Παχωμίου του Μεγάλου και Αχιλλείου Λαρίσης
Παραθέτουμε το συναξάρι της ημέρας από το Συναξαριστή του Αγίου Νικοδήμου:
Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Παχωμίου
Αυτός ο Όσιος Πατέρας μας Παχώμιος καταγόταν από την Αίγυπτο της κάτω Θηβαΐδας και ζούσε κατά τους χρόνους του Μεγάλου Κωνσταντίνου στα 323. Ήταν γιος ασεβών γονέων, οι οποίοι προσκυνούσαν τα είδωλα. Ο Άγιος πηγαίνοντας μια φορά μαζί με τους γονείς του στο ναό των ειδώλων, άκουσε τον υπηρέτη του ναού να λέει στους γονείς του, που πρόσφεραν θυσία στα είδωλα: “πάρτε από δω τον εχθρό των Θεών και διώξτε τον”. Το έλεγε αυτό για τον Παχώμιο. Επειδή, όπως φαίνεται, φοβόταν το δαιμόνιο, που κατοικούσε στο ναό, τη μέλλουσα αρετή του Αγίου. Όταν μάλιστα ο Άγιος ήπιε από το κρασί, που προσφέρθηκε στο δαίμονα, το ξέρασε αμέσως. Όταν ο Άγιος ενηλικιώθηκε, συναριθμήθηκε με τα Βασιλικά στρατεύματα και μετά από λίγο καιρό άφησε τη στρατιωτική τάξη και πήγε στην ανώτερη Θηβαΐδα και αμέσως έλαβε το Άγιο Βάπτισμα. Έπειτα ντύθηκε το μοναχικό σχήμα και έτρεξε στην έρημο. Όταν λοιπόν πήγαινε κατά τον τόπο της Ταβεννησίας, του ήρθε φωνή από τον Ουρανό, η οποία φανέρωνε, ότι ο τόπος εκείνος ήταν κατάλληλος για να χτιστεί μοναστήρι και ότι έμελλε να συναχθεί σ’ αυτό πλήθος μοναχών. Ο Όσιος έχτισε εκεί το μοναστήρι του. Με το πέρασμα του καιρού, έτρεξαν στο μοναστήρι πολλοί αδελφοί και έγιναν μοναχοί, ανάμεσα στους οποίους και ο αγιασμένος Θεόδωρος ο μαθητής του, ο οποίος ήταν ζηλωτής του βίου και της αρετής του Οσίου Παχωμίου και τόσο πολύ καθαρίστηκε με την απάθεια και σε τόσο ύψος θεωρίας ανέβηκε, ώστε έβλεπε τις καθαρές ψυχές των Αγίων, όταν ανέβαιναν στον Ουρανό και έβλεπε σαν να ήταν παρόντα εκείνα, που γίνονταν σε μακρινά μέρη και πρόλεγε σαν ενεστώτα εκείνα, που έμελλαν να συμβούν.
Προτού να πεθάνει ο Άγιος Παχώμιος, αριθμήθηκε το πλήθος των Μοναχών, που προσέτρεξαν στην έρημο κοντά του και βρέθηκαν χίλιοι τετρακόσιοι μοναχοί. Από αυτό το μεγάλο πλήθος γίνεται φανερό, ότι ο Παχώμιος ήταν βεβαίως θείος άνδρας και απλησίαστος στην αρετή και γι’ αυτό τον ακολούθησαν τόσοι και τόσοι, όχι για τρυφηλή ζωή, όχι για σαρκικές προσπάθειες, πράγματα δηλαδή με τα οποία χαίρονται και γλυκαίνονται οι άνθρωποι και γι’ αυτά αναχωρούν από τα σπίτια και τους συγγενείς τους. Αλλά τον ακολούθησαν, επειδή θαύμασαν την εγκράτεια και τους ασκητικούς του κόπους και επειδή ποθούσαν να μιμηθούν κι εκείνοι, όσο τους ήταν δυνατόν, την ασώματη και αγγελική του ζωή. Αφού λοιπόν ο αοίδιμος πέρασε την παρούσα ζωή μ’ αυτόν τον τρόπο, κοιμήθηκε ειρηνικά και ενταφιάστηκε στο δικό του Μοναστήρι.
Ό Όσιος νουθετοῦσε μὲ τὰ λόγια του
Ὁ μέγας Παχώμιος χαιρόταν πολύ, διαπιστώνοντας ὅτι ὁ μαθητής του Θεόδωρος ἦταν σὲ ὅλα συνετός, καὶ ὅτι, μολονότι νέος, ὄχι μόνο δὲν εἶχε τὴν (ἀνώριμη) σκέψη τῶν νέων, ἀλλὰ στήριζε στὴν ἄσκηση καὶ ἄλλους, τοὺς πιὸ ἀδύνατους.
