Ἀπό τό Λαυσαϊκό
Γιά τόν θειότατον Παφνούτιον, πολλοί πατέρες ἁγιώτατοί μας διηγήθηκαν μεγάλα καί πολλά κατορθώματα. Ἀφου ἔκαμε ἀρκετόν καιρό στήν ἄσκησι, παρεκάλεσε τόν Θεό, νά τοῦ φανερώση μέ ποιόν τόν ἔχει ὅμοιον στήν πνευματική ζωή καί τοῦ ἐφάνη Αγγελος Κυρίου, πού του είπε, ὅτι ὁ Θεός σέ ἔχει στήν κατηγορία καί στά μέτρα του Κλαριντζη ῆ ἐκείνου, πού παίζει στίς χαρές καί στά πανηγύρια.
Σάν
τό ἄκουσε ὁ ὅσιος, σηκώθηκε καί πήγε , τόν βρήκε καί ἄρχισε νά τόν
ἐρωτά, μέ λεπτομέρειες ἐξέτασι, νά τοῦ φανερώση τήν ἐργασία καί πολιτεία
του. Ἐκεινος του ῦ είπε τήν ἀλήθεια, ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός, μέθυσος καί
πόρνος. Ἔχει λίγον καιρό πού ἄφησε τήν κλεψιά, ἐπειδή ἦταν ληστής, ὁπότε
ἄρχισε αὐτή ἡ τέχνη, νά παίζη τόν αὐλό.
Ὅμως ὁ ὅσιος, τόν ἐβίαζε πολύ, νά μάθη μήπως ἔκαμε καί κανένα καλό καμμιά φορά . Μά αὐτός ἔλεγε, ὅτι ἄλλο κανένα καλό δέν θυμάται νά ἔκαμα, παρά ὅταν ἤμουν ληστής, ἐπιάσαμε μιά παρθένο καί, ἔχοντας σκοπό, σάν κλέφτες, οἱ ἄλλοι νά διαφθείρουν τήν παρθενιά της, ἐγώ τήν γλύτωσα, περπάτησα τή νύχτα καί τήν ἔφερα ὡς τήν πόλι της.
Αλλη φορᾶ, βρήκα μία ὡραια καί νέα γυναίκα στήν ἔρημο, ἡ ὁποία είχε φύγει ἀπό τήν πόλι, γιά χρέος τοῦ ἀνδρός της. Βλέποντας τήν, τήν ρώτησα γιά τήν αἰτία, καί αὐτή μου ἀποκρίθηκε:
-Μή μέ ρωτάς , ἀφέντη μου. Μόνον ἔχε μέ σκλάβα σου, ὅπου κι ἄν είσαι . Ἐγώ ἡ ταλαίπωρη ἔχω ἄνδρα καί παιδιά. Ὁ ἄνδρας μου ἔπεσε σέ χρέος μεγάλο, γιά τριακώσια φλωριά. Είναι τώρα δυό χρόνια, πού, μέ δαρμούς, τόν ἔχουν στή φυλακή, πούλησαν τά παιδιά μου καί ἐγώ φεύγω ἐδω κι ἐκει . Πολλές φορές μέ βρήκαν καί μέ ἔδειραν τήν ἄθλια καί τώρα πάλιν είμαι φευγάτη καί ἔχω τρεις ἡμέρες, πού δέν γεύτηκα τίποτα.
Τότε ἐγώ, ἀκούοντας αὐτά ἀπό τήν γυναίκα, τήν λυπήθηκα, τήν πηρα στό σπίτι μου, της ἔδοσα τά τριακόσια φλωριά, τήν πήγα μέ προφύλαξι ἕως τήν πολιτεία της καί γλύτωσε κι αὐτή κι ὁ ἄνδρας της καί τά παιδιά της. Τότε τοῦ λέγει ὁ Ἱερός Παφνούτιος:
-Ἐγώ, τέκνον μου, τέτοια κατορθώματα δέν ἔτυχε νά κάμω. Ὅμως ὅσο γιά τήν ἄσκησι, ξέρεις πόσο εἶναι ἀκουστό τό ὄνομά μου σέ κάθε μέρος. Παρ’ ὅλον τουτο ,είχα παρακαλέσει τόν Θεό, νά μοῦ φανερώση σέ ποιά μέτρα καί σέ ποιανού κατηγορία μέ ἔχει κατατάξει. Ηλθε αγγελος Κυρίου καί μου ἀποκάλυψε, ὅτι μέ ἔχει ὁ Κύριος στά μέτρα τά δικά σου καί γι’ αὐτό ἦηλθα, ἐγώ ὁ γέροντας νά σέ βρω . Ἐπειδή, τέκνο μου, σέ ἔχει ὁ Θεός σέ τέτοια μέτρα, μήν καταγίνεσαι σέ τέτοια μάταια καί ἄτιμα παιγνίδια.
