Οι Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη οι Ισαπόστολοι τιμόνται στις 21 Μαΐου
Ο Μέγας Κωνσταντίνος
Γέννηση και καταγωγή
Ο Μέγας Κωνσταντίνος γεννήθηκε το 274 μ.Χ.
εις την Ναϊσόν ή Νίσσαν της Μοισίας, περιοχή δηλαδή της σημερινής
Νοτιοσλαβίας ή Κεντρικής Σερβίας.Μητέρα του ήταν η ευσεβέστατη χριστιανή Αγία Ελένη, της οποίας η μνήμη εορτάζεται την 21η Μαΐου από κοινού με τον υιό της, τον Άγιο Κωνσταντίνο.
Τόπος γεννήσεως της Αγίας μητέρας του αναφέρεται το Δράπανο της Βιθυνίας, που λέγεται σήμερα Γιάλοβα και που στην εποχή του ο Μέγας Κωνσταντίνος
είχε μετονομάσει ο ίδιος, προς τιμήν της, εις Ελενόπολιν.
Πατέρας του Άγιου ήταν ο Κωνστάντιος ο Α΄, ο ονομαζόμενος Χλωρός, δια την χλωμότητα του προσώπου του. Η Ιλλυρία, που είναι η σημερινή βορειοδυτική
περιοχή της Βαλκανικής χερσονήσου η περιβρεχόμενη δυτικά από την Αδριατική θάλασσα, ήταν η πατρίδα του πατέρα του.
Οι πεποιθήσεις της Ελένης
Η ίδια επηρέασε και τον γιό της Κωνσταντίνο. Προσπάθησε να του μεταδώσει την πίστη του Χριστού και να φέρεται με συμπάθεια στους χριστιανούς, στη θρησκεία Του και στην
Εκκλησία.
Ο Διοκλητιανός διόρισε Καίσαρα στη Δύση τον Κωνστάντιο τον Χλωρό, τον πατέρα του Μ. Κωνσταντίνου. Στον Κωνστάντιο παρεχώρησε τα δυτικότατα μέρη
της αυτοκρατορίας ήτοι την Γαλατία (Γαλλία) την Βρετανία και την Ισπανία.
Οι νόμοι τότε επέβαλαν, για να ανέβει κανείς εις τα υψηλά αξιώματα, να έχει σύζυγο από ευγενή και επίσημη οικογένεια.
Στη βιογραφία του Κωνσταντίνου αναφέρεται, ότι οι γονείς χώρισαν με κοινή συμφωνία. Τούτο έγινε διότι:
Πρώτον. Ο Κωνστάντιος μόλις έγινε Καίσαρ θα διευκόλυνε τους χριστιανούς των μεγάλων επαρχιών του.
Δεύτερον. Η άνοδος του άνοιγε τον δρόμο στο αξίωμα του Αυγούστου, δηλαδή του αυτοκράτορα, που τόση μεγάλη σημασία θα είχε για τους χριστιανούς.
Τρίτον. Για τον γιό τους Κωνσταντίνο, που συγκέντρωνε τόσες ελπίδες. Για όλα αυτά η Ελένη δέχθηκε αυτήν την θυσία. Πόση, όμως, θλίψη και στενοχώρια θα πέρασε.
Πόσο ταπεινώθηκε! Χρειαζότανε γενναία ψυχή για ν’ αντέξει. Το υπέμεινε, όμως, διότι ήταν χριστιανή καταρτισμένη με την σκέψη, ότι θα συντελέσει στο να βοηθηθεί
η πίστης των χριστιανών με αυτόν τον τρόπον.
Ο Διοκλητιανός κράτησε όμηρο τον Κωνσταντίνο, για περισσότερη ασφάλεια ώς εγγύηση, δεν θα πολεμούσε εναντίον του.
Ο Κωνσταντίνος, λοιπόν, κρατείται ως όμηρος εις τα ανάκτορα του Διοκλητιανού και εν συνεχεία του Γαλερίου στη Νικομήδεια της Μ. Ασίας. Εκεί διέρχεται την νεότητά του
και του δίνεται η ευκαιρία να θαυμάσει την γενναιότητα των χριστιανών στους βάρβαρους διωγμούς, που εξαπέλυσαν τότε οιαυτοκράτορες εναντίον τους.
Ο Κωνσταντίνος μεγάλωνε στην ηλικία, μεγάλωνε όμως και στη ρωμαλεότητα. Κανένας δεν μπορούσε να παλέψει με αυτόν. Η εξυπνάδα, και η ωραιότατης του προκαλούσαν
τον φθόνο των τυράννων. Η ανησυχία τους, για την δύναμη, τη δεξιοτεχνία και τη δραστηριότητα του Κωνσταντίνου τους έβαλε σε ανησυχία. Ερώτησαν μάλιστα
και το Μαντείο του Απόλλωνα προκειμένου να μάθουν, για την εξέλιξη του. Και εκείνο, Θεού επιτρέποντας, απάντησε, ότι θα κυριεύσει τον κόσμο ολόκληρο
και ανακηρύξει τη θρησκεία του Χριστού επίσημη θρησκεία του Κράτους. Αϊ ! λοιπόν από τότε τον μίσησαν πιο πολύ και ζητούσαν ευκαιρία να τον εξοντώσουν.
Προσπαθούν να τον εξοντώσουν
Ο Κωνστάντιος, ο πατέρας του, αρρώστησε εν
τω μεταξύ και ζήτησε από τον Γαλέριο να επιτρέψει στο γιό του να τον
επισκεφθεί. Του το επέτρεψε, αλλά σχεδίαζεκαθ’ οδό να τον εξόντωσει Ευτυχώς, όμως, ο Κωνσταντίνος ξεφεύγει την νύκτα και πηγαίνει στον πατέρα του. Ο πατέρας, που ήταν εις τας δυσμάς του βίου του,
τον δέχθηκε με μεγάλη χαρά. Η χαρά του Κωνσταντίου, που είδε τον γιό του, ήταν απερίγραπτη. Άλλωστε ήταν ο κατάλληλος καιρός, να τον ορίσει διάδοχο του.
Ο Κωνστάντιος από τον δεύτερον γάμο του είχε, βεβαίως, αποκτήσει και άλλους τρεις γιούς; Τον Δαλμάτιο, τον Αννιβαλιανό και τον Κωνστάντιο, τον πατέρα του
Ιουλιανού του παραβάτου.
Ανακηρύσσεται Αύγουστος
Τις τελευταίες στιγμές της ζωής του ο Κωνστάντιος παραδίδει τα σκήπτρα της βασιλείας εις τον υιό του Κωνσταντίνο. Περί τα μέσα του 306 πεθαίνει ο Κωνστάντιος.
Τότε ο στρατός, οι ρωμαϊκές λεγεώνες, που ήταν αφοσιωμένος στον πατέρα του, είδαν στον νέον εκείνον τον αντάξιο διάδοχο του Κωνσταντίου. Γι αυτό μετά από λίγο,
στις 25 Ιουλίου 306, ανακήρυξαν τον Κωνσταντίνο εις το Εβόρακο (Υόρκην) της Βρετανίας Αυτοκράτορα Αύγουστο της Δύσεως. Ήταν τριάντα δύο ετών.
Την ανάδειξη του Κωνσταντίνου σε αυτοκράτορα με κανένα τρόπο δεν την ήθελε ο Γαλέριος Μαξιμιανός. Επιθυμούσε να κρατήσει, για τον εαυτόν του, ένα μέρος της βασιλείας.
γι αυτό δεν ανεγνώρισε ως Αύγουστο τον Κωνσταντίνο παρά μόνο ως Καίσαρα. Ο Κωνσταντίνος νυμφεύσει ακολούθως την Μινερβίνα, από την οποίαν απέκτησε τον Κρίσπο.
Συμφωνία με Μαξιμιανό και Μαξέντιο
Ο Μαξιμιανός και ο Μαξέντιος έκαναν συμφωνία με τον Κωνσταντίνο, αυτοί μεν να μένουν στη Ρώμη, εκείνος δε στα δυτικά μέρη, όπου βασίλευε προηγουμένως ο πατέρας του.
Ο Κωνσταντίνος επειδή εν τω μεταξύ είχε διαζευχθεί την πρώτη σύζυγο του Μινερβίνα, έλαβε για δεύτερη γυναίκα του την θυγατέρα του Μαξιμιανού, Φαύστα.
Εκείνη ήταν μεν ωραιότατη νέα, αλλά πονηρότατη και κακότροπη, σαν τον πατέρα της...
Μετά την συμφωνία η ειρήνη και η ησυχία αποκαταστάθηκαν και όλοι την χαίρονταν. Ο Κωνσταντίνος ασφάλισε με ραγδαίες στρατιωτικές επιχειρήσεις τις επαρχίες
της διοικήσεώς του. Εσωτερικά έλαβε σπουδαιότατα μέτρα. Εμψύχωσε και προστάτευσε την γεωργία. Μείωσε τους φόρους. Ανοικοδόμησε πόλεις. Κυβέρνησε ευεργετικά
και πατρικά. Προστάτεψε τους χριστιανούς, περισσότερο από τον πατέρα του.
Τότε ο Ερκούλιος Μαξιμιανός ήλθε σε ρήξη με τον γιό του και συμβασιλέα Μαξέντιο και κατέφυγε στον γαμπρό του Κωνσταντίνο. Επιδόθηκε σε μηχανορραφίες
κι επιχείρησε να εξεγείρει τον στρατό εναντίον του Κωνσταντίνου! Ο Κωνσταντίνος όμως κρατούσε στον απόλυτο έλεγχο την κατάσταση και διέταξε τότε την φυλάκιση του.
Εν τω μεταξύ ο Γαλέριος Μαξιμιανός της Ανατολής αποφάσισε να εκδιώξει από την εξουσία και τον Μαξέντιο και τον Κωνσταντίνο. Συγκέντρωσε προς τούτο πολυάριθμο στρατό
και βάδισε εναντίον της Ιταλίας. Ο Μαξέντιος όμως του έστησε παγίδα, στην οποίαν έπεσε και τον κατέστρεψε. Υπεχώρησε όμως και ανασυνέταξε τις δυνάμεις του.
Θέλησε τότε να τα βάλει με τον Κωνσταντίνο. Ήταν βέβαιος, ότι θα τον νικούσε τον Κωνσταντίνο, διότι είχε ρωτήσει τους μάντεις, καιτους ιερείς των ειδώλων, οι όποιοι του είπαν,
ότι έμελλε να τον νικήσει εις τον πόλεμο. Του είπαν όμως ψέματα.
Διότι όταν συναντήθηκαν τα δύο στρατεύματα είδαν οι στρατιώτες του Γαλερίου τον τίμιο Σταυρόν φωτεινό και προπορευόμενοι του στρατεύματος του Κωνσταντίνου.
Δεν μπορούσαν να υποφέρουν την λάμψη Του. Οι σταυροφόροι στρατιώτες του Μ. Κωνσταντίνου τους κατέκοψαν κυριολεκτικά.
Στη Ρώμη μόνος αυτοκράτωρ έμεινε ο Μαξέντιος. Σκέπτονταν δε πώς θα εξοντώσει και τους άλλους βασιλείς, για να γίνει αυτός μονοκράτωρ. Οι Ρωμαίοι τότε
ήταν δυσαρεστημένοι από την τυραννία του Μαξεντίου κι έγραψαν στον Κωνσταντίνο, του οποίου άκουγαν την καλοσύνη, τα ανδραγαθήματα και την χρηστή διοίκηση,
να έλθει να τους ελευθέρωση.
Ο Κωνσταντίνος εισέβαλε στην Ιταλία με 50 χιλιάδες στρατού ενώ ο στρατός του Μαξεντίου ήταν τριπλάσιος.
Ανέβηκε σε ένα ύψωμα και παρατηρούσε λυπημένος το πολύ στράτευμα του εχθρού και συλλογιζότανε, πώς θα μπορούσε να το νικήσει με τις λιγότερες δικές του δυνάμεις.
Τότε έγινε το θαύμα. Είδε δράμα θειο. Είδε στον ουρανό τον Τίμιο Σταυρόν. Μέχρι τότε συμπαθούσε μεν τους χριστιανούς ο Κωνσταντίνος και δεν τους εδίωκε,
ήταν όμως ακόμη Εθνικός ειδωλολάτρης. Τώρα στρέφεται ολόψυχα νοερά προς τον Θεό των χριστιανών. Τώρα συγκλονίζεται από το δράμα και πλημμυρίζει από αγάπη
για τους χριστιανούς. Άλλωστε αρκετό μέρος του στρατού του το αποτελούσαν οι χριστιανοί.
Βλέπει δηλ. το καταμεσήμερο στον Ουρανό ένα φωτεινό Σταυρόν από λαμπερά αστέρια και τις λέξεις Εν τούτω νίκα. Το σημείον το είδαν αξιωματικοί και στρατιώτες
και το θεώρησαν, ως θεία επιταγή.
Την νύκτα φάνηκε στον ύπνο του ο Χριστός μαζί με το σημείον, που είδε στον Ουρανό, ο όποιος του είπε:
—Σήκω και κάμε ένα Σταυρόν, όπως τον είδες. Βάσταζέ τον εις τους πολέμους, και θα νικάς.
Πράγματι! Την άλλη μέρα κατασκεύασε ένα αργύρου Σταυρόν όπως ακριβώς τον είδε στον ουρανό. Αυτόν δε τον Σταυρόν τον κρατούσαν πάντοτε μπροστά στο στράτευμα.
