλλει τον εκκλησιαστικό οργανισμό με τη μορφή του νεοημερολογιτισμού και σιγά-σιγά εξουδετερώνει την άμυνά του (την ορθόδοξη συνείδηση δηλαδή) έναντι των αιρέσεων. Υπάρχουν όμως και παραδείγματα εκδηλώσεων της νόσου του Οικουμενισμού με τρόπο άμεσο, δίχως την παρεμβολή του νεοημερολογιτισμού, όπως έγινε λ.χ. με τα σλαβικά Πατριαρχεία. Η εκδήλωση της νόσου του Οικουμενισμού γίνεται φανερή, από τις συχνές ανταλλαγές μηνυμάτων μεταξύ θρησκευτικών ηγετών, τις κοινές προσευχές, τις κοινές θρησκευτικές τελετές, τις κοινές διακηρύξεις και συμφωνίες, τις κοινές συνάξεις σε συνέδρια, συμπόσια ακόμη και κρουαζιέρες για συνομιλίες εν πλω και ο,τι άλλο κοινό μπορεί κανείς να φαντασθή, ούτως ώστε να εξουδετερωθή η ορθόδοξη συνείδηση των πιστών και να θεωρεί ότι δεν υπάρχει καμμία ουσιαστική διαφορά μεταξύ Ορθοδοξίας και αιρέσεως, Χριστιανισμού και Ιουδαϊσμού η Μωαμεθανισμού η Βουδδισμού. Ομως, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος· «τις δε κοινωνία φωτί προς σκότος; τις δε συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαλ; η τις μερίς πιστώ μετά απίστου;» (Β΄ Κορινθ. στ΄ 14-15). Παραλείπουμε δε εδώ την επιπρόσθετη αναφορά των ιερών κανόνων, οι οποίοι παραβιάζονται από αυτήν την συγκρητιστική συμπεριφορά για να μη γίνουμε κουραστικοί. Είναι λίγο-πολύ γνωστοί σε όλους εμάς άλλωστε. Είναι κοινή διδασκαλία όλων των αγίων Πατέρων ότι η Ορθοδοξία είναι η μόνη αλήθεια, ως αποκεκαλυμμένη άνωθεν και μη έχουσα καμμία σχέση με τις ανθρώπινες επινοήσεις που συνιστούν τις αιρέσεις και τα διάφορα θρησκεύματα. Αυτήν την αυτονόητη μέχρι τώρα αλήθεια, έρχονται οι οπαδοί του οικουμενισμού να αμφισβητήσουν στις ημέρες μας. Τούς δε ιερούς κανόνες, οι οποίοι τούς εμποδίζουν σ' αυτό, τούς χαρακτηρίζουν ως «τείχη του αίσχους» και «εντάλματα μίσους».
Ομως αυτά είναι τα τείχη, που οριοθετούν και προστατεύουν την Ορθοδοξία. Διότι ο ίδιος ο Κυριος μας λέγει στην παραβολή του αμπελώνος, ότι έβαλε όρια στην Εκκλησία Του «Ανθρωπός τις εφύτευσεν αμπελώνα και φραγμόν αυτώ περιέθηκε» (Ματθ. ΚΑ΄ 33). Οι νέοι φωστήρες του οικουμενισμού θέλουν την Εκκλησία «ξέφραγη» χάριν δήθεν της αγάπης! Γι' αυτό κατεδαφίζουν τούς φραγμούς και τα όρια. Ομως ακριβώς αυτό συνιστά πράξη μίσους και όχι αγάπης. Διότι αν δεν είναι διακριτά τα όρια μεταξύ αληθείας και πλάνης, πως οι εν πλάνη ευρισκόμενοι θα αναγνωρίσουν την αλήθεια και θα έλθουν ενδεχομένως σε συναίσθηση;
