ΕΓΚΑΙΝΙΑ

Σάββατο 28 Ιουνίου 2014

Οι Χριστιανοί μέσα στον κόσμο


ΣΗΜΕΙΩΣΗ : Να μας συγχωρείτε για το μέγεθος του κατηχητικου άρθρου αλλά κριναμε απαραίτητο να το αναρτήσουμε ολόκληρο προς ώφέλειαν ψυχής... Σας παροτρυνουμε φιλαδελφικος όλοι μας να το διαβάσουμε. Ευχεσθαι...

«Χριστιανοί... επί γης διατρίβουσιν, αλλ' εν ουρανώ πολιτεύονται.»
(Προς Διόγνητον, ΒΕΠΕΣ 2, V, 9)
«Οι χρώμενοι τω κόσμω τούτο ως μη καταχρώμενοι. παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου»
(Α' Κορ. 7, 31)
Ο Χριστιανός είναι ο εκλεκτός του Χριστού.
Ο αληθινός Χριστιανός, αγαπητοί μου, αισθάνεται πολύ μεγάλη τιμή και ευλογία από τον Θεό, γιατί γνώρισε τον Χριστό και γιατί είναι ένας εκλεκτός Του. Βέβαια είναι εκλεκτός με την έννοια ότι ο Χριστός τον διάλεξε για να γίνει πιστός. αλλά και ο πιστός, όχι λιγώτερο, όπως λέγει ο Μωυσής στο Δευτερονόμιο, διάλεξε τον Χριστό για Θεό του[1]. Έτσι λοιπόν όσοι ακολουθούν τον Χριστό λέγονται «κλητοί»[2], καλεσμένοι, «εκλεκτοί»[3], διαλεγμένοι, και «πιστοί»[4].
Το δίλημμα του Χριστιανού.
Όμως για πολλούς Χριστιανούς, που δεν έχουν βαθύνει σ' αυτήν την κλήση του Χριστού και που δέχονται την επίδραση του κόσμου, αυτή τη γοητεία -γοητεία από το γόης, μάγος- αυτή τη μαγεία του κόσμου, με τα χρυσόχαρτά του -οπωσδήποτε γυαλίζει ο κόσμος, έχει μια λαμπερότητα. άλλο βέβαια ότι είναι χρυσόχαρτα και δεν είναι αληθινός χρυσός- για πολλούς Χριστιανούς όλα αυτά είναι άγνωστα, με αποτέλεσμα να μαγεύονται από τον κόσμο, να γοητεύονται. Αλλά από την στιγμή που ο Χριστιανός θα αρχίσει να γοητεύεται απ' αυτά που προσφέρει ο κόσμος, αυτομάτως βρίσκεται μέσα σε έναν προβληματισμό, και ο προβληματισμός αυτός είναι:
πώς μπορώ εγώ ο Χριστιανός να σταθώ σαν Χριστιανός μέσα σ' έναν κόσμο, ο οποίος ασκεί διαρκώς επάνω μου έλξη και γοητεία;
Έτσι λοιπόν βλέπουμε να τίθεται ένα δίλημμα. γιατί πράγματι πολλές φορές είμαστε μοιρασμένοι ανάμεσα στον Χριστό και τον κόσμο. Πολλές φορές φθάνουμε σ' εκείνο το φοβερό -ακρότητα φυσικά- να είμαστε μόνο κατ' όνομα Χριστιανοί, ενώ στην πραγματικότητα ζούμε και πολιτευόμαστε κατά κόσμον, έχοντας δυστυχώς ένα βαθύ κοσμικό φρόνημα. Είναι δε γνωστό ότι εκείνος ο οποίος έχει κοσμικό φρόνημα δεν μπορεί να λέγεται Χριστιανός. Λέγει σαφώς ο ευαγγελιστής Ιωάννης «μη αγαπάτε τον κόσμον μηδέ τα εν τω κόσμω» μην αγαπάτε τον κόσμο, λέει, ούτε ό,τι υπάρχει μέσα στον κόσμο. Και όταν λέει κόσμον, δεν εννοεί εδώ το σύνολο των ανθρώπων, ούτε εννοεί το σύμπαν, αλλά εννοεί τους ανθρώπους, τον κόσμο, εν εννοία ηθική.