Κάλεσαν, έπειτα χριστιανούς ιερείς και τους ρώτησε ποιος είναι ο Θεός, που του φανερώθηκε και φανερώνει το φανέν σημείο. Εκείνοιαπό αυτό έλαβαν αφορμή να τον
πληροφορήσουν περί του χριστιανισμού. Έχοντας πλέον πεποίθηση ο Κωνσταντίνος, ότι με την δύναμη του Θεού των χριστιανών καιτου σημείου του σταυρού θα νικήσει,
όρμησε με πίστην ακράδαντο κατά του Μαξεντίου, και τον κατανίκησε.
Ήταν η 26η Οκτωβρίου του 312.
Έστησε τότε εις την αγορά της Ρώμης ο Κωνσταντίνος τον αδριάντα του. Κρατούσε στο δεξί του χέρι το σωτήριο του Σταυρού σημείο, που έφερε την εξής επιγραφή:
«ΤΟΥΤΩ ΤΩ ΣΩΤΗΡΙΩΔΕΙ ΣΗΜΕΙΩ ΤΩ ΑΛΗΘΕΙ ΕΛΕΓΧΩ ΤΗΣ ΑΝΔΡΕΙΑΣ ΤΗΝ ΠΟΛΙΝ ΗΜΩΝ ΖΥΓΟΥ ΤΥΡΑΝΝΙΚΟΥ ΔΙΑΣΩΘΕΙΣΑΝ ΗΛΕΥΘΕΡΩΣΑ , ΕΤΙ ΜΗΝ
ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΥΓΚΛΗΤΟΝ ΚΑΙ ΤΟΝ ΔΗΜΟΝ ΡΩΜΑΙΩΝ ΤΗ ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΛΑΜΠΡΟΤΗΤΙ ΕΛΕΥΘΕΡΩΣΑΣ ΑΠΕΚΑΤΕΣΤΗΣΑ».
Έτσι, λοιπόν, κατασκεύασε η πρώτη χριστιανική Σημαία. Ο Κωνσταντίνος είχε μεγάλη τιμή να γίνει ο πρώτος χριστιανός βασιλεύς και βασιλικός προστάτης της χριστιανικής
πίστεως.
Ο ευσεβής και θεοσκεπής βασιλεύς διέταξε και έστησαν τον Τίμιο και ζωοποιό Σταυρόν εις τα κεντρικότερα μέρη της Ρώμης. Ερεύνησε με προσοχή και βρήκε τα τίμια λείψανα
των Άγιων Μαρτύρων, που βασανίστηκαν και πέθαναν για την πίστην του Χριστού και τα όποια ενεταφίασε με τις πρέπουσες τιμές. Επίσης ελευθέρωσε τους φυλακισμένους
χριστιανούς κι επανέφερε τους εξόριστους.
Οι πρώτοι καρποί της νίκης φάνηκαν εις τον ορίζοντα. Τον Ιανουάριο του 313 εις το Μιλάνο έγιναν οι γάμοι της αδελφής τους Κωνσταντίνου με τον βασιλέα της Ανατολής Λικίνιο
Ο τελευταίος υποσχέθηκε εις τον Κωνσταντίνο, ότι εις το έξης δεν θα εδίωκε τους χριστιανούς. Τότε από κοινού εξέδωσαν το περίφημο διάταγμα ανεξιθρησκίας και ελευθερίας
της συνειδήσεως. Είναι γνωστότατο εις την Εκκλησιαστική Ιστορία ως Έδικτον (Διάταγμα) τον Μεδιολάνο, του σημερινού Μιλάνου. Το διάταγμα τούτο ανεγνώριζε την Εκκλησία,
ως οργανισμό αυτόνομο και ενοποίησε την θέση της εις το Κράτος. Εις τους χριστιανούς δίδεται απόλυτος ελευθερία να λατρεύουν τον Χριστό, να ανεγείρουν ναούς, να τελούν
ελεύθερα τις θρησκευτικές τους τελετές και τα καθήκοντά τους τα θρησκευτικά.
Διέταξε π.χ. να της αποδώσουν τους ναούς της, τα νεκροταφεία και τα κτήματα της. Στην ειδική του περιοχή, στη Δύσι έδωκε πολλά προνόμια στον χριστιανικό κλήρο
και βοήθησε από το Δημόσιο Ταμείο την ανέγερση χριστιανικών Ναών. Ο ίδιος έκτισε ναό αφιερωμένο στο Σωτήρα Θεό, του οποίου το σχήμα σχεδίασε ο ίδιος ο βασιλεύς.
Γι αυτό επεκράτησε να λέγεται και Βασιλική.
Ο Κωνσταντίνος, από τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του, θέσπισε τα εξής χριστιανικά νομοθετήματα.
1. Κατήργησε την σταύρωση, που ήταν η συνηθισμένη θανατική ποινή των δούλων της Ρωμαϊκής εποχής.
2. Απαγόρευσε να στιγματίζονται οι καταδικαζόμενοι με ατιμωτικά σημεία στο πρόσωπο τους.
3. Κατήργησε τους αγώνας των μονομαχιών.
4. Κήρυξε έγκυρη την απελευθέρωση δούλων, άνευ πολύπλοκων τυπικών διατάξεων.
5. Χορήγησε διατροφή εκ του Δημοσίου Ταμείου ή του Αυτοκρατορικού, για συντήρηση φτωχών οικογενειών, ώστε να μη εκθέτουν ή πωλούν τα παιδιά τους, όπως ήτανε τότε
η συνήθεια.
6. Κήρυξε ένοχους ανθρωποκτονίας τους κυρίους, των οποίων ή κακούργος μεταχειρίσεις επέφερε τον θάνατον εις τον δούλο τους.
7. Απαγόρευσε στους ενοικιαστές δημοσίων κτημάτων να χωρίζουν άνδρες από τις γυναίκες τους, γονείς από τα παιδιά τους, αδελφούς από αδελφούς,
η δε αρχή αυτή βαθμηδόν επεξετάθει σε όλους τους δουλοπάροικους οιωνδήποτε ακινήτων.
8. Κατήργησε τις ποινές εναντίον της αγαμίας και της χηρείας, αναγνώρισε την ελευθερία της προσωπικής καταστάσεως.
9. Διά σειράς νόμων ανεγνώρισε νομικό πρόσωπον την Εκκλησία και την συνέδεσε με σχέσεις επίσημες με το κράτος. Κήρυξε ακόμη έγκυρους τας υπέρ αυτής διαθήκες.
10. Παρεχώρησε εις τους επισκόπους δικαστική δικαιοδοσία και επί υποθέσεων μικτής φύσεως, εκκλησιαστικής και αστικής.
11. Εις τας 3 Ιουλίου του 321 θέσπισε νόμο υπέρ της Κυριακής αργίας.
12. Χάραξε επί των νομισμάτων τον Ελληνικό Σταυρόν, με τους ίσους βραχίονας.
13. Πολλοί από τους νόμους του απηυθύνοντο προς τους επισκόπους. Μερικοί δε και εξηγέρθησαν δι’ επαρχιακών Συνόδων.
Όλη αυτή η συμπεριφορά του Κωνσταντίνου ευνοούσε τον Χριστιανισμό και συγκλόνιζε, έμμεσα βέβαια, το σαθρό οικοδόμημα της ειδωλολατρίας.
14. Εφήρμοσε επίσης και παλαιές αυτοκρατορικές διατάξεις, διά των οποίων απαγορεύονται μαγείες και μαγγανείες. Οι ειδωλολάτρες ιερείς είχαν συμφέρον
και προσπάθησαν να ματαιώσουν τις διατάξεις. Εκείνος όμως επέμεινε.
15. Προχώρησε δε και περισσότερο εις τα μέτρα εναντίον της πλάνης των ειδωλολατρών, διότι θέσπισε νόμο, διά του οποίου οιχριστιανοί, στρατιωτικοί ή δημόσιοι υπάλληλοι,
δεν ήσαν υποχρεωμένοι να μετέχουν εις τας επισήμους κρατικές ειδωλολατρικές τελετές και θυσίας.
16. Νομοθέτησε, γεμάτος ευλάβεια και πίστη, έτσι, ώστε, να μη τολμήσει κανείς να βλασφημήσει τον Χριστό ή να ενοχλήσει Χριστιανό. Ο παραβάτης των Νόμων τούτων,
τιμωρούνταν αυστηρώς, και τα υπάρχοντα του δημεύονταν.
17. Καθιέρωσε να εγγράφονται εις το στράτευμα μόνον οι χριστιανοί και αυτοί να λαμβάνουν αξιώματα και ηγεμονίας, διότι λόγω της αρετής και ευσυνειδησίας των, εις αυτούς
είχε εμπιστοσύνη.
18. Πρόσταξε να αργούν όλοι και ν’ απέχουν από κάθε βιοποριστική εργασία κατά τις δύο εβδομάδες του Πάσχα, από του Σαββάτου του Λαζάρου μέχρι της Κυριακής του Θωμά,
διά να προσέρχονται εις την Εκκλησία. Όσοι πτωχοί εμβαπτίζονταν, διέταξε να τρέφονται και να ντύνονται διά βασιλικών εξόδων.
19. Παρακινούσε τους πιστούς να κτίζουν Ναούς, διά να λατρεύεται ο Χριστός. Εις την Ρώμη έκτισε ο ίδιος μέγα Ναό αφιερωμένο εις τον Σωτήρα Χριστό.
Ο ίδιος, μάλιστα, ο βασιλεύς σχεδίασε και το σχήμα του Ναού. Από αυτό το γεγονός, (ονομάσθηκε ο Ναός αυτός Βασιλική του Κωνσταντίνου και ο ρυθμός, ρυθμός βασιλικής.
Για να έχει μάλιστα περισσότερο μισθό από τον Θεό έσκαψε με ταπείνωση, πρώτος στα θεμέλια του Ναού και κουβαλούσε στον ώμο του πέτρες, για την οικοδόμηση του.
Από όλα αυτά τα μέτρα, που έλαβε ο Κωνσταντίνος, άλλαξε αμέσως το πρόσωπο της Οικουμένης. Χαρά και αγαλλίασης και ειρήνη επεκράτησε παντού.
Παρατήρησε όμως ο Αυτοκράτορας, ότι μερικοί από τους άρχοντες έμειναν κολλημένοι στην ειδωλολατρία. Γι’ αυτό συνεκάλεσε την Σύγκλητο και όλους τους προύχοντες
της Ρώμης και τους συνεβούλευσε.
-Γνωρίζετε, φίλοι μου, τους είπε, ότι ο βέβηλος δεν δέχεται συμβουλή, για να σωθεί. Διότι βρίσκεται στο σκοτάδι της αγνοίας. Αν όμως ανοίξει τα μάτια της ψυχής του,
θα καταλάβει εύκολα την αλήθεια και δεν θα προσκυνάει τα αναίσθητα κι’ άχρηστα αγάλματα, που κατασκευάζουν οι άνθρωποι. Εγώ, ευτυχώς, βρήκα τον αληθινό Θεό.
Πιστέψτε Τον και σεις και μη ελπίζετε στα είδωλα, που δεν μπορούν να σας ωφελήσουν σε τίποτε.
Εγώ δεν αναγκάζω κανένα να ‘ρθει στην ευσέβεια. Αλλά, σαν φίλος σας, σας συμβουλεύω να πράξετε το καλύτερο. Και ο Πανάγαθος Θεός δεν βιάζει κανένα,
αλλά θέλει όσοι Τον λατρεύουν, να Τον λατρεύουν με τη θέληση τους.
Μόλις τελείωσε ο Άγ. Κωνσταντίνος όλοι φώναξαν με μια φωνή:
-Ένας είναι ο αληθινός Θεός, ο Χριστός.
Πολλοί τότε πίστεψαν και βαπτίσθηκαν.
Τα εννέα έτη της ειρήνης διέκοψε ο φθόνος και η κενοδοξία του Λικινίου. Ο Λικίνιος ο Άρχοντας της Ανατολής δεν τήρησε τους όρκους, που έδωσε. Νόμισε,
ότι ο ειδωλολατρικός κόσμος θα τον υπεστήριξε σε αγώνα του κατά του Κωνσταντίνου. Γι αυτό εκίνησε πόλεμο κατά των Χριστιανώνκαι του Μ. Κωνσταντίνου.
Εξεδίωξε όλους τους Χριστιανούς από την αυλή του. Έκλεισε Εκκλησίες και πολλές γκρέμισε. Θανάτωσε πολλούς χριστιανούς.
Ο Κωνσταντίνος του έγραψε να σταματήσει να διώκει τους Χριστιανούς και τον απείλησε με θάνατον. Ο Λικίνιος δεν τα ήκουσε. Με 150.000 δε πεζούς, 15.000 ιππείς
και 350 πλοία, κήρυξε τον πόλεμο κατά του Κωνσταντίνου το 323.
Ο Κωνσταντίνος δεν ήταν απαράσκευος. Με 12.000 πεζούς, 10.000 ιππείς, και 200 πλοία και το χριστιανικό λάβαρο, τον αντιμετώπισε σε δύο κατά ξηρά μάχες,
κοντά στην Αδριανούπολη, την 3ην Ιουλίου το 324 μ.Χ. Εις τις μάχες αυτές έπαιξε σπουδαίο ρόλο το λάβαρο του Σταυρού. Μόλις αντίκριζαν την λάμψη οι στρατιώτες του Λικίνιου,
οι ειδωλολάτρες, τους έπιανε φόβος και τρόμος κι τρέπονταν εις φυγή.