Καθὼς λοιπὸν εἶχαν συνήθεια νὰ συγκεντρώνονται ὅλοι (οἱ μοναχοί) κάθε βράδυ σ᾿ ἕνα σημεῖο τῆς μονῆς καὶ ν᾿ ἀκοῦνε τὴ διδαχὴ τοῦ μεγάλου (Παχωμίου), (κάποια φορά), ὅταν ὅλοι εἶχαν μαζευτεῖ γι᾿ αὐτό, προστάζει ἐκεῖνος τὸ Θεόδωρο - νέον, ὅπως εἴπαμε, ὄχι πάνω ἀπὸ εἴκοσι χρονῶν - νὰ κηρύξει στοὺς ἀδελφοὺς τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτὸς ἀμέσως, χωρὶς καμιὰ ἀντιλογία ἢ παρακοή, ἄνοιξε τὸ στόμα του καὶ τοὺς εἶπε πολλὰ ὠφέλιμα.
Μερικοὶ ὅμως ἀπὸ τοὺς γεροντότερους, βλέποντας αὐτὸ τὸ πρᾶγμα, δὲν θέλησαν νὰ τὸν ἀκούσουν.
«Θὰ μᾶς διδάξει αὐτὸς ὁ ἀρχάριος;», εἶπαν μεταξύ τους.
«Δὲν θὰ τὸν ἀκούσουμε!». Ἄφησαν λοιπὸν τὴ σύναξη κι ἔφυγαν ὁ καθένας γιὰ τὸ κελλί του.
Ὅταν τέλειωσε ἡ διδασκαλία, ὁ μέγας (Παχώμιος) ἔστειλε καὶ τοὺς κάλεσε.
Καὶ μόλις ἦρθαν, τοὺς ρώτησε:
- Γιὰ ποιὸ λόγο ἀφήσατε τὸ κήρυγμα καὶ φύγατε γιὰ τὰ κελλιά σας;
- Καλά, ἀποκρίθηκαν, ἔβαλες ἕνα παιδὶ νὰ κάνει τὸ δάσκαλο σὲ τόσους γέροντες, ποὺ πέρασαν μία ζωὴ μέσα στὸ μοναστῆρι;
Ὅταν τοὺς ἄκουσε (ὁ ὅσιος), σκυθρώπιασε καὶ ἀναστέναξε βαθιά.
- Ξέρετε, εἶπε, ἀπὸ ποῦ ἄρχισαν νὰ μπαίνουν τὰ κακὰ στὸν κόσμο;
- Ἀπὸ ποῦ; ρώτησαν ἐκεῖνοι.
- Ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια! Ἐξαιτίας της «ἐξέπεσεν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ὁ ἑωσφόρος, ὁ πρωὶ ἀνατέλλων» καὶ «συνετρίβη εἰς τὴν γῆν» (Ἡσ. 14:12). Ἐξαιτίας της κατοίκησε μαζὶ μὲ τὰ θηρία καὶ ὁ βασιλιὰς τῆς Βαβυλῶνας Ναβουχοδονόσορ (Δαν. 4:25-30). Ἢ μήπως δὲν ἀκούσατε τί λέει ἡ Γραφή, ὅτι «ἀκάθαρτος παρὰ Θεῷ πᾶς ὑψηλοκάρδιος» (Παροιμ. 16:5), καὶ ὅτι «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται καὶ ὁ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται» (Λουκ. 14:11); Ἐπειδὴ λοιπὸν δὲν τὰ λογαριάσατε αὐτά, νικηθήκατε ἀπὸ τὸ διάβολο καὶ χάσατε ὅλη σας τὴν ἀρετή, γιατὶ ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι μητέρα καὶ ἀρχὴ ὅλων τῶν κακῶν. Φεύγοντας, δὲν ἀπομακρυνθήκατε ἀπὸ τὸ Θεόδωρο, ἀλλὰ χωριστήκατε ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, καθὼς στερηθήκατε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Εἶστε πραγματικὰ ἀξιολύπητοι. Πῶς δὲν καταλάβατε, ὅτι ὁ σατανᾶς ἦταν ποὺ σᾶς παρακίνησε νὰ φτάσετε σ᾿ αὐτὸ (τὸ κατάντημα;) Ὤ, τί παράδοξο! Ὁ Θεὸς «ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρις θανάτου» (Φιλιπ. 2:8) γιὰ μᾶς, κι ἐμεῖς, ἂν καὶ ἀπὸ τὴ φύση μας ταπεινοὶ ἔχουμε ἔπαρση! Ὁ ἀπὸ τὴ φύση Του ὑψηλὸς καὶ ἄπειρος, ποὺ μὲ τὸ βλέμμα Του καὶ μόνο μπορεῖ νὰ κατακάψει τὰ πάντα, ἔσωσε τὸν κόσμο μὲ τὴν ταπείνωση, κι ἐμεῖς, ποὺ εἴμαστε χῶμα καὶ στάχτη καὶ ἀκόμα πιὸ τιποτένιοι ἀπὸ αὐτά, φουσκώνουμε ἀπὸ ὑπερηφάνεια, ἀγνοώντας ὅτι καταποντιζόμαστε ἔτσι στὰ κατάβαθα τῆς γῆς. Δὲν εἴδατε ἐμένα, μὲ πόση προσοχὴ παρακολουθοῦσα (τὴν ὁμιλία τοῦ Θεόδωρου;) Σᾶς βεβαιώνω, ὅτι ἐγὼ πάρα πολὺ ὠφελήθηκα ποὺ τὸν ἄκουσα. Γιατὶ δὲν τοῦ ἐπέτρεψα νὰ σᾶς κηρύξει γιὰ νὰ σᾶς δοκιμάσω, ἀλλὰ γιατὶ ἤθελα κι ἐγὼ ὁ ἴδιος νὰ ὠφεληθῶ. Πόσο περισσότερο λοιπὸν ἐσεῖς ἔπρεπε νὰ τὸν ἀκούσετε μὲ πολλὴ ταπεινοφροσύνη; Ἀλήθεια σᾶς λέω, ὅτι ἐγώ, ὁ ἐν Κυρίῳ πνευματικὸς πατέρας σας, ἤμουν κρεμασμένος ἀπ᾿ τὸ στόμα του, σὰν νὰ μὴ γνώριζα τὴ δεξιὰ καὶ τὴν ἀριστερὴ (στράτα). Σᾶς λέω λοιπὸν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὅτι, ἂν δὲν δείξετε πολὺ μεγάλη μετάνοια γι᾿ αὐτὸ τὸ σφάλμα σας, ὥστε νὰ σᾶς συγχωρηθεῖ ἡ πτώση, θὰ χάσετε τὴν ψυχή σας, καὶ τοῦτο γιατὶ, μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν τόσο κακὴ ἀρχή, δὲν θὰ σταματήσετε, ὥσπου νὰ φτάσετε στὴν ἔσχατη ἀπόφαση τῆς καταδίκης σας.
Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια τοὺς νουθετοῦσε (ὁ ὅσιος) καυτηριάζοντας ἀρκετὰ τὸ πάθος τῆς ὑπερηφάνειας, κι ἔτσι γιάτρεψε ἀποτελεσματικὰ τὴν (πνευματική) ἀρρώστια τους. Γιατὶ ἦταν καὶ σκληρός, ὅποτε χρειαζόταν, ἀλλὰ καὶ ἤπιος πάλι, ὅταν τὸ καλοῦσε ἡ περίσταση, ἄλλοτε ἐλέγχοντας καὶ ἄλλοτε παρακινώντας πρὸς τὸ ἀγαθὸ ἐκείνους ποὺ ἁμάρταναν.
Την ίδια ημέρα μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Αχιλλίου Επισκόπου Λαρίσσης
Αυτός ζούσε κατά τους χρόνους του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Γεννήθηκε το έτος 320 από ευσεβείς γονείς, οι οποίοι του δίδαξαν την ευσέβεια και μαζί με την εξωτερική φιλοσοφία τον δίδαξαν και την εσωτερική. Επειδή αυτός λοιπόν στόλισε τον εαυτό του με όλες τις αρετές και με την κατά Θεό πολιτεία, γι’ αυτό εξελέγη από τους κατοίκους της Ελλάδας Αρχιερέας της Λάρισσας, η οποία βρίσκεται στο δεύτερο τμήμα της Θεσσαλίας. Όταν συγκροτήθηκε στη Νίκαια η Αγία και Οικουμενική Πρώτη Σύνοδος στα 325, τότε πήγε σε αυτήν και ο θείος Αχίλλιος και ήταν ένας από τους θεοφόρους Πατέρες που συναθροίσθηκαν εκεί. Αφού δε καθαίρεσε τον Άρειο και τους συντρόφους του, γύρισε πάλι στη Λάρισσα. Αυτός ο Άγιος αφενός γκρέμισε πολλούς ναούς των ειδώλων και αφετέρου έχτισε από τα θεμέλια πολλές εκκλησίες και τις στόλισε με κάθε στολισμό. Αυτός και δαιμόνια έδιωξε από τους ανθρώπους και αφού έπραξε πάμπολλα άλλα θαύματα, τελείωσε ειρηνικά τη ζωή του.
Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Βαρβάρου του μυροβλύτου
Ταις των σων Αγίων Πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
1. ΠΗΓΗ
2. ΠΗΓΗ
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α'. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀγελάρχης ἐδείχθης τοῦ Ἀρχιποιμένος, Μοναστῶν τᾶς ἀγέλας Πάτερ Παχώμιε, πρὸς τὴν μάνδραν ὁδηγῶν τὴν ἐπουράνιον, καὶ τὸ πρέπον ἀσκηταίς, ἐκεῖθεν σχῆμα μυηθεῖς, καὶ τοῦτο πάλιν μυήσας, νῦν δὲ σὺν τούτοις ἀγάλλη, καὶ συγχορεύεις ἐν οὐρανίαις σκηναίς.
Ἀπολυτίκιον Αγίου Αχιλλίου
Χαίρει ἔχουσα, ἡ Θεσσαλία, σὲ ἀκοίμητον, φρουρῶν προστάτην, καὶ τῆς Λαρίσης ἡ πόλις ἀδάμαντα, ἡ Ἐκκλησία τὴν εὔηχον σάλπιγγα, τὸ τοῦ Υἱοῦ ὁμοούσιον κηρύξασαν, Πάτερ Ἅγιε Ἱεράρχα Ἀχίλλιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι εἰρήνην ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.