Βεβαίως διακηρύσσουν ενίοτε ότι οι ενέργειές τους γίνονται για να προσελκύσουν στην Ορθοδοξία τούς αιρετικούς. Ποιός όμως είναι ο καρπός των προσπαθειών τους επί τόσες δεκαετίες; Οι διάφοροι αιρετικοί ούτε καν πλησίασαν την Ορθοδοξία, μάλλον απομακρύνθηκαν περισσότερο απ' αυτήν και παρέσυραν και αυτούς (τούς εξ Ορθοδόξων Οικουμενιστές) μακρυά από την ορθοδοξία. Γι' αυτό ο Απόστολος Παύλος συνιστά· «αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, ειδώς ότι εξέστραπται ο τοιούτος και αμαρτάνει ων αυτοκατάκριτος» (Τιτ. Γ΄ 10-11), ο δε ευαγγελιστής της αγάπης Αγιος Ιωάννης ο Θεολόγος για τούς διδασκάλους της πλάνης λέγει· «ει τις έρχεται προς υμάς και ταύτην την διδαχήν ου φέρει μη λαμβάνετε αυτόν εις οικίαν και χαίρειν αυτώ μη λέγετε· ο γαρ λέγων αυτώ χαίρειν κοινωνεί τοις έργοις αυτού τοις πονηροίς» (Β΄ Ιωάν. 10-11). Οι Πατέρες της Εκκλησίας, έχοντας υπ' όψιν τα ανωτέρω, δεν έκαναν ατελείωτους διαλόγους με τούς αιρετικούς, εν είδει διαπραγματεύσεων για την επίλυση συνοριακής διαφοράς μεταξύ κρατών. Η αλήθεια της πίστεως είναι αδιαπραγμάτευτη αξία. Δεν είναι δυνατόν να επέλθη συμφωνία Ορθοδοξίας και αιρέσεων με αμοιβαίες υποχωρήσεις. Ο Αγιος Μαρκος ο Ευγενικός αναφέρει σχετικώς· «Δια ταύτα φευκτέοι οι της μεσότητα [=τον συμβιβασμό] ευαγγελιζόμενοι, ως ουδέν σταθερόν και ωρισμενον και βέβαιον διδάσκοντες, αλλ' ως κόθορνοι προς αμφοτέρας τας δόξας κατά το εκχωρούν προσφυόμενοι και επαμφοτερίζοντες» και σε επιστολή του προς τον Γεώργιον Σχολάριο (μετέπειτα Πατριάρχη Γεννάδιο)· «ουδέποτε δια μεσότητος τα εκκλησιαστικά διωρθώθησαν. Μεσον αληθείας και ψεύδους ουδέν εστίν. Αλλ' ώσπερ τον του φωτός έξω γενόμενον, εν τω σκότει είναι ανάγκη· ούτω τον της αληθείας μικρόν παρεκλίναντα, τω ψεύδει υποκείσθαι φαίωμεν (αποδεικνύουμε-φανερώνουμε) αληθώς». Αλλά, νομίζω, δεν χρειάζεται άλλη επιχειρηματολογία για κάτι που είναι αυτονόητο σε όποιον έχει κοινή λογική· τα όρια μεταξύ αληθείας και ψεύδους είναι διακριτά και υπαρκτά!...
«Ναι», θα μας πουν κάποιοι συντηρητικοί νεοημερολογίτες, «τον κίνδυνο του Οικουμενισμού τον βλέπουμε και εμείς. Εσείς, όμως, φύγατε από την Εκκλησία και δεν σταθήκατε να αγωνισθήτε, όπως εμείς, μέσα απ' αυτήν. Δεν έπρεπε να εγκαταλείψετε το πλοίο της Εκκλησίας την ώρα του κινδύνου».