Ο Λικίνιος οχυρώθηκε στο Βυζάντιο, αλλά κι εκεί νικήθηκε από τον στρατό και τον στόλο του Μ. Κωνσταντίνου. Πέρασε εν συνεχεία στη Χρυσούπολη (Σκούταρι).
Αλλά κι εκεί νικήθηκε κατά κράτος.
Σπουδαιότατο ρόλο έπαιξε ο υιός του Κωνσταντίνου Κρίσπος στον πόλεμο εναντίον του αυτοκράτορα Λικινίου, διότι ηγείτο επιδεξίως του στόλου. Ο Κρίσπος ήταν γιός,
που απέκτησε με την Μινερβίνα. Η Φαύστα, είχε τρεις γιούς, τους: Κωνσταντίνο, Κωνστάντιο και Κώνσταντα, οι όποιοι ύστερα έγιναν, αυτοκράτορες. Φοβήθηκε, λοιπόν,
μήπως η δόξα του Κρίσπου επισκιάσει τα παιδιά της. Γι’ αυτό ήθελε να τον εξοντώσει. Συνέλαβε δε την εξής εγκληματική συκοφαντία. Τον κατηγόρησε στον Μ. Κωνσταντίνο,
ότι ο Κρίσπος θέλησε να την μοιχεύσει και να φονεύσει τον πατέρα του, για να του αρπάξει και την γυναίκα και το θρόνο!
Ο Κωνσταντίνος πίστευε την συκοφαντία και διέταξε την θανάτωση του Κρίσπου.
Η Ελένη λυπήθηκε βαθύτατα κι ήλεγξε δριμύτατα τον αυτοκράτορα. Εκείνος μετανοιωμένος και συντετριμμένος διέταξε εξονυχιστικές ανακρίσεις. Απεδείχθη δε η φοβερή
πλεκτάνη της απάτης και της εγκληματικής συκοφαντίας και η Φαύστα οδηγείται στον θάνατον. Τα δύο αυτά γεγονότα πλήγωσαν βαθύτατα τον Κωνσταντίνο,
ο όποιος θρηνούσε σ’ όλη του την υπόλοιπη ζωή και ζητούσε συγχώρηση από τον Θεόν. Προς τιμήν του γιού του Κρίσπου του αδικοσκοτωμένου έστησε αργυρούν ανδριάντα
με την επιγραφή:
«Τῷ ἠδικημένω υἱῶ μου».
Αποκατεστάθη πλέον η ενότητα.
Εμπνευσμένος ο Κωνσταντίνος από τα ευαγγελικά διδάγματα, θέλησε να εξαπλώσει την ειρήνη σ’ όλο τα πλάτη και μήκη της Επικρατείας του. Το πράγμα όμως του
παρουσίασε τραγική ειρωνεία. Διότι, δυστυχώς, ανεφάνη οξυτάτη διαμάχη μεταξύ του Αρείου και του επισκόπου Αλεξανδρείας Πέτρου. Διαφωνούσαν επί του λεπτότατου
Θεολογικού θέματος της φύσεως του Χριστού.
Ο Άρειος, διδάσκαλος της Αλεξανδρινής Σχολής κάτοχος της Ελληνικής φιλοσοφίας κήρυττε, ότι ο Χριστός δεν είναι ομοούσιος με τον Πατέρα, Θεός αληθινός,
αλλά το πρώτον κτίσμα, διά του όποιου ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο. Δίδασκε δηλ. αυτά, που αναμασούν και οι σημερινοί Ιεχωβάδες.
Πολλές επαφές του αιρεσιάρχου με τους εκκλησιαστικούς αρχηγούς της Αλεξανδρείας δεν καρποφόρησαν.
Ο Άρειος, παρά τις επανειλημμένες συστάσεις και υποδείξεις, επέμενε στην πλάνη του. Αλλά το πράγμα έφθασε στο απροχώρητο κι επενέβη ο Κωνσταντίνος, διά να ειρήνευση
την Εκκλησία.
Το θέμα ήταν σοβαρό. Επιβάλλετε να συγκληθεί Οικουμενική Σύνοδος, διά να διαλευκάνουν το ζήτημα εν Πνεύματι Αγίω. Είναι ο μόνος ενδεδειγμένος τρόπος,
όπως απέδειξαν η ιστορία, διά να επιλύονται τα σπουδαία και λεπτότατα θεολογικά προβλήματα. Με προσωπική του Κωνσταντίνου πρωτοβουλία, συγκαλούνται
οι επίσκοποι της υφηλίου, διά την Σύνοδο. Τις υπερβολικές δαπάνες αναλαμβάνει ο Αυτοκράτωρ. Έτσι το 325 συνήλθε η Α΄. Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια της Μικράς Ασίας.
Εκεί συγκεντρώθηκαν τριακόσιοι δέκα οκτώ Πατέρες.
Εις την Σύνοδο αυτήν παρακάθισε και ο φιλόχριστος Κωνσταντίνος. Κάθισε δε, όχι επί βασιλικού θρόνου, αλλά επί χαμηλού καιταπεινού καθίσματος, όπως και οι Αρχιερείς.
Οι Πατέρες στη Σύνοδο είχαν απόλυτη ελευθερία να εκφράσουν την γνώμη τους. Ουδεμία δέσμευσης από τον Κωνσταντίνο. Εκείνος επιμελείτο μόνο τα έκτος της Εκκλησίας.
Καλείται ο αιρεσιάρχης Άρειος να έλθει ενώπιο της Συνόδου και να εκθέσει τις ιδέες του. Πράγματι, προσήλθε με τους πολλούς φίλουςκαι οπαδούς του. Ανέπτυξε τις ιδέες του
και οι Πατέρες τον αντέκρουσαν και ανέπτυξαν τις αλήθειες της Πίστεως. Ο Άγιος Σπυρίδων απέδειξε το δόγμα της Αγίας Τριάδος, με το γνωστό θαύμα του κεραμιδιού.
Στη Σύνοδο αυτή διά θαύματος απέδειξαν επίσης την θεότητα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ο Άγιος Αχίλλειος και ο Άγιος Οικουμένιος ο επίσκοπος Τρικάλων.
Έπειτα από όλα αυτά, πολλοί από τους οπαδούς του Αρείου τον εγκατέλειψαν κι επέστρεψαν στην Ορθοδοξία.
Η Σύνοδος συνέταξε τα πρώτα άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως δηλ του Πιστεύω. Ρύθμισε επίσης, διάφορα άλλα θέματα, όπως το πότε να εορτάζεται το Άγιο Πάσχα
εις όλη την Εκκλησία. Ήτοι όρισε να εορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά την πρώτη πανσέληνο της Εαρινής Ισημερίας και μετά το Πάσχα των Εβραίων.
Τα πρακτικά της Συνόδου τα υπέγραψαν όλοι οι Αρχιερείς, πλην του Αγίου Νικολάου που βρισκόταν στην φυλακή. Τον φυλάκισε ο Άγιος Κωνσταντίνος, διότι ράπισε τον Άρειο.
Τελευταίος τα υπέγραψε ο ευσεβέστατος Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος.
Οι εργασίες της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου διήρκεσαν τριάμισι χρόνια από το 325 έως το 329.
Παρεκάλεσε κατόπιν τους 318 Πατέρες να επισκεφτούν κι ευλογήσουν την Νέα του Πρωτεύουσα, την Κωνσταντινούπολη, που έκτιζε κι βρισκόταν εις το τέλος η οικοδομή.
Να επισκεφτούν επίσης εκεί και τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μητροφάνη, ο όποιος ήτο βαριά άρρωστος.
Πράγματι, οι Αρχιερείς πήγαν εις την Νέα Πόλη και την ευλόγησαν. Την ονόμασαν Κωνσταντινούπολη, εις τιμήν του Μ. Κωνσταντίνου, που την έκτισε.
Την αφιέρωσαν δε εις την Αειπάρθενον Θεοτόκον, την Μητέρα του Σωτήρος.
Εις την Κωνσταντινούπολη παρέθεσε ο Άγιος Κωνσταντίνος ηγεμονική τράπεζα εις τους Αγίους Πατέρες και τους έδωσε πολύτιμα δώρα. Στην τράπεζα παρακάθισε και ο ίδιος.
Διά να λάβει δε ευλογία και αγιασμό, φιλούσε το βγαλμένο μάτι του Παφνουτίου και τα στρεβλωμένα χέρια και τα σώματα των Ομολογητών, που ήταν πληγωμένα από τους
τυράννους στον καιρό των διωγμών.
Μια επίσκεψις του στη Ρώμη το 326, συνειδητοποίησε στον Κωνσταντίνο την ανάγκη να μεταφέρει τη πρωτεύουσα. Το χάσμα μεταξύ αυτού και της Ρώμης ήταν αγεφύρωτο.
Υβρίσθηκε, για την χριστιανόφιλη πολιτική του κι επαινέθηκε, ο γιός του Κρίσπος, που δεν είχε καμιά σχέση με την Εκκλησία του Χριστού. Τότε, μετά απ’ όλα αυτά,
πήρε την απόφαση να κτίση την καινούργια πρωτεύουσα. Άλλωστε και η αχανής αυτοκρατορία επέβαλε την μεταφορά της πρωτευούσης εις το κέντρο του κράτους
για να μπορεί να κυβερνάται καλύτερα κι ευκολότερα.
Εκτός αυτών ο Μ. Κωνσταντίνος από το 316 είχε δει θεϊκό Όραμα και διατάχθηκε να κτίση μια πόλη στην Ανατολή, την οποίαν να αφιερώσει στην Παναγία.
Τώρα απεφάσισε να εκτελέσει την θεϊκή εκείνη προσταγή.
Του άρεσε η τοποθεσία εκείνη κι άρχισε να κτίζει. Δεν ήταν όμως θέλημα Θεού να γίνει εκεί. Γι αυτό έρχονταν αετοί, άρπαζαν τα εργαλεία των τεχνιτών και τα πετούσαν στο
Βυζάντιο. Βλέποντας αυτό το θαυμαστό γεγονός, κατάλαβε, ότι εκεί ήτο θέλημα Θεού να κτιστεί. Γι αυτό προτίμησε το κεντρικότερο αυτό μέρος, το όποιον συνέδεε Ανατολή
και Δύσι, Ευρώπη και Ασία. Άρχισε να κτίζει την νέα πόλη στα ερείπια του Βυζαντίου, εις τον Βόσπορο.
Η φροντίδα του, για τη νέα πρωτεύουσα ήταν μεγάλη. Ήθελε να ξεπερνά η νέα πρωτεύουσα την παλαιά. Ήθελε να την φτιάξη εξ ολοκλήρου χριστιανική την πόλη.
Έκτισε τους θαυμάσιους Ναούς του αγίου Μωκίου, του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ, της Αγίας Ειρήνης, των Αγίων Αποστόλων και άλλους. Προσέφερε δε εις αυτούς πολλά και πολύτιμα ιερά σκεύη.
Δεκαπλασίασε την παλαιά έκταση της πόλεως του Βυζαντίου. Περιέβαλε με τεράστιο προστατευτικό τείχος την πόλη, η οποία χάρις, σ’ αυτά τα τείχη σώθηκε πολλές φορές
από τις επιδρομές των αλλοφύλων και διέγραψε την ιστορία της των χιλίων εκατό ετών.
Στην μεγάλη πλατεία του ονομαζόμενου Φόρου, υψώθηκαν δύο στήλες του Κωνσταντίνου και της Μητρός του Ελένης. Στη μέση των Στηλών
(όπως μας αναφέρει ο ιστορικός Παπαρρηγόπουλος), τοποθετήθηκε ο Σταυρός με την επιγραφή:
«Εἰς ἅγιος, εἰς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός. Ἀμήν».
Τα εγκαίνια της νέας Βασιλευούσης έγιναν μεγαλοπρεπέστατα την 11ην Μαΐου του 330. Την πόλη αφιέρωσε στη Θεοτόκο και την ονόμασαν, Κωνσταντινούπολη η Νέα Ρώμη.
Η οικοδομή της Πόλεως τελείωσε το 330 μ.Χ.
Κατά το 331 με διάταγμα γκρέμισε στην Αθήνα όλους τους ειδωλολατρικούς βωμούς. Και τούτο, διότι εις τους βωμούς και ναούς αυτούς λατρευόταν ο Σατανάς,
ο εχθρός του Θεού, που πλανούσε τους ανθρώπους και δεν τους άφηνε να σωθούν.
Την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου ο Χριστιανισμός ξαπλωθεί.
Δικαίως, η Εκκλησία τον ονόμασε Ισαπόστολο.
Εκείνος φόνευσε εκατό Κληρικούς σε μια μέρα μεταξύ των οποίων ήσαν και αρκετοί επίσκοποι. Επίσης φόνευσε και δέκα οκτώ χιλιάδες πιστούς.
Όταν τα έμαθε αυτά ο Άγιος Κωνσταντίνος, έστειλε επισήμως, απεσταλμένους στον Σαπώρ να πάψη τους διωγμούς. Αλλά εκείνος δεν θέλησε να συμμορφωθεί.
Ο Κωνσταντίνος τότε συνάθροισε στρατό πολύν κι εκστράτευσε εναντίον του.
Όταν το έμαθε ο βασιλεύς των Περσών, που είχε εν τω μεταξύ μπει στη Μεσοποταμία, φοβήθηκε, το μετάνιωσε κι έστειλε πρέσβεις ζητώντας ειρήνη.
Στην εκστρατεία αυτή ο Κωνσταντίνος αρρώστησε. Περνούσε τότε τη Νίκαια. Ήταν λίγες μέρες μετά το Πάσχα. Ένοιωσε ενόχληση και γενική αδιαθεσία. Η αρρώστια χειροτέρευε.
