Η «Μυριόβιβλος» ή «Βιβλιοθήκη», γράφτηκε από τον Πατριάρχη Φώτιο τον Μέγα κατά πάσα βεβαιότητα κατά την διάρκεια των εξοριών του και περιέχει κρίσεις για 280 συγγραφείς της εκκλησιαστικής και της θύραθεν παιδείας και αποσπάσματα από έργα τους (στην πραγματικότητα 279, καθώς ο 89ος τίτλος έχει χαθεί).
Η «Βιβλιοθήκη» είναι αφιερωμένη στον αδελφό του Φώτιου Ταράσιο με σκοπό να μεταδώσει στον αδελφό του τις γνώσεις του από τα βιβλία που κατά καιρούς είχε διαβάσει, ώστε αυτός να παρηγορηθεί για την απουσία του Φώτιου στη Βαγδάτη.
Η Μυριόβιβλος είναι ουσιαστικά μια λογοτεχνική εγκυκλοπαίδεια, η οποία καλύπτει συγγραφείς τόσο της κλασικής αρχαιότητας όσο και της πρώιμης βυζαντινής περιόδου.Ο Φώτιος στο έργο του πραγματεύεται μόνον το περιεχόμενο των βιβλίων που έχει διαβάσει. Δεν αποπειράται να γράψει σχετικά με τους συγγραφείς τους ή τις διάφορες «σχολές» στις οποίες ανήκαν και δεν κάνει καμία προσπάθεια να είναι ούτε πλήρης ούτε συστηματικός.
Ωστόσο η συστηματικότητα του έργου προδίδει μακρόχρονη εργασία και κράτηση σημειώσεων από βιβλία που ο Φώτιος είτε είχε στην κατοχή του, είτε είχε πιθανόν δανειστεί. Το έργο πολλών από αυτούς τους συγγραφείς δεν σώθηκε μέχρι τις μέρες μας και έτσι μόνο χάρη στο Φώτιο έχουμε αποσπάσματα από τους Κτησία, Κόνωνα, Μέμνονα και τα χαμένα βιβλία του Διόδωρου.
Η «Βιβλιοθήκη» είναι αφιερωμένη στον αδελφό του Φώτιου Ταράσιο με σκοπό να μεταδώσει στον αδελφό του τις γνώσεις του από τα βιβλία που κατά καιρούς είχε διαβάσει, ώστε αυτός να παρηγορηθεί για την απουσία του Φώτιου στη Βαγδάτη.
Η Μυριόβιβλος είναι ουσιαστικά μια λογοτεχνική εγκυκλοπαίδεια, η οποία καλύπτει συγγραφείς τόσο της κλασικής αρχαιότητας όσο και της πρώιμης βυζαντινής περιόδου.Ο Φώτιος στο έργο του πραγματεύεται μόνον το περιεχόμενο των βιβλίων που έχει διαβάσει. Δεν αποπειράται να γράψει σχετικά με τους συγγραφείς τους ή τις διάφορες «σχολές» στις οποίες ανήκαν και δεν κάνει καμία προσπάθεια να είναι ούτε πλήρης ούτε συστηματικός.
Ωστόσο η συστηματικότητα του έργου προδίδει μακρόχρονη εργασία και κράτηση σημειώσεων από βιβλία που ο Φώτιος είτε είχε στην κατοχή του, είτε είχε πιθανόν δανειστεί. Το έργο πολλών από αυτούς τους συγγραφείς δεν σώθηκε μέχρι τις μέρες μας και έτσι μόνο χάρη στο Φώτιο έχουμε αποσπάσματα από τους Κτησία, Κόνωνα, Μέμνονα και τα χαμένα βιβλία του Διόδωρου.