Τί είναι κόσμος.

Όπως λέγει ωραιότατα ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος, «κόσμος εστίν όνομα περιεκτικόν επιπίπτον επί τα ειρημένα πάθη>>.
Το λέει εξ άλλου και ο ευαγγελιστής Ιωάννηςαυτό. στον οποίο κόσμο λέει ότι υπάρχει η επιθυμία η κακή, η αλαζονεία του βίου και λοιπά.
Τί είναι λοιπόν κόσμος; Το περιεκτικόν όνομα των παθών. Δηλαδή αν έπρεπε να ονομάσουμε όλα τα πάθη που μαστίζουν τον άνθρωπο με ένα όνομα, αυτά θα τα λέγαμε: κόσμος, και αν θα έπρεπε να κάνουμε μία ανάλυση της εννοίας κόσμος, θα αναφέραμε τα επιμέρους ονόματα των παθών.
Έτσι αντιλαμβάνεσθε ότι η άγνοια πολλών από μας, ή απλώς η αδυναμία της βουλήσεώς μας, μας κάνει και ελκόμαστε από τον κόσμο, ώστε τελικά -ας μην το κρύβουμε- να χάνουμε τη σωτηρία μας. Είναι το πρόβλημα της κάθε εποχής στους Χριστιανούς.
Ίσως όχι τόσο στους αρχαίους Χριστιανούς, όπως θα το δούμε στη συνέχεια, όσο σ' εμάς στην εποχή μας. Διότι αυτό που σήμερα λέμε κόσμος είναι πάλι Χριστιανοί, αλλά που κοσμικοποιήθηκαν, που έγιναν ολότελα κόσμος. Είναι όμως Χριστιανοί. Οπότε γίνεται μία αντιδιαστολή των Χριστιανών που έχουν φρόνημα Χριστού και των Χριστιανών που έχουν φρόνημα του κόσμου.
Εμείς πού βρισκόμαστε; Αν έχω μπροστά μου εκλεκτούς ανθρώπους, εκλεκτούς με την έννοια ότι εξελέγησαν από τον Θεό, που γνωρίζουν τον Θεό, τότε πιστεύω ότι είστε, ή θα θέλατε να είστε, ή μάλλον όλοι μας να είμαστε, στην μερίδα των Χριστιανών που έχουν επίγνωση Χριστού και διαρκώς αποτοξινώνονται απ' αυτό το λεγόμενο κοσμικό φρόνημα.
Ποια η βασική αιτία απομακρύνσεως από την πνευματική ζωή.
Βέβαια στους πολλούς μία βασική αιτία του ότι δεν ζουν πνευματική ζωή είναι η άγνοια, όπως λέγει ο άγιος Κλήμης Ρώμης στη δευτέρα του επιστολή προς τους Κορινθίους.
Λέει: «αμαρτάνομεν ουκ ειδότες», αμαρτάνουμε χωρίς να το ξέρουμε, «πόθεν εκλήθημεν και υπό τίνος και εις ον τόπον, και όσα υπέμεινεν Ιησούς Χριστός παθείν ένεκα ημών».
Θεωρείται μεγάλη αμαρτία η άγνοια του περιεχομένου της Πίστεώς μας.
Ποιος είναι εκείνος που με καλεί;
Πού με καλεί να βρεθώ;
Τί υπέστη ο Κύριος Ιησούς Χριστός για μένα;
Αν αυτά τα αγνοώ, τότε αμαρτάνω, γιατί αυτή η άγνοια είναι εκείνη που θα με ρίξει και στην ποικίλη αμαρτία.