Τον πήγαν τότε στην Νικομήδεια και κατόπιν σ’ ένα προάστιο της, τον Αχυρώνα. Ήταν κατάλληλος τόπος, για ανάπαυση κι αναψυχή. Εκεί, πήγε στο Ναό,
εξομολογήθηκε τα αμαρτήματα του και αποφάσισε να βαπτιστεί.
Από εκεί ήλθε στα ανάκτορα της Νικομήδειας. Κάλεσε τότε τους Ορθοδόξους Επισκόπους, που τον συνόδευαν και τους είπε την απόφαση του:
Αυτός είναι ο καιρός που περίμενα με πόθο, για να τύχω της κατά Θεό σωτηρίας. Είναι πλέον καιρός ν’ απολαύσω κι εγώ την αθανατοποιό σφραγίδα.
Σκεπτόμουν να λάβω το βάπτισμα στα ύδατα του Ιορδάνη ποταμού όπου και ο Σωτήρ το έλαβε ως άνθρωπος. Ο Θεός όμως, που βλέπει το συμφέρον,
είθε να με αξίωση εδώ τώρα να το λάβω. Κατόπιν οι Αρχιερείς τον βαπτίσαν.
Του έβαλαν το διάδημα. Τον τοποθέτησαν σε χρυσή λάρνακα και τον μετακόμισαν στην Κωνσταντινούπολη. Εδώ τον τοποθέτησαν στην μεγάλη αίθουσα των ανακτόρων,
πάνω σε υψηλό ικρίωμα, ενώ γύρω - γύρω έκαιγαν άπειρες λαμπάδες. Όλοι οι αξιωματικοί, στρατιωτικοί και πολιτικοί άρχοντες ασπάζονταν τον νεκρό γονυκλινείς.
Με γενικό πένθος τον ενταφίασαν στο Ναό των Άγιων Αποστόλων, εντός του τάφου, που ο ίδιος είχε προετοιμάσει προηγουμένως.
Η Ιστορία τον απεκάλεσε Μέγα.
Η Εκκλησία μας τον ανακήρυξε Ισαπόστολο, διότι η παύσης των διωγμών, η αντικατάστασης της παλαιάς ειδωλολατρικής θρησκείας με την χριστιανική το εισαχθέν
εις την νομοθεσία χριστιανικό πνεύμα και τόσα άλλα είναι προσφορά μεγίστη προς την Εκκλησία.
Η Εκκλησία τιμά την μνήμη του την 21ην Μαΐου μετά της μητρός του Αγίας Ελένης, διότι και η μητέρα του Ελένη αναδείχτηκε Αγία καιΙσαπόστολος.
πώς να υπηρέτη τον Θεό, να Τον λατρεύει και να προοδεύει στην αρετή και την αγιότητα. Έφτασε σε ύψη αρετής και αγιότητας. Καί το οτι έγινε ο γιός της αυτοκράτορας
και αυτή η πρώτη γυναίκα του κόσμου, εν τούτοις ήταν ταπεινή, ταπεινότατη και καλοκάγαθη. Γι’ αυτό την αξίωσε ο Θεός να κάνεικαι μεγάλα έργα.
Το 326 μεταβαίνει στην Ιερουσαλήμ διά ξηράς. Περνά τα Βαλκάνια και Μ. Ασία και παντού γίνεται δεκτή με θρίαμβο. Στις πόλεις, που περνά διαμοιράζει πλουσιοπάροχα
δωρεές στους φτωχούς, στους δυστυχείς ,στις Εκκλησίες και σ’ άλλα φιλανθρωπικά έργα.
Από πολύ καιρό ήθελε η Αγία να προσκυνήσει τους Άγιους Τόπους. Ποθούσε να ευρεθεί και να προσευχηθεί εκεί, όπου δίδαξε, βάδισε, θαυματούργησε και έπαθε ο Σωτήρας μας.
Έκτος απ’ αυτό ήθελε να εύρη και τον Τίμιο Σταυρό. Ο γιός της ο Μέγας Κωνσταντίνος είδε προηγουμένως, ένα θεϊκό δράμα και την έστειλε τώρα στα Ιεροσόλυμα,
για να ψάξει και βρει τον Τίμιο Σταυρόν καθώς επίσης και τον Τόπο, στον όποιον σταυρώθηκε κι ετάφη ο Κύριος. Αυτά, το Αντίχριστο γένος των Εβραίων, τα είχε σκεπάσει
και κρύψει, για να μη τα ξέρουν οι πιστοί και τα προσκυνούν. Γι’ αυτό η Αγία Ελένη φθάνοντας στην άγια γη, με πολύ στράτευμα και στρατηγούς και άρχοντες,
κινείται κι ερευνά δραστήρια. Οι Εθνικοί και οι Εβραίοι για να εξαφανίσουν τα ίχνη του Χριστού, να αποκρύψουν τον τόπο της Σταυρώσεως και της Αναστάσεως παραμόρφωσαν
το ύψωμα. Το ισοπέδωσαν, ρίχνοντας χώματα. Βεβήλωσαν τους Αγίους Τόπους, χτίζοντας εκεί ναό και άγαλμα της Αφροδίτης της θεάς της ακολασίας!
Ο Κωνσταντίνος διέταξε τον ηγεμόνα της Παλαιστίνης Δρακολιανό να γκρεμίσει τον βωμό. Παρήγγειλε να κτίση εκεί μεγαλόπρεπη Εκκλησία.
Η πρώτη φροντίδα της Αγίας ήτανε να μαζέψει πληροφορίες από τον Επίσκοπο και προ πάντων από τους ντόπιους γέροντες κατοίκους Ιουδαίους, για το μέρος της Σταυρώσεως
και του Τάφου του Κυρίου.
Τότε παρουσιάσθηκε στην Αγία Ελένη μια Εβραία κόρη. Αυτή υποσχέθηκε, ότι θα δείξει τον τόπον, που είχε ακούσει από τους παλαιοτέρους, ότι είναι ο Σταυρός.
Ζήτησε όμως ασφάλεια ζωής. Διότι ήξερε, ότι θα την σκότωναν οι Εβραίοι, που πάντοτε μισούσαν θανάσιμα τους χριστιανούς. Αφού εξασφαλίστηκε, τότε υπέδειξε έναν Εβραίο,
ονόματι Ιούδα, ο όποιος γνώριζε ακριβώς το μέρος, που βρισκόταν θαμμένος ο Τίμιος Σταυρός. Ο Ιούδας όμως αρνούταν να υπόδειξη τον Άγιο Τόπο, όπου ήταν θαμμένος
ο Τίμιος Σταυρός. Γι’ αυτό χρησιμοποίησαν βία. Τον κατέβασαν σε ένα ξεροπήγαδο και τον άφησαν επτά μέρες νηστικό, χωρίς ψωμίκαι νερό. Την έβδομη όμως δεν άντεξε ο
Εβραίος και φώναξε:
-Βγάλτε με και θα σας δείξω τον τόπον, που σταυρώθηκε ο Χριστός.
Πράγματι ! Οδήγησε την Αγία Ελένη στο Γολγοθά, εκεί ακριβώς, που ήταν ο Τίμιος Σταυρός του Χριστού μας. Πάνω στην τοποθεσία αυτή φύτρωσε ένα φυτό ευωδέστατο,
που από τότε το ονόμασαν, Βασιλικό χόρτο ή Βασιλικός. Πολλές φορές οι Εβραίοι και οι Εθνικοί το ξερίζωναν, αλλά εκείνο ξανά φύτρωνε πιο θαλερό και πιο ευώδες.
Θάνατος από τους Εβραίους περίμενε εκείνον, που θα φανέρωνε αυτά. Η Αγία Ελένη προσευχήθηκε τότε στον Κύριο και αμέσως έγινε σεισμός. Σχίσθηκε εκεί ο τόπος
και από αυτό το βάθος πετάχτηκε ευώδες θυμίαμα. Μόλις είδε το θαύμα ο Ιούδας, επίστεψε και έγινε Χριστιανός.
Παρουσία της Αγίας Ελένης έγινε τότε η ανασκαφή και βρέθηκαν τρεις Σταυροί σ’ ένα μικρό κοίλωμα. Δεν ήξεραν όμως, ποιος από τους τρεις ήταν του Χριστού.
Τη στιγμή εκείνη εκεί κοντά βρίσκονταν μια ετοιμοθάνατος γυναίκα, που έπασχε από χρονιά αρρώστια και έπνεε τα λοίσθια. Ετέθησαν επάνω της οι δύο σταυροί των ληστών,
αλλά τίποτε δεν έκαμαν. Μόλις όμως έβαλαν και τον τρίτον σταυρόν, η γυναίκα που ψυχορραγούσε ανέλαβε δυνάμεις αμέσως κι η αρρώστια έφυγε. Έγινε τελείως, καλά.
Τότε κατάλαβαν, ότι αυτός ήταν ο Τίμιος Σταυρός του Κυρίου. Άλλωστε καθώς αναφέρει κι ο Ευθύμιος Ζυγαβινός κατάλαβαν τον Σταυρόν του Χριστού και από την πινακίδα,
σανίδα, που είχε βάλει ο Πιλάτος στο πάνω μέρος με την τρίγλωσση επιγραφή Ι.Ν.Β.Ι.
Η χαρά της Αγίας Ελένης δεν περιγράφεται. Ευχαριστούσε τώρα τον Θεόν από τα βάθη της καρδιάς της. Το θαύμα το είδαν και πολλοί Εβραίοι και πιστέψανε στο Χριστό.
Κατόπιν αυτών ο Ιούδας βαπτίσθηκε κι ονομάστηκε Κυριάκος.
Η Βασίλισσα τον κάλεσε και του ανέθεσε να βρει τους Ήλους, με τους οποίους καρφώσανε τον Χριστό. Ο Κυριάκος με άλλους χριστιανούς προσευχήθηκαν και αμέσως έλαμψε
ο τόπος, που ήταν τα καρφιά χωμένα. Έσκαψαν και τα βρήκαν.
Η συγκίνηση της Αγίας Ελένης κορυφώνεται με το χτίσιμο του Ναού της Αναστάσεως στο Γολγοθά. Έκτισε επίσης τον Ναό της Γεννήσεως στο Σπήλαιον της Βηθλεέμ,
τον Ναό του όρους των Ελαιών και άλλους. Έμεινε ένα χρόνο περίπου στην άγια Πόλη, παρακολουθώντας την ανέγερση των Ναών αυτών με τις αυτοκρατορικές δαπάνες.
Όταν επρόκειτο η μακαρία Ελένη να επιστρέψει εις την Κωνσταντινούπολη, διέταξε κι έκοψαν με πριόνι τον Τίμιο Σταυρό από πάνω έως κάτω. Έτσι έγιναν δύο Σταυροί, με ολιγότερο πάχος.
Τον ένα τον άφησε στα Ιεροσόλυμα και τον άλλον τον πήρε μαζί της στην Κωνσταντινούπολη Επίσης πήρε και τους Ήλους διά τα επίσημα εγκαίνια της Πόλεως, που έγιναν το 330 μ.Χ.
Επιστρέφοντας η Αγία Ελένη, πέρασε και από την Κύπρο, έχοντας μαζί της τον Τίμιο Σταυρό. Ο Σταυρός όμως, χάθηκε από κοντά τηςκαι πήγε σε ένα βουνό,
που από τότε το ονόμασαν Σταυροβούνιο. Από εκεί ψηλά έλαμπε, με ένα γλυκό φως παντού.
Τότε η Αγία Ελένη μετέβη εκεί, έκανε ένα άλλο ξύλινο Σταυρόν μεγάλο και επί του οποίου έβαλε ένα κομμάτι από τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου. Στη θέση εκείνη κτίσθηκε
Μοναστήρι.
Είναι η Ιερά Μονή Σταυροβουνίου.
Το 327 ο υιός της Μ. Κωνσταντίνος δέχθηκε την επιστροφή της Μητέρας του Ελένης με συγκινητικότατα δείγματα στοργής και ευλάβειας. Βγήκε εις προϋπάντηση της
και έπεσε κάτω και προσκύνησε με χαρά το Τίμιο Ξύλο. Παρέδωσε δε στον Πατριάρχη Μακάριο το Τίμιο Ξύλο και την θήκη, που περιείχε τους Ήλους, διά να τα προσκυνούν
οι πιστοί.
Από τους τέσσαρις όμως Ήλους τους δύο τους τοποθέτησαν στο βασιλικό Στέμμα. Ο Κωνσταντίνος πάντοτε έφερε μαζί του στην περικεφαλαία τον τύπον του Τιμίου Σταυρού.
Αργότερα ένα τμήμα του Τιμίου Σταυρού το έφερε στη Ρώμη ο Κωνσταντίνος. Εκεί έκτισε Ναό.
Σήμερον το μεγαλύτερο τεμάχιο του Τιμίου Σταυρού ευρίσκεται εις το Άγιο Όρος, στη Μονή του Ξηροποτάμου. Το 1969 το μετέφεραν εις τας Αθήνας και το προσκύνησαν τα
πλήθη του λαού.
Η κούραση όμως, οι φροντίδες και οι ταλαιπωρίες του μακρινού ταξιδίου κλόνισαν την υγεία της και υπέκυψε. Γι αυτό τον άλλον χρόνο, εκοιμήθει και εισήλθε πλήρης ημερών
η Αγία Ελένη στα αθάνατα σκηνώματα, εις ηλικία 80 - 81 ετών. Απέθανε πιθανότατα στη Νικομήδεια κοντά στον αγαπημένο της γιό τον Μ. Κωνσταντίνο. Εκηδεύθει δε βασιλικά,
όπως τις άξιζε.