Η εγκυκλοπαιδική αυτή συλλογή κριτικών και αποσπασμάτων περιλαμβάνει βιβλία γραμμένα μόνο στην ελληνική γλώσσα, απουσιάζουν συγγράμματα γραμμένα στα λατινικά. Είναι ασφαλώς άξιο λόγου να αναφερθεί ότι ο Φώτιος δεν ασχολείται ιδιαίτερα ούτε με τον Ηρόδοτο ούτε με τον Θουκυδίδη, για τον οποίο απλά αναφέρει, στο τμήμα του βιβλίου του Δίωνος Κασσίου ότι ο δεύτερος ήταν μιμητής του πρώτου.
Αντίθετα, κάνει εκτενή αναφορά στα έργα του Κτησία, του οποίου τα έργα θεωρούνται χαμένα και οι 13 σελίδες των αναφορών και των κριτικών του Φωτίου σε αυτόν είναι πολύτιμες ως πηγή. Αντίστοιχα, δεν υπάρχει εκτενής αναφορά στον Ξενοφώντα, παρά μόνον εκεί που αναφέρεται ο Αρριανός ως μιμητής του.
Αντίθετα, κάνει εκτενή αναφορά στα έργα του Κτησία, του οποίου τα έργα θεωρούνται χαμένα και οι 13 σελίδες των αναφορών και των κριτικών του Φωτίου σε αυτόν είναι πολύτιμες ως πηγή. Αντίστοιχα, δεν υπάρχει εκτενής αναφορά στον Ξενοφώντα, παρά μόνον εκεί που αναφέρεται ο Αρριανός ως μιμητής του.
Η ακριβής χρονολογία συγγραφής του έργου παραμένει ακόμη υπό διερεύνηση. Το γεγονός ότι οι αναφορές στο έργο του Φωτίου είναι από ελάχιστες ως ανύπαρκτες κατά τον 10ο αιώνα, περιορίζει τις δυνατότητες ακριβούς προσδιορισμού της. Έτσι, οι ερευνητές είναι αναγκασμένοι να ανατρέχουν στο ίδιο το έργο. Πράγματι, είναι καθοριστικός ο πρόλογος που συγγράφει ο Φώτιος στο έργο του, καθώς εκεί μνημονεύεται η «Πρεσβεία προς τους Ασσυρίους» (εννοεί τους Άραβες), συνεπώς το έργο δεν μπορεί να γράφηκε πριν από αυτήν. Οι παλαιότερες προσπάθειες χρονολόγησης του έργου με βάση αυτό τον πρόλογο είχαν στηριχτεί σε συλλογισμούς που σήμερα κρίνονται αβάσιμοι.
Αναθεώρησή της έκανε πρώτη η Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ, η οποία βασίστηκε στην παραδοχή ότι χρονολογία γεννήσεως του Φωτίου δεν ήταν το 820 αλλά το 810 και συνδύασε στοιχεία τόσο από τον πρόλογο όσο και το οικογενειακό περιβάλλον του Φωτίου και την κατάσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας εκείνη την περίοδο.
Ο πρόλογος περιέχει την φράση που προαναφέρθηκε («…ηγαπημένω αδελφώ Ταρασίω…»), η οποία αποτελεί, κατά τον Μαρκόπουλο, ένδειξη ότι η Μυριόβιβλος πρέπει να γράφηκε κατά την περίοδο 842 – 858, δηλαδή προτού ο Ταράσιος λάβει το αξίωμα του Πατρικίου, διαφορετικά ο αδελφός του θα τον προσφωνούσε «πατρίκιον και ηγαπημένον αδελφόν». Πιθανότατα η Μυριόβιβλος ήταν για τον Φώτιο «κείμενο εν εξελίξει», καθώς φαίνεται να ασχολήθηκε με αυτήν σε πολλές περιόδους της ζωής του και προσέθετε σε αυτήν κατά περίπτωση νέους κώδικες (βιβλία).