Το ίδιο λέει και ο ιερός Χρυσόστομος, αναφερόμενος στις Γραφές. ότι η άγνοια των Γραφών έχει εισαγάγει και την αίρεση και τον διεφθαρμένο βίο, και όλα τα 'χει αναποδογυρίσει, «και τα άνω κάτω πεποίηκεν», όλα τα 'χει αναποδογυρίσει αυτή η άγνοια!
Γι' αυτό πρέπει διαρκώς να γνωρίζουμε το θέλημα του Θεού, διαρκώς να μελετούμε την Αγία Γραφή, να μελετούμε και τους Πατέρες της Εκκλησίας μας.
Ποια η στάση του Χριστιανού μέσα στον κόσμο.
Στην αγάπη σας, για να δούμε την απάντηση σ' αυτό το πολύ-πολύ ζωηρό και φλέγον πρόβλημα, δηλαδή στο ποια είναι η στάση μου ως Χριστιανού μέσα στον κόσμο -μην ξεχνάτε, αυτό είναι το θέμα μας- στην αγάπη σας θα διαβάσω ένα θαυμάσιο κείμενο της πρωτοχριστιανικής παραγωγής. είναι η επιστολή Προς Διόγνητον, η οποία, αν και βραχεία, μικρή, θεωρείται ο αδάμας, το διαμάντι της πρωτοχριστιανικής γραμματείας!
Η Προς Διόγνητον επιστολή.
Η υπόθεση της επιστολής είναι η εξής. Ο συγγραφέας της -άγνωστος ποιος είναι, εικάζεται ότι είναι ο άγιος Ιουστίνος ο Μάρτυς και Φιλόσοφος, αλλά πιθανότατα δεν είναι- στέλνει μία επιστολή σε κάποιον «κράτιστον», εξοχώτατον, ονόματι Διόγνητον, ο οποίος τον είχε ρωτήσει τί είναι οι Χριστιανοί, τί πιστεύουν οι Χριστιανοί και πώς αυτοί στέκονται στον κόσμο. Ο ιερός συγγραφέας του απαντάει μ' αυτό το θαυμάσιο κείμενο, που μοιάζει μάλλον με μικρή πραγματεία παρά με επιστολή. Εμείς θα πάρουμε μερικά μόνο σημεία από τον ιερό συγγραφέα, που αναφέρονται πιο ειδικά και πολύ συμπυκνωμένα στη θέση των Χριστιανών μέσα στον κόσμο. Λέγει λοιπόν τα εξής:
Οι Χριστιανοί εξωτερικώς δεν ξεχωρίζουν από τους άλλους ανθρώπους.
«Χριστιανοί ούτε γη ούτε φωνή ούτε έθεσι διακεκριμένοι των λοιπών εισιν ανθρώπων... τοις εγχωρίοις έθεσιν ακολουθούντες, εν τε εσθήτι και διαίτη και τω λοιπώ βίω θαυμαστήν και ομολογουμένως παράδοξον ενδείκνυνται την κατάστασιν της εαυτών πολιτείας.>>
Δηλαδή: Οι Χριστιανοί ούτε από τον τόπο που κατοικούν ούτε από τη γλώσσα που μιλούν ούτε από τις εξωτερικές συνήθειες ξεχωρίζουν από τους άλλους ανθρώπους, ακολουθώντας τις τοπικές συνήθειες, και στο ντύσιμο και στο φαγητό και στον υπόλοιπο βίο. παρά ταύτα η πολιτεία τους φανερώνεται θαυμαστή και ομολογουμένως παράδοξη.