Αργότερα τα οστά της μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη κι ετάφησαν στο Ναό των Αγίων Αποστόλων, που τον άρχισε ο Μ. Κωνσταντίνος και τελείωσε ο γιός του
Κωνστάντιος. Εκεί συγκέντρωσαν όλα τα Αγία λείψανα των Αγίων Αποστόλων. Ήταν και αυτή Ισαπόστολος.
Η Εκκλησία μας την συνεορτάζει με το παιδί της, τον Άγιο Κωνσταντίνο, την 21ην Μαΐου. Και οι Αγιογράφοι την εικονίζουν πάντοτε μαζί. Την ονόμασαν δε η Εκκλησία
Ισαπόστολων. Και πράγματι ήταν.
1ον Διότι ότι έκαμε ο Μέγας Κωνσταντίνος διά τον χριστιανισμό, οφείλεται στην Αγία Ελένη. Η προς τους Χριστιανούς συμπεριφορά του Κωνσταντίνου, η οποία τόσον
ευεργετικά αποτελέσματα είχε για την Εκκλησία, προπαρασκευάσθηκε με τη διαπαιδαγώγηση, που του έδωσε η μητέρα του Ελένη.
2ον Διότι η ίδια ήταν Αγία. Έζησε ζωή αγιασμένη. Δεν επηρεάστηκε από τις τιμές.
Αυτή έβαλε σκοπό, πώς να σώσει την ψυχή της, να αρέσει στο Θεό και να μπει στον Παράδεισο. Και το πέτυχε.
Αλλά και η ίδια προήγαγε τα έργα της Χριστιανικής ευσεβείας και φιλανθρωπίας. Με το παράδειγμά της και τα έργα της τράβηξε πολύν κόσμο στην πίστη του Χριστού.
Εκμεταλλεύτηκε την αγάπη του γιού της και ίδρυσε τους μεγαλοπρεπείς Ναούς της Χριστιανοσύνης, μέσα στους οποίους προσκυνούνκαι λατρεύουν οι πιστοί τον Θεό μέχρι
σήμερα.
Ο Μαξιμιανός και ο Μαξέντιος έκαναν συμφωνία με τον Κωνσταντίνο, αυτοί μεν να μένουν στη Ρώμη, εκείνος δε στα δυτικά μέρη, όπου βασίλευε προηγουμένως ο πατέρας του.
Ο Κωνσταντίνος επειδή εν τω μεταξύ είχε διαζευχθεί την πρώτη σύζυγο του Μινερβίνα, έλαβε για δεύτερη γυναίκα του την θυγατέρα του Μαξιμιανού, Φαύστα.
Εκείνη ήταν μεν ωραιότατη νέα, αλλά πονηρότατη και κακότροπη, σαν τον πατέρα της...
Μετά την συμφωνία η ειρήνη και η ησυχία αποκαταστάθηκαν και όλοι την χαίρονταν. Ο Κωνσταντίνος ασφάλισε με ραγδαίες στρατιωτικές επιχειρήσεις τις επαρχίες
της διοικήσεώς του. Εσωτερικά έλαβε σπουδαιότατα μέτρα. Εμψύχωσε και προστάτευσε την γεωργία. Μείωσε τους φόρους. Ανοικοδόμησε πόλεις. Κυβέρνησε ευεργετικά
και πατρικά. Προστάτεψε τους χριστιανούς, περισσότερο από τον πατέρα του.
Τότε ο Ερκούλιος Μαξιμιανός ήλθε σε ρήξη με τον γιό του και συμβασιλέα Μαξέντιο και κατέφυγε στον γαμπρό του Κωνσταντίνο. Επιδόθηκε σε μηχανορραφίες
κι επιχείρησε να εξεγείρει τον στρατό εναντίον του Κωνσταντίνου! Ο Κωνσταντίνος όμως κρατούσε στον απόλυτο έλεγχο την κατάσταση και διέταξε τότε την φυλάκιση του.
Εν τω μεταξύ ο Γαλέριος Μαξιμιανός της Ανατολής αποφάσισε να εκδιώξει από την εξουσία και τον Μαξέντιο και τον Κωνσταντίνο. Συγκέντρωσε προς τούτο πολυάριθμο στρατό
και βάδισε εναντίον της Ιταλίας. Ο Μαξέντιος όμως του έστησε παγίδα, στην οποίαν έπεσε και τον κατέστρεψε. Υπεχώρησε όμως και ανασυνέταξε τις δυνάμεις του.
Θέλησε τότε να τα βάλει με τον Κωνσταντίνο. Ήταν βέβαιος, ότι θα τον νικούσε τον Κωνσταντίνο, διότι είχε ρωτήσει τους μάντεις, καιτους ιερείς των ειδώλων, οι όποιοι του είπαν,
ότι έμελλε να τον νικήσει εις τον πόλεμο. Του είπαν όμως ψέματα.
Διότι όταν συναντήθηκαν τα δύο στρατεύματα είδαν οι στρατιώτες του Γαλερίου τον τίμιο Σταυρόν φωτεινό και προπορευόμενοι του στρατεύματος του Κωνσταντίνου.
Δεν μπορούσαν να υποφέρουν την λάμψη Του. Οι σταυροφόροι στρατιώτες του Μ. Κωνσταντίνου τους κατέκοψαν κυριολεκτικά.
Σύγκρουση Μαξεντίου και Κωνσταντίνου
Στη Ρώμη μόνος αυτοκράτωρ έμεινε ο Μαξέντιος. Σκέπτονταν δε πώς θα εξοντώσει και τους άλλους βασιλείς, για να γίνει αυτός μονοκράτωρ. Οι Ρωμαίοι τότε
ήταν δυσαρεστημένοι από την τυραννία του Μαξεντίου κι έγραψαν στον Κωνσταντίνο, του οποίου άκουγαν την καλοσύνη, τα ανδραγαθήματα και την χρηστή διοίκηση,
να έλθει να τους ελευθέρωση.
Ο Κωνσταντίνος εισέβαλε στην Ιταλία με 50 χιλιάδες στρατού ενώ ο στρατός του Μαξεντίου ήταν τριπλάσιος.
Ανέβηκε σε ένα ύψωμα και παρατηρούσε λυπημένος το πολύ στράτευμα του εχθρού και συλλογιζότανε, πώς θα μπορούσε να το νικήσει με τις λιγότερες δικές του δυνάμεις.
Τότε έγινε το θαύμα. Είδε δράμα θειο. Είδε στον ουρανό τον Τίμιο Σταυρόν. Μέχρι τότε συμπαθούσε μεν τους χριστιανούς ο Κωνσταντίνος και δεν τους εδίωκε,
ήταν όμως ακόμη Εθνικός ειδωλολάτρης. Τώρα στρέφεται ολόψυχα νοερά προς τον Θεό των χριστιανών. Τώρα συγκλονίζεται από το δράμα και πλημμυρίζει από αγάπη
για τους χριστιανούς. Άλλωστε αρκετό μέρος του στρατού του το αποτελούσαν οι χριστιανοί.
Βλέπει δηλ. το καταμεσήμερο στον Ουρανό ένα φωτεινό Σταυρόν από λαμπερά αστέρια και τις λέξεις Εν τούτω νίκα. Το σημείον το είδαν αξιωματικοί και στρατιώτες
και το θεώρησαν, ως θεία επιταγή.
Την νύκτα φάνηκε στον ύπνο του ο Χριστός μαζί με το σημείον, που είδε στον Ουρανό, ο όποιος του είπε:
—Σήκω και κάμε ένα Σταυρόν, όπως τον είδες. Βάσταζέ τον εις τους πολέμους, και θα νικάς.
Πράγματι! Την άλλη μέρα κατασκεύασε ένα αργύρου Σταυρόν όπως ακριβώς τον είδε στον ουρανό. Αυτόν δε τον Σταυρόν τον κρατούσαν πάντοτε μπροστά στο στράτευμα.
Κάλεσαν, έπειτα χριστιανούς ιερείς και τους ρώτησε ποιος είναι ο Θεός, που του φανερώθηκε και φανερώνει το φανέν σημείο. Εκείνοιαπό αυτό έλαβαν αφορμή να τον
πληροφορήσουν περί του χριστιανισμού. Έχοντας πλέον πεποίθηση ο Κωνσταντίνος, ότι με την δύναμη του Θεού των χριστιανών καιτου σημείου του σταυρού θα νικήσει,
όρμησε με πίστην ακράδαντο κατά του Μαξεντίου, και τον κατανίκησε.
Ήταν η 26η Οκτωβρίου του 312.
Έστησε τότε εις την αγορά της Ρώμης ο Κωνσταντίνος τον αδριάντα του. Κρατούσε στο δεξί του χέρι το σωτήριο του Σταυρού σημείο, που έφερε την εξής επιγραφή:
«ΤΟΥΤΩ ΤΩ ΣΩΤΗΡΙΩΔΕΙ ΣΗΜΕΙΩ ΤΩ ΑΛΗΘΕΙ ΕΛΕΓΧΩ ΤΗΣ ΑΝΔΡΕΙΑΣ ΤΗΝ ΠΟΛΙΝ ΗΜΩΝ ΖΥΓΟΥ ΤΥΡΑΝΝΙΚΟΥ ΔΙΑΣΩΘΕΙΣΑΝ ΗΛΕΥΘΕΡΩΣΑ , ΕΤΙ ΜΗΝ
ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΥΓΚΛΗΤΟΝ ΚΑΙ ΤΟΝ ΔΗΜΟΝ ΡΩΜΑΙΩΝ ΤΗ ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΛΑΜΠΡΟΤΗΤΙ ΕΛΕΥΘΕΡΩΣΑΣ ΑΠΕΚΑΤΕΣΤΗΣΑ».
Έτσι, λοιπόν, κατασκεύασε η πρώτη χριστιανική Σημαία. Ο Κωνσταντίνος είχε μεγάλη τιμή να γίνει ο πρώτος χριστιανός βασιλεύς και βασιλικός προστάτης της χριστιανικής
πίστεως.
Ο ευσεβής και θεοσκεπής βασιλεύς διέταξε και έστησαν τον Τίμιο και ζωοποιό Σταυρόν εις τα κεντρικότερα μέρη της Ρώμης. Ερεύνησε με προσοχή και βρήκε τα τίμια λείψανα
των Άγιων Μαρτύρων, που βασανίστηκαν και πέθαναν για την πίστην του Χριστού και τα όποια ενεταφίασε με τις πρέπουσες τιμές. Επίσης ελευθέρωσε τους φυλακισμένους
χριστιανούς κι επανέφερε τους εξόριστους.
Το «Ἔδικτον» του Μεδιολάνου
Οι πρώτοι καρποί της νίκης φάνηκαν εις τον ορίζοντα. Τον Ιανουάριο του 313 εις το Μιλάνο έγιναν οι γάμοι της αδελφής τους Κωνσταντίνου με τον βασιλέα της Ανατολής Λικίνιο
Ο τελευταίος υποσχέθηκε εις τον Κωνσταντίνο, ότι εις το έξης δεν θα εδίωκε τους χριστιανούς. Τότε από κοινού εξέδωσαν το περίφημο διάταγμα ανεξιθρησκίας και ελευθερίας
της συνειδήσεως. Είναι γνωστότατο εις την Εκκλησιαστική Ιστορία ως Έδικτον (Διάταγμα) τον Μεδιολάνο, του σημερινού Μιλάνου. Το διάταγμα τούτο ανεγνώριζε την Εκκλησία,
ως οργανισμό αυτόνομο και ενοποίησε την θέση της εις το Κράτος. Εις τους χριστιανούς δίδεται απόλυτος ελευθερία να λατρεύουν τον Χριστό, να ανεγείρουν ναούς, να τελούν
ελεύθερα τις θρησκευτικές τους τελετές και τα καθήκοντά τους τα θρησκευτικά.
Ευεργετικές υπέρ της Εκκλησίας διατάξεις
Έκτος του Διατάγματος αυτού, ο Κωνσταντίνος ευεργέτησε ποικιλοτρόπως την Εκκλησία, με διάφορες άλλες διατάξεις.Διέταξε π.χ. να της αποδώσουν τους ναούς της, τα νεκροταφεία και τα κτήματα της. Στην ειδική του περιοχή, στη Δύσι έδωκε πολλά προνόμια στον χριστιανικό κλήρο
και βοήθησε από το Δημόσιο Ταμείο την ανέγερση χριστιανικών Ναών. Ο ίδιος έκτισε ναό αφιερωμένο στο Σωτήρα Θεό, του οποίου το σχήμα σχεδίασε ο ίδιος ο βασιλεύς.
Γι αυτό επεκράτησε να λέγεται και Βασιλική.
Ο Κωνσταντίνος, από τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του, θέσπισε τα εξής χριστιανικά νομοθετήματα.
1. Κατήργησε την σταύρωση, που ήταν η συνηθισμένη θανατική ποινή των δούλων της Ρωμαϊκής εποχής.
2. Απαγόρευσε να στιγματίζονται οι καταδικαζόμενοι με ατιμωτικά σημεία στο πρόσωπο τους.
3. Κατήργησε τους αγώνας των μονομαχιών.
4. Κήρυξε έγκυρη την απελευθέρωση δούλων, άνευ πολύπλοκων τυπικών διατάξεων.