Ἀφου τά ἄκουσε αὐτά ὁ αὐλήτης ἀπό τόν Ὅσιο, πέταξε παρευθύς τούς αὐλούς καί τή λύρα καί μετέβαλε τόν σκοπό σέ ἁρμονία πνευματική. Ἀκολούθησε τόν γέροντα στήν ἔρημο, ὄπου ἀγωνίστηκε μέ τέλεια ἄσκησι, καί σέ τρεις χρόνους ἀξιώθηκε, ὁ τρισμακάριστος, νά μπει στήν οὐράνια μακαριότητα
Ὅμως ὁ ὅσιος, τόν ἐβίαζε πολύ, νά μάθη μήπως ἔκαμε καί κανένα καλό καμμιά φορά . Μά αὐτός ἔλεγε, ὅτι ἄλλο κανένα καλό δέν θυμάται νά ἔκαμα, παρά ὅταν ἤμουν ληστής, ἐπιάσαμε μιά παρθένο καί, ἔχοντας σκοπό, σάν κλέφτες, οἱ ἄλλοι νά διαφθείρουν τήν παρθενιά της, ἐγώ τήν γλύτωσα, περπάτησα τή νύχτα καί τήν ἔφερα ὡς τήν πόλι της.
Αλλη φορᾶ, βρήκα μία ὡραια καί νέα γυναίκα στήν ἔρημο, ἡ ὁποία είχε φύγει ἀπό τήν πόλι, γιά χρέος τοῦ ἀνδρός της. Βλέποντας τήν, τήν ρώτησα γιά τήν αἰτία, καί αὐτή μου ἀποκρίθηκε:
-Μή μέ ρωτάς , ἀφέντη μου. Μόνον ἔχε μέ σκλάβα σου, ὅπου κι ἄν είσαι . Ἐγώ ἡ ταλαίπωρη ἔχω ἄνδρα καί παιδιά. Ὁ ἄνδρας μου ἔπεσε σέ χρέος μεγάλο, γιά τριακώσια φλωριά. Είναι τώρα δυό χρόνια, πού, μέ δαρμούς, τόν ἔχουν στή φυλακή, πούλησαν τά παιδιά μου καί ἐγώ φεύγω ἐδω κι ἐκει . Πολλές φορές μέ βρήκαν καί μέ ἔδειραν τήν ἄθλια καί τώρα πάλιν είμαι φευγάτη καί ἔχω τρεις ἡμέρες, πού δέν γεύτηκα τίποτα.
Τότε ἐγώ, ἀκούοντας αὐτά ἀπό τήν γυναίκα, τήν λυπήθηκα, τήν πηρα στό σπίτι μου, της ἔδοσα τά τριακόσια φλωριά, τήν πήγα μέ προφύλαξι ἕως τήν πολιτεία της καί γλύτωσε κι αὐτή κι ὁ ἄνδρας της καί τά παιδιά της. Τότε τοῦ λέγει ὁ Ἱερός Παφνούτιος:
-Ἐγώ, τέκνον μου, τέτοια κατορθώματα δέν ἔτυχε νά κάμω. Ὅμως ὅσο γιά τήν ἄσκησι, ξέρεις πόσο εἶναι ἀκουστό τό ὄνομά μου σέ κάθε μέρος. Παρ’ ὅλον τουτο ,είχα παρακαλέσει τόν Θεό, νά μοῦ φανερώση σέ ποιά μέτρα καί σέ ποιανού κατηγορία μέ ἔχει κατατάξει. Ηλθε αγγελος Κυρίου καί μου ἀποκάλυψε, ὅτι μέ ἔχει ὁ Κύριος στά μέτρα τά δικά σου καί γι’ αὐτό ἦηλθα, ἐγώ ὁ γέροντας νά σέ βρω . Ἐπειδή, τέκνο μου, σέ ἔχει ὁ Θεός σέ τέτοια μέτρα, μήν καταγίνεσαι σέ τέτοια μάταια καί ἄτιμα παιγνίδια.
Ἀφου τά ἄκουσε αὐτά ὁ αὐλήτης ἀπό τόν Ὅσιο, πέταξε παρευθύς τούς αὐλούς καί τή λύρα καί μετέβαλε τόν σκοπό σέ ἁρμονία πνευματική. Ἀκολούθησε τόν γέροντα στήν ἔρημο, ὄπου ἀγωνίστηκε μέ τέλεια ἄσκησι, καί σέ τρεις χρόνους ἀξιώθηκε, ὁ τρισμακάριστος, νά μπει στήν οὐράνια μακαριότητα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.