Ομως τα πράγματα δεν είναι έτσι. Δεν εγκαταλείψαμε εμείς το πλοίο της Εκκλησίας. Αυτό που έγινε είναι, ότι κατά την διάρκεια του ταξιδιού, κάποιοι Αξιωματικοί του πληρώματος και μέρος των επιβατών έπαθαν ομαδική παράκρουση και έρριψαν εαυτούς στα ύδατα της αιρέσεως του οικουμενισμού. Εμείς, οι εναπομείναντες στο σκάφος, προθύμως περισυλλέγουμε όποιον ναυαγό συνέλθει και θελήσει να επανέλθει στο πλοίο. Δεν έχει σημασία το ότι οι εγκαταλείψαντες το πλοίο είναι περισσότεροι από τούς παραμείναντας. Αυτό που έχει σημασία είναι το να παραμείνουμε στο πλοίο της Ορθοδοξίας, σταθεροί στα όσα παρελάβαμε. Ενώ οι συντηρητικοί νεοημερολογίτες, ενώ λέγουν ότι αντιλαμβάνονται την παραφροσύνη του Οικουμενισμού, υπήκουσαν στο παράγγελμα των παραφρόνων αξιωματικών και εγκατέλειψαν την γνησιότητα της πίστεως χάριν της ενότητας και της υπακοής στούς οικουμενιστές ηγέτες τους.
Αλλο παράδειγμα μας φέρνουν οι ίδιοι. Ηλθαν κλέπτες στον οίκο της Ορθοδοξίας (οι αιρετικοί) και αντί να σταθούμε να αντιμετωπίσουμε τούς κλέπτες, βγήκαμε έξω και αρχίσαμε να πετροβολούμε τα παράθυρα και καλούμε όσους συνεχίζουν να αντιστέκονται να βγουν και αυτοί έξω.
Ομως και πάλι ατυχές το παράδειγμα. Διότι όχι μόνο δεν εγκαταλείψαμε το οίκημα στούς κλέπτες, αλλά από την αρχή και μέχρι σήμερα αντιμαχόμαστε τούς εισβολείς. Οταν όμως είδαμε κάποιους απ' τούς συγκατοίκους μας να ενδίδουν στούς κλέπτες και να τούς διευκολύνουν στην κατάληψη του οίκου της Ορθοδοξίας, τότε απομονώσαμε τα διαμερίσματα αυτών που ενέδοσαν, κτίζοντας έναν τοίχο ώστε να προστατευθεί τουλάχιστον ο δικός μας χώρος και να μπορούμε να αντιστεκόμαστε καλύτερα στούς εισβολείς.
Αλλά είναι δυνατόν εσείς οι λίγοι παλαιοημερολογίτες να έχετε την αλήθεια; Μονο εσείς είσθε οι πραγματικά Ορθόδοξοι και αυτοαποκαλείσθε μάλιστα Γνήσιοι Ορθόδοξοι; Πολύ συχνά ακούμε αυτό το επιχείρημα. Αν όμως η ποσότητα είναι το κριτήριο της αληθείας, τότε ούτε και αυτοί που μας υποβάλουν το ερώτημα είναι στην αλήθεια. Διότι πόσοι είναι οι νεοημερολογίτες και γενικώς οι εξ Ορθοδόξων οικουμενιστές σε σχέση με τα 6 δισεκατομμύρια περίπου ανθρώπων της Γης; Είναι 200, η το πολύ 300 εκατομμύρια και σε χώρες με υπογεννητικότητα. Τα υπόλοιπα συνεχώς αυξανόμενα 5,7 δισεκατομμύρια είναι Κομφουκιανιστές, Ινδουϊστές, Βουδδιστές, Μωαμεθανοί, Λατίνοι κ.λπ. Δεν είναι το πλήθος το κριτήριο της αληθείας. Την εποχή του κατακλυσμού μόνο μία οικογένεια ήταν αυτή η οποία πίστεψε στην αλήθεια και σώθηκε μέσα στην κιβωτό, ενώ το πλήθος των υπολοίπων ανθρώπων της Γης κατεπνίγη στα ύδατα. Λεγει και η Αγ. Γραφή «κρείσσον εις δίκαιος ποιών το θέλημα του Κυρίου η μύριοι παράνομοι» και το αψευδές στόμα του Κυρίου· «Μη φοβού το μικρόν ποίμνιον· ότι ευδόκησεν ο πατήρ υμών δούναι υμίν την βασιλείαν» (Λουκ. ΙΒ΄ 32) « Ωστε θεωρείτε τούς εαυτούς σας τούς μόνους Ορθοδόξους επί της Γης;» μας ερωτούν πάλι οι επιμένοντες στην καινοτομία αδελφοί μας. Εμείς τούς απαντούμε, ότι θεωρούμε την Εκκλησία μας, την Εκκλησία των Γ.Ο.Χ., ως την συνέχεια της μίας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας στον Ελλαδικό χώρο. Τι γίνεται στον υπόλοιπο κόσμο δεν μπορούμε με απόλυτη βεβαιότητα να γνωρίζουμε, διότι και ο Ζηλωτής Προφήτης Ηλίας θεωρούσε ότι είχε μείνει μόνος «μη κλίνων τω Βααλ» (Γ΄ Βασιλειών ΙΘ΄ 10, 18) όμως ο Θεός του απεκάλυψε ότι υπήρχαν 7.000 άνδρες οι οποίοι δεν είχαν προσκυνήσει τον Βααλ.