Ο Φώτιος στη Μυριόβιβλο κρίνοντας τα έργα στα οποία αναφέρεται, παίρνει πάντοτε θέση ως προς το περιεχόμενό τους, τα εγκρίνει ή τα επικρίνει. Ωστόσο στα κοσμικά έργα, το ενδιαφέρον του είναι κυρίως λογοτεχνικό, καθώς αναζητά προτερήματα και ελαττώματα στη μορφή τους. Οι ηθικές κρίσεις που διατυπώνει, γίνονται πάντα σε συνάρτηση με τις χριστιανικές επιταγές της εποχής.
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι η πρώτη παρατήρησή του για το Αιθιοπικόν του Ηλιόδωρου ήταν ότι ο συγγραφέας χειρίζεται τη δραματική του ιστορία «με το ύφος που της αρμόζει». Ξεχειλίζει απλότητα και γλυκύτατα, σημειώνει ο Φώτιος για τον Ηλιόδωρο και τον δικαιολογεί ακόμα για τη χρήση υπερβολικών λέξεων με μεταφορική σημασία αφού αυτές «είναι σαφείς και με ενάργεια δηλώνουν το προκείμενο θέμα».
Ωστόσο τι αναζητούν οι βυζαντινοί λόγιοι στα αρχαία κείμενα; Γλωσσικά πρότυπα. Η γραπτή γλώσσα που χρησιμοποιούσαν τότε στο Βυζάντιο ήταν εντελώς ακαλλιέργητη, καθώς προερχόταν από μία περίοδο μεγάλης ύφεσης και έπρεπε να αποκτήσει ξανά επαφή με τις ρίζες της στην αρχαία ελληνική γραμματεία. Το περιεχόμενο της Αρχαίας Γραμματείας δεν φόβιζε τον Φώτιο και τους λόγιους. Εξέλειπαν πλέον οι «εθνικοί / ειδωλολάτρες», που έθεταν σε κίνδυνο το δόγμα. Δεν υπήρχε πια απειλή από το παρελθόν αλλά μόνο, σύμφωνα με την Φώτιο, απειλή από τους Λατίνους που ήθελαν να διεισδύσουν στα Βαλκάνια. Με την υιοθέτηση ξανά της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας από το Βυζάντιο, ορθωνόταν ένα ανάχωμα στους Δυτικούς.
Με τη Μυριόβιβλο ο Φώτιος παρέδιδε – τυπικά στον αδελφό του αλλά ουσιαστικά στην Ιστορία – μία λογοτεχνική εγκυκλοπαίδεια με το προσωπικό του αισθητήριο. Επρόκειτο για ένα έργο αναφοράς για σχολική χρήση ή, το πιθανότερο, για έναν οδηγό προς τους ανθρώπους της εποχής του με συστάσεις για ανάγνωση έργων ή αποτροπές από την ανάγνωση άλλων. Ο Φώτιος δεν εξαίρεσε μέτρια ή «ακατάλληλα» έργα. Μπορεί για τα τελευταία να μην παραδίδει περιλήψεις (όπως για το έργο του Τάτιου), αλλά δε διστάζει να τα συμπεριλάβει στην λογοτεχνική του εγκυκλοπαίδεια ως έργα της Ελληνικής παράδοσης, μίας παράδοσης που οι Βυζαντινοί ήθελαν να ενεργοποιήσουν, να μελετήσουν, να αναδείξουν, να μιμηθούν (ίσως για να δημιουργήσουν αντίστοιχης αξίας έργα), ώστε να εμφανιστούν ως γνήσιοι συνεχιστές της.
«Ουμανιστής φιλόλογος» ή δημιουργός τους «βυζαντινού κλασικισμού», ο Φώτιος με τη Βιβλιοθήκη του, έσωσε από την καταστροφή σημαντικά κείμενα της αρχαιότητας και σηματοδότησε τη συμφιλίωση των Βυζαντινών με τον Ελληνικό πολιτισμό, φυτεύοντας το σπόρο του «ελληνορθόδοξου πολιτισμού» που αιώνες αργότερα θα γίνει ο εθνικός αυτοπροσδιορισμός του νεοελληνικού κράτους
.
choratouaxoritou.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.