Αναφέρει εδώ ο συγγραφέας, αγαπητοί μου, μέσα ο' αυτά τα πολύ λίγα λόγια, κάποιες θέσεις πολύ περιληπτικά, για να μας δώσει παρακάτω κατά θαυμαστό φιλολογικό τρόπο μία ανάλυσή τους σε επιμέρους σημεία. Πάντως εδώ βλέπει κανείς σ' αυτούς τους στίχους ότι οι Χριστιανοί δεν είναι εξωκοινωνικοί, δεν είναι δηλαδή έξω από την κοινωνία των ανθρώπων, αλλά ζουν, και μπορούν να ζουν και οφείλουν να ζουν, στον τόπο που γεννήθηκαν, στην εποχή τους, στην κάθε εποχή.
Η πραγμάτωση της χριστιανικής ζωής απαιτεί ένα ισχυρό θέλω.
Ο χριστιανικός βίος δεν είναι ουτοπικός, όπως πολλοί θα νόμιζαν. Δεν είναι απραγματοποίητος ο χριστιανικός βίος, ούτε το να ζήσεις ευαγγελικά είναι αδύνατον. Ο χριστιανικός βίος δεν είναι ουτοπία. και δεν είναι ουτοπία για κάθε εποχή, και για την εποχή που εγράφη το Ευαγγέλιο και για τον 20ό αιώνα. Και αν υποτεθεί ότι πάμε στον 25ο αιώνα ή στον 30ό αιώνα, κι εκεί και πάντα θα είναι επικαιρότατος ο Χριστιανισμός και κατορθωτός, αρκεί να θέλει κανείς να ζήσει με κάθε συνέπεια την χριστιανική ζωή.
Αν πολλές φορές λέμε «ναι, θέλω, αλλά δεν μπορώ», στην πραγματικότητα είναι δεν θέλω.
Θα μου πείτε «θέλω». Όχι. δεν θέλω. Όχι δεν μπορώ, αλλά δεν θέλω. Πίσω από το δεν μπορώ είναι το δεν θέλω, έστω κι αν τα χείλη λένε το θέλω.
Είναι εκείνο που έλεγε κι ο ιερός Αυγουστίνος -για να σας κάνω μία ανατομία ψυχολογική. θα το δείτε πολύ καλά. Όταν επέστρεψε ο ιερός Αυγουστίνος στον Χριστό από τον κοσμικό τρόπο ζωής του και από τις ηδονές του, όπως έγραφε ο ίδιος στις Εξομολογήσεις του, παρακαλούσε τον Θεό να έλθει η σωτηρία. Τον παρακαλούσε θερμά να έλθει η σωτηρία. στο βάθος όμως ευχόταν να αργήσει λίγο η σωτηρία, γιατί ακόμα αγαπούσε τις ηδονές του...
Αυτό είμαστε κι εμείς. θέλουμε να σωθούμε, αλλά αγαπάμε τις ηδονές, και λέμε το δεν μπορώ, στο βάθος όμως είναι το δεν θέλω. Το θέλω είναι η μαγική λέξη, είναι το κλειδί για να πραγματώσει κανείς την χριστιανική ζωή στην κάθε εποχή, που δεμένο και με τη χάρη του Θεού, όπως θα δούμε λίγο πιο κάτω, κάνει το θαύμα που λέγεται χριστιανικός βίος.
Πάντως, σας είπα, ο Χριστιανός ζει στην εποχή του μέσα στον κόσμο μαζί με τους άλλους ανθρώπους.
Άλλο κοινωνικός άνθρωπος και άλλο κοσμικός.