Ένα ακόμη επιχείρημα που ίσως ακούσουμε είναι ότι « Εστω, έχετε δίκαιο σε όσα λέγετε για τον οικουμενισμό, είναι σφάλμα. Αλλά καλύτερα να πλανώμεθα μέσα στην Εκκλησία παρά να ορθοφρονούμε έξω Αυτής». Επιχείρημα αμάρτυρο από τούς Πατέρες, και ενάντιο σε κάθε λογική. Διότι η Εκκλησία είναι η άμπελος η αληθινή, όπως λέγει η σχετική παραβολή. Και το κλήμα δεν καρποφορεί έξω από το αμπέλι της Εκκλησίας. Δεν μπορεί κάποιος να ορθοφρονεί εκτός Εκκλησίας και να πλανάται εντός αυτής. Μπορεί κάποιοι που δεν είναι ζωντανά μέλη της Εκκλησίας να πλανώνται, όχι όμως τα πραγματικά μέλη Της, που γνωρίζουν τον προορισμό τους και αγωνίζονται για την επίτευξή του με την βοήθεια του Χριστού· «Καθώς το κλήμα ου δύναται καρπόν φέρειν αφ' εαυτού, εάν μη μείνη εν τη αμπέλω, ούτως ουδέ υμείς εάν μη εν εμοί μείνητε. Εγώ ειμί άμπελος υμείς τα κλήματα· ο μένων εν εμοί, καγώ εν αυτώ ούτος φέρει καρπόν πολύν» ( Ιωάνν. ΙΕ΄ 5). Είναι φανερό ότι εάν κάποιος θεωρεί ότι πλανάται, τότε δεν είναι ενωμένος με τον Χριστό, άρα δεν είναι στην Εκκλησία. Αλλά και η μέχρι τώρα πράξη της Εκκλησίας μας διδάσκει ότι όταν οι πιστοί διεπίστωναν κάποιο πράγματι σφάλμα πίστεως (αίρεση) κηρυττόμενο δημοσίως από εκκλησιαστικό προεστώτα, τότε διέκοπταν κάθε εκκλησιαστική κοινωνία μαζί του, ακόμη και προ συνοδικής διαγνώμης. Οταν λ.χ. ο προκάτοχος του κ. Βαρθολομαίου Πατριάρχης Κων/λεως Νεστόριος διεκήρυξε την αίρεσή του ευθύς οι ευσεβείς κληρικοί και λαϊκοί της Κων/λεως διέκοψαν την εκκλησιαστική κοινωνία μαζί του. Δεν περίμεναν πρώτα την καταδίκη του· ούτε είπαν καλύτερα ενωμένοι στην Εκκλησία της Κων/λεως και σφάλλοντες, παρά έξω απ' αυτήν και ορθοφρονούντες! Η διακοπή του μνημοσύνου του αιρετίζοντος ήταν καθήκον για τον κάθε ορθόδοξο κληρικό. Και το καθήκον αυτό, στηρίζεται στον 31ο Αποστολικό Κανόνα, και διευκρινίζεται πλήρως στον γνωστό 15ο της ΑΒ΄ Συνόδου· ότι δεν πρέπει κανείς να διακόπτει εκκλησιαστική κοινωνία με την προϊσταμένη του εκκλησιαστική αρχή επικαλούμενος προσωπικά σφάλματα