Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσερχομένου τοῦ ᾿Ιησοῦ εἴς τινα κώμην ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν πόρρωθεν, καὶ αὐτοὶ ἦραν φωνὴν λέγοντες· ᾿Ιησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς. Καὶ ἰδὼν εἶπεν αὐτοῖς· Πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν. Εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψε μετὰ φωνῆς μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν, καὶ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ· καὶ αὐτὸς ἦν Σαμαρείτης. ᾿Αποκριθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· Οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος; Καὶ εἶπεν αὐτῷ· ᾿Αναστὰς πορεύου· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε.
Η κάθαρση των λεπρών προβάλλεται ως τύπος της πνευματικής καθάρσεως. Γιατί όλοι εμείς ήμασταν λεπρωμένοι, μέχρι που ο Κύριος παρέλαβε την φύση μας και την ελευθέρωσε από την καταδίκη. Ο ευγνώμων από τους δέκα θεραπευθέντες εκπροσωπεί την επιστροφή των Εθνικών, ενώ οι εννέα αγνώμονες είναι οι Ιουδαίοι. Ο ομιλητής παρουσιάζει τον Θεό ως ειρηνάρχη, και τον εαυτό του ως επιστάτη της ειρήνης. «Ταύτης γαρ ένεκα της ειρήνης και ημείς επέστημεν υμίν τη Εκκλησία Χριστού, διάκονοι της αυτού κληρονομιάς και χάριτος». Κλείνει με προτροπή να μη εκπέσομε από την πατρική ευχή ούτε και να απορρίψομε την κληρονομιά του ουράνιου Πατέρα, για να μη χάσομε και την υιοθεσία και την ευλογία και αποκλεισθούμε από τον πνευματικό νυμφώνα.
και προς τον εαυτό μας και μεταξύ μας
Όλα τα του παλαιού νόμου ήταν συμβολικά και τυπικά και σκιώδη· γι’ αυτό ο νόμος αυτός θεωρούσε και τη λέπρα εφάμαρτη και μιαρή και αποτρόπαια και ονόμαζε ακάθαρτους τους λεπρούς και τους γονορρυείς και εκείνους γενικά που τους άγγιζαν καθώς και εκείνους που άγγιζαν κάθε νεκρό σώμα, υποδεικνύοντας με αινίγματα την ακαθαρσία εκείνων που αμάρταναν στον Θεό και αυτών που συνέπρατταν με αυτούς και συναναστρέφονταν αυτούς. Και με τους λεπρούς βέβαια υπαινισσόταν τους δολερούς και πανούργους, τους θυμώδεις και μνησίκακους· γιατί όπως η λέπρα καθιστά τραχύ και ποικιλόχρωμο το δέρμα του σώματος, έτσι ο δόλος και η πονηριά και ο θυμός και η οργή καθιστούν ποικίλο και τραχύ το λογιστικό της ψυχής. Με τους λεπρούς λοιπόν υποδήλωνε τα τέτοια πάθη της ψυχής που ήταν πολύ βαρύτερα από τη λέπρα, με τον γονορρυή τον ασελγή, ενώ με εκείνους που εγγίζουν νεκρό σώμα ο νόμος εκείνος ονόμαζε ακάθαρτους εκείνους που σύμφωνα με οποιοδήποτε τρόπο επικοινωνούσαν ή και συναναστρέφονταν τους αμαρτωλούς.