Από μια παρανόηση των Κορινθίων, όταν τους είχε πει ότι δεν πρέπει να μετέχουν θα λέγαμε στις κοσμικές εκδηλώσεις, αυτοί νόμισαν ότι θα έπρεπε να φύγουν στα βουνά. Προσέξτε, άλλο πράγμα ο Μοναχισμός. Δεν μιλώ γι' αυτόν τώρα. Είναι άλλο πράγμα ο Μοναχισμός, από τον οποίο δεν λείπει το κοινωνικό στοιχείο. λείπει μόνο το κοσμικό στοιχείο. Εδώ πρέπει να κάνουμε σαφή διάκριση μεταξύ του κοινωνικού και του κοσμικού στοιχείου. Κοινωνικό στοιχείο θα πει το «χαίρειν μετά χαιρόντων και κλαίειν μετά κλαιόντων»
Είναι το να πάω σ' ένα νοσοκομείο να δω τους αρρώστους. να πάω στο σπίτι του πένθους, όπως λέει ο Εκκλησιαστής. «Είναι προτιμότερο, λέει, να πάει κανείς στο σπίτι του πένθους, παρά στο σπίτι του πότου, της διασκεδάσεως.»
Αυτό λέγεται κοινωνικό στοιχείο. αν πηγαίνω σε χορούς και διασκεδάσεις και σε κάθε κοσμική προβολή, αυτό λέγεται κοσμικό στοιχείο.
Ο κοινωνικός άνθρωπος, αν το θέλετε, στο βάθος δεν είναι κοσμικός. και αν θέλετε, ακόμα χειρότερα, ο κοσμικός δεν είναι κοινωνικός. Ο κοσμικός, που γυρίζει στις ποικίλες κοσμικές εκδηλώσεις της ζωής για να απολαύσει, δεν πηγαίνει στους τόπους της θλίψεως, του πόνου και της αρρώστιας, λέει ότι έχει μία ευαισθησία... ότι δεν αντέχει η καρδιά του... ότι είναι...! Κι αν ακόμα υποτεθεί ότι θα δώσει κάποια χρήματα για φτωχούς, ω!!! .., θα τα δώσει μόνο διά του λεγομένου φιλανθρωπικού χορού. θα χορέψει για να δώσει τα χρήματά του! Αυτός όμως δεν είναι κοινωνικός άνθρωπος. Απατά τον εαυτό του, αν νομίζει ότι είναι κοινωνικός, είναι κοσμικός άνθρωπος.
Ο Χριστιανός τοπικά είναι μέσα στον κόσμο, ενώ τροπικά έξω απ' αυτόν.
Από μία λοιπόν τέτοια παρανόηση των Κορινθίων, σημειώνει στην πρώτη του επιστολή ο απόστολος Παύλος:
«Έγραψα υμίν εν τη επιστολή μη συναναμίγνυσθαι πόρνοις, και ου πάντως τοις πόρνοις του κόσμου τούτου ή τοις πλεονέκταις ή άρπαξιν ή ειδωλολάτραις. επί οφείλεται άρα εκ του κόσμου εξελθείν. νυν δε έγραψα υμίν μη συναναμίγνυσθαι εάν τις αδελφός ονομαζόμενος ή πόρνος ή... ή... ή...»κλπ.
Δηλαδή: Έγραψα στην επιστολή να μην ανακατεύεστε με πόρνους και με ανηθίκους ανθρώπους αλλά δεν εννοώ όλους γενικώς τους πόρνους του κόσμου. Διότι θα πάω στον χασάπη, στον μπακάλη, στον φούρναρη. Οι άνθρωποι αυτοί μπορεί να απατούν τη γυναίκα τους, μπορεί να είναι διεφθαρμένοι, μπορεί να είναι κλέφτες, να είναι άρπαγες, να είναι ειδωλολάτρες. Δεν με ενδιαφέρει αυτό, εγώ θα πάω στον φούρναρη να πάρω το ψωμί και στον λαχανοπώλη να πάρω τα λαχανικά. Αλλά, λέει ο απόστολος Παύλος, αν έπρεπε να μην συναναστρέφεσθε κι αυτούς που είναι στον κόσμο, θα έπρεπε να εξέλθετε, να φύγετε απ' τον κόσμο, να πάρετε τα βουνά. Δεν εννοώ αυτό, λέει ο απόστολος Παύλος, αλλά εννοώ ότι αν κάποιος αδελφός έχει τη φήμη ότι είναι ανήθικος, ότι είναι πλεονέκτης ή ό,τι άλλο, αυτόν να μην τον κάνετε παρέα. Και το λέει αυτό, τόσο για να προφυλάξει τους Χριστιανούς του, για να μην μολυνθούν εννοείται, δηλαδή παρασυρθούν και αυτοί σε ίδιες αμαρτίες, όσο και για να παραδειγματίσουν τον αδελφό αυτό και να τον κάνουν να συνέλθει.