του προεστώτος του, πρέπει όμως να το πράττει, αν ο προεστώς του (ιερέας η επίσκοπος) σφάλλει αποδεδειγμένα ως προς την πίστη. Οταν, δηλαδή, κηρύττει δημοσίως αίρεση κατεγνωσμένη. Σε κάθε άλλη περίπτωση είναι επιβεβλημένη η υπακοή. Ακόμα και αν η προϊσταμένη μας εκκλησιαστική αρχή μας αδικήσει τιμωρώντας μας αδίκως. Ακόμη και τότε πρέπει να υπομείνουμε και να μη διακόπτουμε την εκκλησιαστική κοινωνία. Διότι, όταν δεν κινδυνεύει η πίστις πρέπει να έχουμε υπ' όψιν το ρητό «εν άλλοις πταίομεν και εν άλλοις κολαζόμεθα» και να εναποθέτουμε την δικαίωσή μας στον Θεο. Το να αναγνωρίζουμε όμως, ότι ο ποιμένας κηρύττει αίρεση και να τον μνημονεύουμε ως ορθόδοξο είναι εμπαιγμός και υποκρισία. Διότι ο αντι-οικουμενιστής νεοημερολογίτης κληρικός, όταν είναι στραμμένος προς τον λαο την ώρα του κηρύγματος μπορεί να στηλιτεύει την αίρεση του Οικουμενισμού, μόλις όμως κάνει μεταβολή και στραφεί προς τον Θεο δεόμενος, μνημονεύει τον κηρύττοντα την αίρεση αυτή ως ορθοτομούντα τον λόγον της αληθείας. Γεννάται το ερώτημα, ποιόν εμπαίζει, τον λαο η τον Θεο;
Αλλά, μπορεί να μας πει κάποιος, εσείς όταν διεκόψατε κοινωνία με την κρατούσα Εκκλησία ήταν μόνο το θέμα του ημερολογίου. Δεν ήταν αυτό θέμα πίστεως. Ο Οικουμενισμός προέκυψε εκ των υστέρων.
Η απάντηση είναι, ότι ο νεοημερολογιτισμός ήταν εντεγμένος στο σχέδιο του Οικουμενισμού. Το πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση αυτή. Αυτό έγινε ευθύς αντιληπτό από τούς ευσεβείς Χριστιανούς, οι οποίοι μόλις επεβλήθη η ημερολογιακή καινοτομία ανεφώνησαν «μας φραγκέψανε» και ξεκίνησε ο αγώνας για την αποτροπή της εκφραγκεύσεως της Ορθοδοξίας. Και ο αγώνας αυτός επευλογήθηκε από τον Θεο με την Γ΄ εμφάνιση του Τ. Σταυρού στον Υμηττό το 1925 και με μία παρόμοια εμφάνιση στο όρος του Κοφινα στην Κρήτη. Γι' αυτούς όμως που, όπως οι Ιουδαίοι «σημείον αιτούσι» για το θέμα του ημερολογίου, έχουμε το επαναλαμβανόμενο κατ' έτος θαύμα της ροής του αίματος στο Ιερό προσκύνημα του Αγ. Νικολάου εν Βουνένοις.