5. Χορήγησε διατροφή εκ του Δημοσίου Ταμείου ή του Αυτοκρατορικού, για συντήρηση φτωχών οικογενειών, ώστε να μη εκθέτουν ή πωλούν τα παιδιά τους, όπως ήτανε τότε
η συνήθεια.
6. Κήρυξε ένοχους ανθρωποκτονίας τους κυρίους, των οποίων ή κακούργος μεταχειρίσεις επέφερε τον θάνατον εις τον δούλο τους.
7. Απαγόρευσε στους ενοικιαστές δημοσίων κτημάτων να χωρίζουν άνδρες από τις γυναίκες τους, γονείς από τα παιδιά τους, αδελφούς από αδελφούς,
η δε αρχή αυτή βαθμηδόν επεξετάθει σε όλους τους δουλοπάροικους οιωνδήποτε ακινήτων.
8. Κατήργησε τις ποινές εναντίον της αγαμίας και της χηρείας, αναγνώρισε την ελευθερία της προσωπικής καταστάσεως.
9. Διά σειράς νόμων ανεγνώρισε νομικό πρόσωπον την Εκκλησία και την συνέδεσε με σχέσεις επίσημες με το κράτος. Κήρυξε ακόμη έγκυρους τας υπέρ αυτής διαθήκες.
10. Παρεχώρησε εις τους επισκόπους δικαστική δικαιοδοσία και επί υποθέσεων μικτής φύσεως, εκκλησιαστικής και αστικής.
11. Εις τας 3 Ιουλίου του 321 θέσπισε νόμο υπέρ της Κυριακής αργίας.
12. Χάραξε επί των νομισμάτων τον Ελληνικό Σταυρόν, με τους ίσους βραχίονας.
13. Πολλοί από τους νόμους του απηυθύνοντο προς τους επισκόπους. Μερικοί δε και εξηγέρθησαν δι’ επαρχιακών Συνόδων.
Όλη αυτή η συμπεριφορά του Κωνσταντίνου ευνοούσε τον Χριστιανισμό και συγκλόνιζε, έμμεσα βέβαια, το σαθρό οικοδόμημα της ειδωλολατρίας.
14. Εφήρμοσε επίσης και παλαιές αυτοκρατορικές διατάξεις, διά των οποίων απαγορεύονται μαγείες και μαγγανείες. Οι ειδωλολάτρες ιερείς είχαν συμφέρον
και προσπάθησαν να ματαιώσουν τις διατάξεις. Εκείνος όμως επέμεινε.
15. Προχώρησε δε και περισσότερο εις τα μέτρα εναντίον της πλάνης των ειδωλολατρών, διότι θέσπισε νόμο, διά του οποίου οιχριστιανοί, στρατιωτικοί ή δημόσιοι υπάλληλοι,
δεν ήσαν υποχρεωμένοι να μετέχουν εις τας επισήμους κρατικές ειδωλολατρικές τελετές και θυσίας.
16. Νομοθέτησε, γεμάτος ευλάβεια και πίστη, έτσι, ώστε, να μη τολμήσει κανείς να βλασφημήσει τον Χριστό ή να ενοχλήσει Χριστιανό. Ο παραβάτης των Νόμων τούτων,
τιμωρούνταν αυστηρώς, και τα υπάρχοντα του δημεύονταν.
17. Καθιέρωσε να εγγράφονται εις το στράτευμα μόνον οι χριστιανοί και αυτοί να λαμβάνουν αξιώματα και ηγεμονίας, διότι λόγω της αρετής και ευσυνειδησίας των, εις αυτούς
είχε εμπιστοσύνη.
18. Πρόσταξε να αργούν όλοι και ν’ απέχουν από κάθε βιοποριστική εργασία κατά τις δύο εβδομάδες του Πάσχα, από του Σαββάτου του Λαζάρου μέχρι της Κυριακής του Θωμά,
διά να προσέρχονται εις την Εκκλησία. Όσοι πτωχοί εμβαπτίζονταν, διέταξε να τρέφονται και να ντύνονται διά βασιλικών εξόδων.
19. Παρακινούσε τους πιστούς να κτίζουν Ναούς, διά να λατρεύεται ο Χριστός. Εις την Ρώμη έκτισε ο ίδιος μέγα Ναό αφιερωμένο εις τον Σωτήρα Χριστό.
Ο ίδιος, μάλιστα, ο βασιλεύς σχεδίασε και το σχήμα του Ναού. Από αυτό το γεγονός, (ονομάσθηκε ο Ναός αυτός Βασιλική του Κωνσταντίνου και ο ρυθμός, ρυθμός βασιλικής.
Για να έχει μάλιστα περισσότερο μισθό από τον Θεό έσκαψε με ταπείνωση, πρώτος στα θεμέλια του Ναού και κουβαλούσε στον ώμο του πέτρες, για την οικοδόμηση του.
Από όλα αυτά τα μέτρα, που έλαβε ο Κωνσταντίνος, άλλαξε αμέσως το πρόσωπο της Οικουμένης. Χαρά και αγαλλίασης και ειρήνη επεκράτησε παντού.
Παρατήρησε όμως ο Αυτοκράτορας, ότι μερικοί από τους άρχοντες έμειναν κολλημένοι στην ειδωλολατρία. Γι’ αυτό συνεκάλεσε την Σύγκλητο και όλους τους προύχοντες
της Ρώμης και τους συνεβούλευσε.
-Γνωρίζετε, φίλοι μου, τους είπε, ότι ο βέβηλος δεν δέχεται συμβουλή, για να σωθεί. Διότι βρίσκεται στο σκοτάδι της αγνοίας. Αν όμως ανοίξει τα μάτια της ψυχής του,
θα καταλάβει εύκολα την αλήθεια και δεν θα προσκυνάει τα αναίσθητα κι’ άχρηστα αγάλματα, που κατασκευάζουν οι άνθρωποι. Εγώ, ευτυχώς, βρήκα τον αληθινό Θεό.
Πιστέψτε Τον και σεις και μη ελπίζετε στα είδωλα, που δεν μπορούν να σας ωφελήσουν σε τίποτε.
Εγώ δεν αναγκάζω κανένα να ‘ρθει στην ευσέβεια. Αλλά, σαν φίλος σας, σας συμβουλεύω να πράξετε το καλύτερο. Και ο Πανάγαθος Θεός δεν βιάζει κανένα,
αλλά θέλει όσοι Τον λατρεύουν, να Τον λατρεύουν με τη θέληση τους.
Μόλις τελείωσε ο Άγ. Κωνσταντίνος όλοι φώναξαν με μια φωνή:
-Ένας είναι ο αληθινός Θεός, ο Χριστός.
Πολλοί τότε πίστεψαν και βαπτίσθηκαν.
Σύγκρουση με τον Λικίνιο
Τα εννέα έτη της ειρήνης διέκοψε ο φθόνος και η κενοδοξία του Λικινίου. Ο Λικίνιος ο Άρχοντας της Ανατολής δεν τήρησε τους όρκους, που έδωσε. Νόμισε,
ότι ο ειδωλολατρικός κόσμος θα τον υπεστήριξε σε αγώνα του κατά του Κωνσταντίνου. Γι αυτό εκίνησε πόλεμο κατά των Χριστιανώνκαι του Μ. Κωνσταντίνου.
Εξεδίωξε όλους τους Χριστιανούς από την αυλή του. Έκλεισε Εκκλησίες και πολλές γκρέμισε. Θανάτωσε πολλούς χριστιανούς.
Ο Κωνσταντίνος του έγραψε να σταματήσει να διώκει τους Χριστιανούς και τον απείλησε με θάνατον. Ο Λικίνιος δεν τα ήκουσε. Με 150.000 δε πεζούς, 15.000 ιππείς
και 350 πλοία, κήρυξε τον πόλεμο κατά του Κωνσταντίνου το 323.
Ο Κωνσταντίνος δεν ήταν απαράσκευος. Με 12.000 πεζούς, 10.000 ιππείς, και 200 πλοία και το χριστιανικό λάβαρο, τον αντιμετώπισε σε δύο κατά ξηρά μάχες,
κοντά στην Αδριανούπολη, την 3ην Ιουλίου το 324 μ.Χ. Εις τις μάχες αυτές έπαιξε σπουδαίο ρόλο το λάβαρο του Σταυρού. Μόλις αντίκριζαν την λάμψη οι στρατιώτες του Λικίνιου,
οι ειδωλολάτρες, τους έπιανε φόβος και τρόμος κι τρέπονταν εις φυγή.
Ο Λικίνιος οχυρώθηκε στο Βυζάντιο, αλλά κι εκεί νικήθηκε από τον στρατό και τον στόλο του Μ. Κωνσταντίνου. Πέρασε εν συνεχεία στη Χρυσούπολη (Σκούταρι).
Αλλά κι εκεί νικήθηκε κατά κράτος.
Φονεύει τον Λικίνιο και τον υιό του Κρίσπο
Εξόρισε τον Λικίνιο στην Θεσσαλονίκη! Και
εκεί όμως ο Λικίνιος, αν και ευεργετημένος, έδειξε στάση
ανταρσίας, και αναγκάστηκε ο Κωνσταντίνος να τον θανατώσει.Σπουδαιότατο ρόλο έπαιξε ο υιός του Κωνσταντίνου Κρίσπος στον πόλεμο εναντίον του αυτοκράτορα Λικινίου, διότι ηγείτο επιδεξίως του στόλου. Ο Κρίσπος ήταν γιός,
που απέκτησε με την Μινερβίνα. Η Φαύστα, είχε τρεις γιούς, τους: Κωνσταντίνο, Κωνστάντιο και Κώνσταντα, οι όποιοι ύστερα έγιναν, αυτοκράτορες. Φοβήθηκε, λοιπόν,
μήπως η δόξα του Κρίσπου επισκιάσει τα παιδιά της. Γι’ αυτό ήθελε να τον εξοντώσει. Συνέλαβε δε την εξής εγκληματική συκοφαντία. Τον κατηγόρησε στον Μ. Κωνσταντίνο,
ότι ο Κρίσπος θέλησε να την μοιχεύσει και να φονεύσει τον πατέρα του, για να του αρπάξει και την γυναίκα και το θρόνο!
Ο Κωνσταντίνος πίστευε την συκοφαντία και διέταξε την θανάτωση του Κρίσπου.
Η Ελένη λυπήθηκε βαθύτατα κι ήλεγξε δριμύτατα τον αυτοκράτορα. Εκείνος μετανοιωμένος και συντετριμμένος διέταξε εξονυχιστικές ανακρίσεις. Απεδείχθη δε η φοβερή
πλεκτάνη της απάτης και της εγκληματικής συκοφαντίας και η Φαύστα οδηγείται στον θάνατον. Τα δύο αυτά γεγονότα πλήγωσαν βαθύτατα τον Κωνσταντίνο,
ο όποιος θρηνούσε σ’ όλη του την υπόλοιπη ζωή και ζητούσε συγχώρηση από τον Θεόν. Προς τιμήν του γιού του Κρίσπου του αδικοσκοτωμένου έστησε αργυρούν ανδριάντα
με την επιγραφή:
«Τῷ ἠδικημένω υἱῶ μου».
Η περίοδος της ειρήνης
Έτσι ο Κωνσταντίνος περί τα τέλη του 323,
εις ηλικία 49 ετών, αφού πλέον είχε νικήσει τον Λικίνιο, έγινε
Μονοκράτωρ, εις όλον το Ρωμαϊκό Κράτος, Δυτικό και Ανατολικό.Αποκατεστάθη πλέον η ενότητα.
Κωνσταντίνος και Αρειανισμός
Εμπνευσμένος ο Κωνσταντίνος από τα ευαγγελικά διδάγματα, θέλησε να εξαπλώσει την ειρήνη σ’ όλο τα πλάτη και μήκη της Επικρατείας του. Το πράγμα όμως του
παρουσίασε τραγική ειρωνεία. Διότι, δυστυχώς, ανεφάνη οξυτάτη διαμάχη μεταξύ του Αρείου και του επισκόπου Αλεξανδρείας Πέτρου. Διαφωνούσαν επί του λεπτότατου
Θεολογικού θέματος της φύσεως του Χριστού.
Ο Άρειος, διδάσκαλος της Αλεξανδρινής Σχολής κάτοχος της Ελληνικής φιλοσοφίας κήρυττε, ότι ο Χριστός δεν είναι ομοούσιος με τον Πατέρα, Θεός αληθινός,
αλλά το πρώτον κτίσμα, διά του όποιου ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο. Δίδασκε δηλ. αυτά, που αναμασούν και οι σημερινοί Ιεχωβάδες.
Πολλές επαφές του αιρεσιάρχου με τους εκκλησιαστικούς αρχηγούς της Αλεξανδρείας δεν καρποφόρησαν.
Ο Άρειος, παρά τις επανειλημμένες συστάσεις και υποδείξεις, επέμενε στην πλάνη του. Αλλά το πράγμα έφθασε στο απροχώρητο κι επενέβη ο Κωνσταντίνος, διά να ειρήνευση
την Εκκλησία.
Α΄. Οικουμενική Σύνοδος
Το θέμα ήταν σοβαρό. Επιβάλλετε να συγκληθεί Οικουμενική Σύνοδος, διά να διαλευκάνουν το ζήτημα εν Πνεύματι Αγίω. Είναι ο μόνος ενδεδειγμένος τρόπος,
όπως απέδειξαν η ιστορία, διά να επιλύονται τα σπουδαία και λεπτότατα θεολογικά προβλήματα. Με προσωπική του Κωνσταντίνου πρωτοβουλία, συγκαλούνται
οι επίσκοποι της υφηλίου, διά την Σύνοδο. Τις υπερβολικές δαπάνες αναλαμβάνει ο Αυτοκράτωρ. Έτσι το 325 συνήλθε η Α΄. Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια της Μικράς Ασίας.