Ώστε μπορώ να ζω μέσα στην πόλη που γεννήθηκα, η οποία πόλη μου μπορεί να είναι ειδωλολατρική, αποστατημένη από τον Θεό -δεν έχει καμία σημασία. Οι τρεις Παίδες και ο Δανιήλ στην Βαβυλώνα πώς ζούσαν, και μάλιστα μέσα στο παλάτι του Ναβουχοδονόσωρος παρακαλώ; Θαυμάσια. Ο Τωβίτ με την οικογένειά του στην αμαρτωλή Νινευή πώς ζούσε; Και πολλοί άλλοι -λέω μόνο ονόματα γνωστά από την Αγία Γραφή. Η Εσθήρ, αυτή η Ιουδαία βασίλισσα -βασίλισσα!- που τον βασιλιά τον Πέρση τον είχε σύζυγο και που το σπίτι του ήτανε χαρέμι, πώς ζούσε;
Διατηρούσε την πατρώα Πίστη. προς τιμήν της υπάρχει στην Παλαιά Διαθήκη και ένα βιβλίο με το όνομα Εσθήρ.
Τροπική, και όχι τοπική η έξοδος του Χριστιανού.
Βλέπετε; Βλέπετε ότι δεν φεύγουμε από τον τόπο μας, αλλά κάτι γίνεται μέσα μας. Πρέπει να αντιληφθούμε ότι πρέπει να ξεχωρίσουμε το κοσμικό μας φρόνημα από το χριστιανικό μας φρόνημα. είναι δυο ξεχωριστά πράγματα. Ο κόσμος έτσι σκέπτεται, εγώ όμως σαν Χριστιανός αλλιώς σκέπτομαι. Συνεπώς η έξοδός μου από τον κόσμο δεν θα είναι τοπική -άλλο πράγμα ο Μοναχισμός, σας το ξαναλέω- αλλά η έξοδός μου θα είναι τροπική.
Είναι εκείνο που λέγει ο Θεός, τόσο στην Παλαιά, όσο και στην Καινή Διαθήκη -είναι στη Β' Κορινθίους, 6, 17: «εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε», βγήτε από ανάμεσά τους και χωρισθείτε, «και ακαθάρτου μη άπτεσθε, καγώ εισδέξομαι υμάς», μην εγγίξετε τίποτα το ακάθαρτο, και εγώ θα σας δεχθώ.
Τί σαν υπάρχουν κακόφημα σπίτια σε μία πόλη;
Μα, εάν δεν πάω ποτέ, δεν άπτομαι ακαθάρτου. Τί σαν υπάρχουν ταβερνεία, που μεθούν οι άνθρωποι; Εάν δεν πάω ποτέ, δεν άπτομαι ακαθάρτου. Τί σαν υπάρχουν συμμορίες και παρέες βρώμικες; Εάν δεν πάω ποτέ, δεν άπτομαι ακαθάρτου. Συνεπώς είμαι στην πόλη μου, αλλά έξω απ' αυτή.
Πώς εξήλθα; Τροπικώς. Και τότε με δέχεται ο Θεός. «καγώ εισδέξομαι υμάς», λέει, τότε θα σας δεχθώ.
Αλλά αυτά που σας είπα πολύ-πολύ γενικά, αγαπητοί μου, ας τα δούμε τώρα διαφοροποιημένα, όπως μας τα παρουσιάζει η επιστολή Προς Διόγνητον.