Το πάτριο εορτολόγιο είναι παράδοση της Εκκλησίας και για τον λόγο αυτό το τηρούμε δίχως να μας ενδιαφέρει η αστρονομική του ακρίβεια, όπως εσφαλμένα μας κατηγορούν. Μολις χθες σε άρθρο κάποιου έγκριτου Επιστήμονα σχετικά με το ημερολόγιο, ανεγνώσαμε μία παραπομπή του αρθρογράφου στην γνωστή διατριβή του κ. Χριστοδούλου Παρασκευαΐδη, η οποία περιέχει μία κραυγαλέα ανακρίβεια, η οποία οδηγεί τον συγγραφέα στο εσφαλμένο συμπέρασμα, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία παραβιάζει τον όρο της Α΄ Οικουμ. Συνόδου για τον υπολογισμό της εορτής του Πασχα, διότι δεν βασίζεται στην αστρονομικώς πραγματική εαρινή ισημερία, του Νεου Ημερολογίου, αλλά στην εσφαλμένη του Παλαιού. Ο κ. Χριστόδουλος αναφέρει· «αξιοσημείωτον τυγχάνει το γεγονός ότι η Α΄ Οικουμ. Συνοδος, θελήσασα να ορίση την ημέρα εορτασμού του Πασχα, δεν ώρισε μήνας και ημέρας του Ιουλιανού Ημερολογίου, αλλ' έθετο ως σταθεράν βάσιν του υπολογισμού την εαρινήν ισημερίαν, δηλαδή ώρισε τα κατά τον εορτασμόν ουχί ημερομηνιακώς, αλλ' αστρονομικώς και τούτο διότι το κανονικώς ενδιαφέρον δεν είναι η ημερομηνία, αλλ' η ισημερία». Λαθος κ. Χριστόδουλε· Το «κανονικώς ενδιαφέρον» της Α΄ Οικουμ. Συνόδου, δεν ήταν ούτε η ημερομηνία, ούτε η ισημερία, αλλά το «μη συνεορτάζειν το Πασχα μετά των Ιουδαίων» για λόγους κυρίως ποιμαντικούς. Η Α΄ Οικουμ. Συνοδος θεώρησε επιβλαβή τον συνεορτασμό του Πασχα των Χριστιανών με αυτό των Ιουδαίων, όπως ρητώς αναφέρουν οι σχετικοί κανόνες. Είναι ευνόητο ότι αν συνεορτάζαμε το Πασχα με τούς Ιουδαίους, θα έμοιαζε η Χριστιανική Εκκλησία σαν μία Ιουδαϊκή αίρεση. Ισως κάποιοι Χριστιανοί να υιοθετούσαν και άλλα στοιχεία της Ιουδαϊκής λατρείας και ακόμη, ίσως κάποιοι απλοϊκοί πιστοί να πήγαιναν και στις συναγωγές να εορτάσουν το Πασχα. Η Αγία Συνοδος όμως έθεσε φραγμό διαφοροποιήσεως. Η αναφορά στην ισημερία γίνεται, διότι το Πασχα των Ιουδαίων είναι την 14η ημέρα του μήνα Νισάν που είναι σεληνιακός. Αρχίζει με την νέα σελήνη και σε 14 ημέρες έχουμε Πανσέληνο. Ο Νισάν είναι ο πρώτος ανοιξιάτικος μήνας, και η άνοιξη αρχίζει την εαρινή ισημερία. Αρα 14 του μήνα Νισάν είναι η Πρώτη Πανσέληνος μετά την ισημερία. Την ισημερία όμως οι Ιουδαίοι την είχαν καθορίσει σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο 21 Μαρτίου. Οι Αγιοι Πατέρες γνώριζαν ότι το Ιουλιανό ημερολόγιο είχε κάποιο σφάλμα ως προς την μέτρηση του χρόνου, διότι ήδη από την εποχή του Ιουλίου Καίσαρος η Ισημερία είχε κατεβεί από τις 23 Μαρτίου στις 21. Παρ' όλα αυτά οι Αγ. Πατέρες δεν ώρισαν να παρατηρούμε αστρονομικώς πότε είναι ακριβώς η ισημερία και βάσει αυτής να εορτάζουμε το Πασχα, αλλά πότε οι Ιουδαίοι το εορτάζουν, ώστε εμείς πάντοτε την επομένη Κυριακή να επιτελούμε το Πασχα.
Αποδεικνύεται λοιπόν, ότι οι Αγιοι Πατέρες της Α΄ Οικουμ. Συνόδου κινήθηκαν ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση από τούς σημερινούς Οικουμενιστές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.