Εκεί συγκεντρώθηκαν τριακόσιοι δέκα οκτώ Πατέρες.
Εις την Σύνοδο αυτήν παρακάθισε και ο φιλόχριστος Κωνσταντίνος. Κάθισε δε, όχι επί βασιλικού θρόνου, αλλά επί χαμηλού καιταπεινού καθίσματος, όπως και οι Αρχιερείς.
Οι Πατέρες στη Σύνοδο είχαν απόλυτη ελευθερία να εκφράσουν την γνώμη τους. Ουδεμία δέσμευσης από τον Κωνσταντίνο. Εκείνος επιμελείτο μόνο τα έκτος της Εκκλησίας.
Καλείται ο αιρεσιάρχης Άρειος να έλθει ενώπιο της Συνόδου και να εκθέσει τις ιδέες του. Πράγματι, προσήλθε με τους πολλούς φίλουςκαι οπαδούς του. Ανέπτυξε τις ιδέες του
και οι Πατέρες τον αντέκρουσαν και ανέπτυξαν τις αλήθειες της Πίστεως. Ο Άγιος Σπυρίδων απέδειξε το δόγμα της Αγίας Τριάδος, με το γνωστό θαύμα του κεραμιδιού.
Στη Σύνοδο αυτή διά θαύματος απέδειξαν επίσης την θεότητα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ο Άγιος Αχίλλειος και ο Άγιος Οικουμένιος ο επίσκοπος Τρικάλων.
Έπειτα από όλα αυτά, πολλοί από τους οπαδούς του Αρείου τον εγκατέλειψαν κι επέστρεψαν στην Ορθοδοξία.
Η Σύνοδος συνέταξε τα πρώτα άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως δηλ του Πιστεύω. Ρύθμισε επίσης, διάφορα άλλα θέματα, όπως το πότε να εορτάζεται το Άγιο Πάσχα
εις όλη την Εκκλησία. Ήτοι όρισε να εορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά την πρώτη πανσέληνο της Εαρινής Ισημερίας και μετά το Πάσχα των Εβραίων.
Τα πρακτικά της Συνόδου τα υπέγραψαν όλοι οι Αρχιερείς, πλην του Αγίου Νικολάου που βρισκόταν στην φυλακή. Τον φυλάκισε ο Άγιος Κωνσταντίνος, διότι ράπισε τον Άρειο.
Τελευταίος τα υπέγραψε ο ευσεβέστατος Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος.
Οι εργασίες της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου διήρκεσαν τριάμισι χρόνια από το 325 έως το 329.
Παρεκάλεσε κατόπιν τους 318 Πατέρες να επισκεφτούν κι ευλογήσουν την Νέα του Πρωτεύουσα, την Κωνσταντινούπολη, που έκτιζε κι βρισκόταν εις το τέλος η οικοδομή.
Να επισκεφτούν επίσης εκεί και τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μητροφάνη, ο όποιος ήτο βαριά άρρωστος.
Πράγματι, οι Αρχιερείς πήγαν εις την Νέα Πόλη και την ευλόγησαν. Την ονόμασαν Κωνσταντινούπολη, εις τιμήν του Μ. Κωνσταντίνου, που την έκτισε.
Την αφιέρωσαν δε εις την Αειπάρθενον Θεοτόκον, την Μητέρα του Σωτήρος.
Εις την Κωνσταντινούπολη παρέθεσε ο Άγιος Κωνσταντίνος ηγεμονική τράπεζα εις τους Αγίους Πατέρες και τους έδωσε πολύτιμα δώρα. Στην τράπεζα παρακάθισε και ο ίδιος.
Διά να λάβει δε ευλογία και αγιασμό, φιλούσε το βγαλμένο μάτι του Παφνουτίου και τα στρεβλωμένα χέρια και τα σώματα των Ομολογητών, που ήταν πληγωμένα από τους
τυράννους στον καιρό των διωγμών.
Κωνσταντίνος και Ρώμη
Μια επίσκεψις του στη Ρώμη το 326, συνειδητοποίησε στον Κωνσταντίνο την ανάγκη να μεταφέρει τη πρωτεύουσα. Το χάσμα μεταξύ αυτού και της Ρώμης ήταν αγεφύρωτο.
Υβρίσθηκε, για την χριστιανόφιλη πολιτική του κι επαινέθηκε, ο γιός του Κρίσπος, που δεν είχε καμιά σχέση με την Εκκλησία του Χριστού. Τότε, μετά απ’ όλα αυτά,
πήρε την απόφαση να κτίση την καινούργια πρωτεύουσα. Άλλωστε και η αχανής αυτοκρατορία επέβαλε την μεταφορά της πρωτευούσης εις το κέντρο του κράτους
για να μπορεί να κυβερνάται καλύτερα κι ευκολότερα.
Εκτός αυτών ο Μ. Κωνσταντίνος από το 316 είχε δει θεϊκό Όραμα και διατάχθηκε να κτίση μια πόλη στην Ανατολή, την οποίαν να αφιερώσει στην Παναγία.
Τώρα απεφάσισε να εκτελέσει την θεϊκή εκείνη προσταγή.
Το κτίσιμο της Κωνσταντινουπόλεως
Κατ’ αρχάς ο Μέγας Κωνσταντίνος θέλησε να
κτίση τη νέα πρωτεύουσα στη Θεσσαλονίκη, αλλά εμποδίστηκε και πήγε στη
Χαλκηδόνα, που είχαν καταστρέψει οι Πέρσες.Του άρεσε η τοποθεσία εκείνη κι άρχισε να κτίζει. Δεν ήταν όμως θέλημα Θεού να γίνει εκεί. Γι αυτό έρχονταν αετοί, άρπαζαν τα εργαλεία των τεχνιτών και τα πετούσαν στο
Βυζάντιο. Βλέποντας αυτό το θαυμαστό γεγονός, κατάλαβε, ότι εκεί ήτο θέλημα Θεού να κτιστεί. Γι αυτό προτίμησε το κεντρικότερο αυτό μέρος, το όποιον συνέδεε Ανατολή
και Δύσι, Ευρώπη και Ασία. Άρχισε να κτίζει την νέα πόλη στα ερείπια του Βυζαντίου, εις τον Βόσπορο.
Η φροντίδα του, για τη νέα πρωτεύουσα ήταν μεγάλη. Ήθελε να ξεπερνά η νέα πρωτεύουσα την παλαιά. Ήθελε να την φτιάξη εξ ολοκλήρου χριστιανική την πόλη.
Έκτισε τους θαυμάσιους Ναούς του αγίου Μωκίου, του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ, της Αγίας Ειρήνης, των Αγίων Αποστόλων και άλλους. Προσέφερε δε εις αυτούς πολλά και πολύτιμα ιερά σκεύη.
Δεκαπλασίασε την παλαιά έκταση της πόλεως του Βυζαντίου. Περιέβαλε με τεράστιο προστατευτικό τείχος την πόλη, η οποία χάρις, σ’ αυτά τα τείχη σώθηκε πολλές φορές
από τις επιδρομές των αλλοφύλων και διέγραψε την ιστορία της των χιλίων εκατό ετών.
Στην μεγάλη πλατεία του ονομαζόμενου Φόρου, υψώθηκαν δύο στήλες του Κωνσταντίνου και της Μητρός του Ελένης. Στη μέση των Στηλών
(όπως μας αναφέρει ο ιστορικός Παπαρρηγόπουλος), τοποθετήθηκε ο Σταυρός με την επιγραφή:
«Εἰς ἅγιος, εἰς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός. Ἀμήν».
Τα εγκαίνια της νέας Βασιλευούσης έγιναν μεγαλοπρεπέστατα την 11ην Μαΐου του 330. Την πόλη αφιέρωσε στη Θεοτόκο και την ονόμασαν, Κωνσταντινούπολη η Νέα Ρώμη.
Η οικοδομή της Πόλεως τελείωσε το 330 μ.Χ.
Κατά το 331 με διάταγμα γκρέμισε στην Αθήνα όλους τους ειδωλολατρικούς βωμούς. Και τούτο, διότι εις τους βωμούς και ναούς αυτούς λατρευόταν ο Σατανάς,
ο εχθρός του Θεού, που πλανούσε τους ανθρώπους και δεν τους άφηνε να σωθούν.
Την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου ο Χριστιανισμός ξαπλωθεί.
Δικαίως, η Εκκλησία τον ονόμασε Ισαπόστολο.
Η τελευταία εκστρατεία του
Το 336 οι αντίχριστοι Εβραίοι, που
βλέπανε, ότι οι χριστιανοί πληθύνονταν, παρακίνησαν τον βασιλέα των
Περσών Σαπώρ να καταδιώξει τους χριστιανούς.Εκείνος φόνευσε εκατό Κληρικούς σε μια μέρα μεταξύ των οποίων ήσαν και αρκετοί επίσκοποι. Επίσης φόνευσε και δέκα οκτώ χιλιάδες πιστούς.
Όταν τα έμαθε αυτά ο Άγιος Κωνσταντίνος, έστειλε επισήμως, απεσταλμένους στον Σαπώρ να πάψη τους διωγμούς. Αλλά εκείνος δεν θέλησε να συμμορφωθεί.
Ο Κωνσταντίνος τότε συνάθροισε στρατό πολύν κι εκστράτευσε εναντίον του.
Όταν το έμαθε ο βασιλεύς των Περσών, που είχε εν τω μεταξύ μπει στη Μεσοποταμία, φοβήθηκε, το μετάνιωσε κι έστειλε πρέσβεις ζητώντας ειρήνη.
Στην εκστρατεία αυτή ο Κωνσταντίνος αρρώστησε. Περνούσε τότε τη Νίκαια. Ήταν λίγες μέρες μετά το Πάσχα. Ένοιωσε ενόχληση και γενική αδιαθεσία. Η αρρώστια χειροτέρευε.
Τον πήγαν τότε στην Νικομήδεια και κατόπιν σ’ ένα προάστιο της, τον Αχυρώνα. Ήταν κατάλληλος τόπος, για ανάπαυση κι αναψυχή. Εκεί, πήγε στο Ναό,
εξομολογήθηκε τα αμαρτήματα του και αποφάσισε να βαπτιστεί.
Από εκεί ήλθε στα ανάκτορα της Νικομήδειας. Κάλεσε τότε τους Ορθοδόξους Επισκόπους, που τον συνόδευαν και τους είπε την απόφαση του:
Αυτός είναι ο καιρός που περίμενα με πόθο, για να τύχω της κατά Θεό σωτηρίας. Είναι πλέον καιρός ν’ απολαύσω κι εγώ την αθανατοποιό σφραγίδα.
Σκεπτόμουν να λάβω το βάπτισμα στα ύδατα του Ιορδάνη ποταμού όπου και ο Σωτήρ το έλαβε ως άνθρωπος. Ο Θεός όμως, που βλέπει το συμφέρον,
είθε να με αξίωση εδώ τώρα να το λάβω. Κατόπιν οι Αρχιερείς τον βαπτίσαν.
Κοίμησης του Αγίου Κωνσταντίνου
Εκοιμήθει την 21ην Μαΐου του 337, την
ημέρα της Πεντηκοστής εις ηλικία 63 ετών. Βασίλευε 30 χρόνια και δέκα
μήνες. Περιέβαλαν δε αμέσως την σωρό του με την αλουργίδα.Του έβαλαν το διάδημα. Τον τοποθέτησαν σε χρυσή λάρνακα και τον μετακόμισαν στην Κωνσταντινούπολη. Εδώ τον τοποθέτησαν στην μεγάλη αίθουσα των ανακτόρων,
πάνω σε υψηλό ικρίωμα, ενώ γύρω - γύρω έκαιγαν άπειρες λαμπάδες. Όλοι οι αξιωματικοί, στρατιωτικοί και πολιτικοί άρχοντες ασπάζονταν τον νεκρό γονυκλινείς.
Με γενικό πένθος τον ενταφίασαν στο Ναό των Άγιων Αποστόλων, εντός του τάφου, που ο ίδιος είχε προετοιμάσει προηγουμένως.
Η Ιστορία τον απεκάλεσε Μέγα.
Η Εκκλησία μας τον ανακήρυξε Ισαπόστολο, διότι η παύσης των διωγμών, η αντικατάστασης της παλαιάς ειδωλολατρικής θρησκείας με την χριστιανική το εισαχθέν
εις την νομοθεσία χριστιανικό πνεύμα και τόσα άλλα είναι προσφορά μεγίστη προς την Εκκλησία.
Η Εκκλησία τιμά την μνήμη του την 21ην Μαΐου μετά της μητρός του Αγίας Ελένης, διότι και η μητέρα του Ελένη αναδείχτηκε Αγία καιΙσαπόστολος.
Αγία Ελένη
Έργα ευσεβείας
Η Αγία Ελένη πέρασε στη ζωή της πολλά
βάσανα και στενοχώριες, αλλά τα αντιμετώπιζε με την πίστη της στο
Χριστό. Σ’ όλα τα χρόνια της ζωής της είχε ένα σκοπό:πώς να υπηρέτη τον Θεό, να Τον λατρεύει και να προοδεύει στην αρετή και την αγιότητα. Έφτασε σε ύψη αρετής και αγιότητας. Καί το οτι έγινε ο γιός της αυτοκράτορας
και αυτή η πρώτη γυναίκα του κόσμου, εν τούτοις ήταν ταπεινή, ταπεινότατη και καλοκάγαθη. Γι’ αυτό την αξίωσε ο Θεός να κάνεικαι μεγάλα έργα.
Το 326 μεταβαίνει στην Ιερουσαλήμ διά ξηράς. Περνά τα Βαλκάνια και Μ. Ασία και παντού γίνεται δεκτή με θρίαμβο. Στις πόλεις, που περνά διαμοιράζει πλουσιοπάροχα
δωρεές στους φτωχούς, στους δυστυχείς ,στις Εκκλησίες και σ’ άλλα φιλανθρωπικά έργα.
Από πολύ καιρό ήθελε η Αγία να προσκυνήσει τους Άγιους Τόπους. Ποθούσε να ευρεθεί και να προσευχηθεί εκεί, όπου δίδαξε, βάδισε, θαυματούργησε και έπαθε ο Σωτήρας μας.
Έκτος απ’ αυτό ήθελε να εύρη και τον Τίμιο Σταυρό. Ο γιός της ο Μέγας Κωνσταντίνος είδε προηγουμένως, ένα θεϊκό δράμα και την έστειλε τώρα στα Ιεροσόλυμα,
για να ψάξει και βρει τον Τίμιο Σταυρόν καθώς επίσης και τον Τόπο, στον όποιον σταυρώθηκε κι ετάφη ο Κύριος. Αυτά, το Αντίχριστο γένος των Εβραίων, τα είχε σκεπάσει
και κρύψει, για να μη τα ξέρουν οι πιστοί και τα προσκυνούν. Γι’ αυτό η Αγία Ελένη φθάνοντας στην άγια γη, με πολύ στράτευμα και στρατηγούς και άρχοντες,
κινείται κι ερευνά δραστήρια. Οι Εθνικοί και οι Εβραίοι για να εξαφανίσουν τα ίχνη του Χριστού, να αποκρύψουν τον τόπο της Σταυρώσεως και της Αναστάσεως παραμόρφωσαν
το ύψωμα. Το ισοπέδωσαν, ρίχνοντας χώματα. Βεβήλωσαν τους Αγίους Τόπους, χτίζοντας εκεί ναό και άγαλμα της Αφροδίτης της θεάς της ακολασίας!
Ο Κωνσταντίνος διέταξε τον ηγεμόνα της Παλαιστίνης Δρακολιανό να γκρεμίσει τον βωμό. Παρήγγειλε να κτίση εκεί μεγαλόπρεπη Εκκλησία.
Η πρώτη φροντίδα της Αγίας ήτανε να μαζέψει πληροφορίες από τον Επίσκοπο και προ πάντων από τους ντόπιους γέροντες κατοίκους Ιουδαίους, για το μέρος της Σταυρώσεως
και του Τάφου του Κυρίου.
Η εύρεσης του Τιμίου Σταυρού
Τότε παρουσιάσθηκε στην Αγία Ελένη μια Εβραία κόρη. Αυτή υποσχέθηκε, ότι θα δείξει τον τόπον, που είχε ακούσει από τους παλαιοτέρους, ότι είναι ο Σταυρός.
Ζήτησε όμως ασφάλεια ζωής. Διότι ήξερε, ότι θα την σκότωναν οι Εβραίοι, που πάντοτε μισούσαν θανάσιμα τους χριστιανούς. Αφού εξασφαλίστηκε, τότε υπέδειξε έναν Εβραίο,
ονόματι Ιούδα, ο όποιος γνώριζε ακριβώς το μέρος, που βρισκόταν θαμμένος ο Τίμιος Σταυρός. Ο Ιούδας όμως αρνούταν να υπόδειξη τον Άγιο Τόπο, όπου ήταν θαμμένος
ο Τίμιος Σταυρός. Γι’ αυτό χρησιμοποίησαν βία. Τον κατέβασαν σε ένα ξεροπήγαδο και τον άφησαν επτά μέρες νηστικό, χωρίς ψωμίκαι νερό. Την έβδομη όμως δεν άντεξε ο
Εβραίος και φώναξε:
-Βγάλτε με και θα σας δείξω τον τόπον, που σταυρώθηκε ο Χριστός.
Πράγματι ! Οδήγησε την Αγία Ελένη στο Γολγοθά, εκεί ακριβώς, που ήταν ο Τίμιος Σταυρός του Χριστού μας. Πάνω στην τοποθεσία αυτή φύτρωσε ένα φυτό ευωδέστατο,
που από τότε το ονόμασαν, Βασιλικό χόρτο ή Βασιλικός. Πολλές φορές οι Εβραίοι και οι Εθνικοί το ξερίζωναν, αλλά εκείνο ξανά φύτρωνε πιο θαλερό και πιο ευώδες.
Θάνατος από τους Εβραίους περίμενε εκείνον, που θα φανέρωνε αυτά. Η Αγία Ελένη προσευχήθηκε τότε στον Κύριο και αμέσως έγινε σεισμός. Σχίσθηκε εκεί ο τόπος
και από αυτό το βάθος πετάχτηκε ευώδες θυμίαμα. Μόλις είδε το θαύμα ο Ιούδας, επίστεψε και έγινε Χριστιανός.
Παρουσία της Αγίας Ελένης έγινε τότε η ανασκαφή και βρέθηκαν τρεις Σταυροί σ’ ένα μικρό κοίλωμα. Δεν ήξεραν όμως, ποιος από τους τρεις ήταν του Χριστού.
Τη στιγμή εκείνη εκεί κοντά βρίσκονταν μια ετοιμοθάνατος γυναίκα, που έπασχε από χρονιά αρρώστια και έπνεε τα λοίσθια. Ετέθησαν επάνω της οι δύο σταυροί των ληστών,
αλλά τίποτε δεν έκαμαν. Μόλις όμως έβαλαν και τον τρίτον σταυρόν, η γυναίκα που ψυχορραγούσε ανέλαβε δυνάμεις αμέσως κι η αρρώστια έφυγε. Έγινε τελείως, καλά.
Τότε κατάλαβαν, ότι αυτός ήταν ο Τίμιος Σταυρός του Κυρίου. Άλλωστε καθώς αναφέρει κι ο Ευθύμιος Ζυγαβινός κατάλαβαν τον Σταυρόν του Χριστού και από την πινακίδα,
σανίδα, που είχε βάλει ο Πιλάτος στο πάνω μέρος με την τρίγλωσση επιγραφή Ι.Ν.Β.Ι.
Η χαρά της Αγίας Ελένης δεν περιγράφεται. Ευχαριστούσε τώρα τον Θεόν από τα βάθη της καρδιάς της. Το θαύμα το είδαν και πολλοί Εβραίοι και πιστέψανε στο Χριστό.
Κατόπιν αυτών ο Ιούδας βαπτίσθηκε κι ονομάστηκε Κυριάκος.
Η Βασίλισσα τον κάλεσε και του ανέθεσε να βρει τους Ήλους, με τους οποίους καρφώσανε τον Χριστό. Ο Κυριάκος με άλλους χριστιανούς προσευχήθηκαν και αμέσως έλαμψε
ο τόπος, που ήταν τα καρφιά χωμένα. Έσκαψαν και τα βρήκαν.
Η συγκίνηση της Αγίας Ελένης κορυφώνεται με το χτίσιμο του Ναού της Αναστάσεως στο Γολγοθά. Έκτισε επίσης τον Ναό της Γεννήσεως στο Σπήλαιον της Βηθλεέμ,
τον Ναό του όρους των Ελαιών και άλλους. Έμεινε ένα χρόνο περίπου στην άγια Πόλη, παρακολουθώντας την ανέγερση των Ναών αυτών με τις αυτοκρατορικές δαπάνες.
Όταν επρόκειτο η μακαρία Ελένη να επιστρέψει εις την Κωνσταντινούπολη, διέταξε κι έκοψαν με πριόνι τον Τίμιο Σταυρό από πάνω έως κάτω. Έτσι έγιναν δύο Σταυροί, με ολιγότερο πάχος.
Τον ένα τον άφησε στα Ιεροσόλυμα και τον άλλον τον πήρε μαζί της στην Κωνσταντινούπολη Επίσης πήρε και τους Ήλους διά τα επίσημα εγκαίνια της Πόλεως, που έγιναν το 330 μ.Χ.
Επιστρέφοντας η Αγία Ελένη, πέρασε και από την Κύπρο, έχοντας μαζί της τον Τίμιο Σταυρό. Ο Σταυρός όμως, χάθηκε από κοντά τηςκαι πήγε σε ένα βουνό,
που από τότε το ονόμασαν Σταυροβούνιο. Από εκεί ψηλά έλαμπε, με ένα γλυκό φως παντού.
Τότε η Αγία Ελένη μετέβη εκεί, έκανε ένα άλλο ξύλινο Σταυρόν μεγάλο και επί του οποίου έβαλε ένα κομμάτι από τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου. Στη θέση εκείνη κτίσθηκε
Μοναστήρι.
Είναι η Ιερά Μονή Σταυροβουνίου.
Το 327 ο υιός της Μ. Κωνσταντίνος δέχθηκε την επιστροφή της Μητέρας του Ελένης με συγκινητικότατα δείγματα στοργής και ευλάβειας. Βγήκε εις προϋπάντηση της
και έπεσε κάτω και προσκύνησε με χαρά το Τίμιο Ξύλο. Παρέδωσε δε στον Πατριάρχη Μακάριο το Τίμιο Ξύλο και την θήκη, που περιείχε τους Ήλους, διά να τα προσκυνούν
οι πιστοί.
Από τους τέσσαρις όμως Ήλους τους δύο τους τοποθέτησαν στο βασιλικό Στέμμα. Ο Κωνσταντίνος πάντοτε έφερε μαζί του στην περικεφαλαία τον τύπον του Τιμίου Σταυρού.
Αργότερα ένα τμήμα του Τιμίου Σταυρού το έφερε στη Ρώμη ο Κωνσταντίνος. Εκεί έκτισε Ναό.
Σήμερον το μεγαλύτερο τεμάχιο του Τιμίου Σταυρού ευρίσκεται εις το Άγιο Όρος, στη Μονή του Ξηροποτάμου. Το 1969 το μετέφεραν εις τας Αθήνας και το προσκύνησαν τα
πλήθη του λαού.
Κομμάτι από το Τίμιο Σταυρό
Η κοίμησης της Αγίας ΕλένηςΗ κούραση όμως, οι φροντίδες και οι ταλαιπωρίες του μακρινού ταξιδίου κλόνισαν την υγεία της και υπέκυψε. Γι αυτό τον άλλον χρόνο, εκοιμήθει και εισήλθε πλήρης ημερών
η Αγία Ελένη στα αθάνατα σκηνώματα, εις ηλικία 80 - 81 ετών. Απέθανε πιθανότατα στη Νικομήδεια κοντά στον αγαπημένο της γιό τον Μ. Κωνσταντίνο. Εκηδεύθει δε βασιλικά,
όπως τις άξιζε.
Αργότερα τα οστά της μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη κι ετάφησαν στο Ναό των Αγίων Αποστόλων, που τον άρχισε ο Μ. Κωνσταντίνος και τελείωσε ο γιός του
Κωνστάντιος. Εκεί συγκέντρωσαν όλα τα Αγία λείψανα των Αγίων Αποστόλων. Ήταν και αυτή Ισαπόστολος.
Η Εκκλησία μας την συνεορτάζει με το παιδί της, τον Άγιο Κωνσταντίνο, την 21ην Μαΐου. Και οι Αγιογράφοι την εικονίζουν πάντοτε μαζί. Την ονόμασαν δε η Εκκλησία
Ισαπόστολων. Και πράγματι ήταν.
1ον Διότι ότι έκαμε ο Μέγας Κωνσταντίνος διά τον χριστιανισμό, οφείλεται στην Αγία Ελένη. Η προς τους Χριστιανούς συμπεριφορά του Κωνσταντίνου, η οποία τόσον
ευεργετικά αποτελέσματα είχε για την Εκκλησία, προπαρασκευάσθηκε με τη διαπαιδαγώγηση, που του έδωσε η μητέρα του Ελένη.
2ον Διότι η ίδια ήταν Αγία. Έζησε ζωή αγιασμένη. Δεν επηρεάστηκε από τις τιμές.
Αυτή έβαλε σκοπό, πώς να σώσει την ψυχή της, να αρέσει στο Θεό και να μπει στον Παράδεισο. Και το πέτυχε.
Αλλά και η ίδια προήγαγε τα έργα της Χριστιανικής ευσεβείας και φιλανθρωπίας. Με το παράδειγμά της και τα έργα της τράβηξε πολύν κόσμο στην πίστη του Χριστού.
Εκμεταλλεύτηκε την αγάπη του γιού της και ίδρυσε τους μεγαλοπρεπείς Ναούς της Χριστιανοσύνης, μέσα στους οποίους προσκυνούνκαι λατρεύουν οι πιστοί τον Θεό μέχρι
σήμερα.
Πηγή: Από το βιβλίο «Οι Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη»
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος
Τοῦ Σταυροῦ σου τόν τύπον ἐν οὐρανῶ
θεασάμενος καί ὡς ὁ Παῦλος τήν κλῆσιν, οὐκ ἐξ ἄνθρωπων δεξάμενος, ὁ ἐν
βασιλεύσιν Ἀπόστολός Σου Κύριε βασιλεύουσαν
Πόλιν τή χειρί σου παρέθετο. Ἤν περίζωσε διά παντός ἐν εἰρήνη, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, μόνε Φιλάνθρωπε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.