Οι Χριστιανοί, αν και πάροικοι, αγαπούν και υπερασπίζονται την πατρίδα τους.
Πρώτο. Οι Χριστιανοί, λέει, «πατρίδας οικούσιν ιδίας, αλλ' ως πάροικοι».
Ο καθένας κατοικεί στην πατρίδα του. αλλά σαν να είναι χωρίς πατρίδα, ως πάροικοι. Ξέρετε ποιος λέγεται πάροικος και παρεπιδημών.
Έτσι λοιπόν είναι και ο Χριστιανός, λέγει, κατοικεί στην πατρίδα του, δηλαδή στον τόπο που γεννήθηκε, αλλά κατοικεί σαν πάροικος, σαν να μην είναι πατρίδα του. Δηλαδή ο πιστός έχει πατρίδα.
Θέλετε κάτι ακόμη; Ο πιστός, αφού έχει πατρίδα, είναι φιλόπατρις. Προσέξτε αυτό. είναι μία αξία που στην εποχή μας έχει ξεθυμάνει, και είναι κατάντημα! Η έννοια της φιλοπατρίας στην εποχή μας έχει ξεθυμάνει. Μπήκε ένα κοσμοπολίτικο πνεύμα, και αισθανόμαστε ότι δεν έχουμε πατρίδα, ή ότι δεν αξίζει η έννοια της πατρίδος. Είναι φοβερό, είναι κατάντημα, όπως θα το δούμε στη συνέχεια.
Σε κατάσταση ανάγκης ο Χριστιανός υπερασπίζεται την πατρίδα του, ακόμα κι αν ζει μέσα σε μία πολιτεία ειδωλολατρική. Και όπως έχει αποδειχθεί, και το βλέπουμε στην ιστορία του Χριστιανισμού, οι καλύτεροι στρατιώτες μέσα σε ειδωλολατρικά κράτη ήταν οι Χριστιανοί.
Θυμηθείτε τους αγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες, ήταν σαράντα στρατιώτες από διαφορετικούς τόπους. Ήταν γενναίοι στρατιώτες. Θυμηθείτε τον άγιο Δημήτριο, που ήτανε θα λέγαμε Διοικητής της Θεσσαλονίκης κατά τη ρωμαϊκή κατοχή. Επίσης τονά
Αγιο Γεώργιο. τον άγιο Θεόδωρο τον Στρατηλάτη -στρατηλάτης!
Θυμηθείτε τον άγιο Μελέτιο τον Στρατηλάτη, τον άγιο Θεόδωρο τον Τύρωνα. Τύρων είναι λατινική λέξη. tiro, που θα πει θαλαμοφύλακας. Δηλαδή ο ένας ήταν στρατηλάτης κι ο άλλος θαλαμοφύλακας -οι δύο ακρότητες. Στρατιωτικοί. Δεν τους εμπόδισε τίποτα να σταθούν Χριστιανοί. Όταν έρχεται η ώρα όμως για να ομολογήσουν τον Χριστό, δίνουν την ομολογία τους. Τους κοστίζει το μαρτύριο, αλλά δεν έχει σημασία αυτό, το θέμα είναι ότι μένουν στρατιώτες, και μάλιστα γενναίοι στρατιώτες.
Έτσι σε μια πατρίδα ο Χριστιανός είναι ο καλύτερος φύλακάς της, προστατεύει την πατρίδα του από ξένες επιβουλές και επιδράσεις. Μην το ξεχνάτε αυτό. Τα καλύτερα παιδιά μας σαν στρατιώτες δεν είναι οι ανήθικοι άνθρωποι, που θα πουν, και θα λένε πάντοτε, εκείνο που έλεγαν οι Γάλλοι στον Β' Παγκόσμιο πόλεμο, «Pourquoi?», «Γιατί να πολεμήσω;» ή -που έγραφαν προ καιρού στους τοίχους του Πανεπιστημίου: «Κάτω ο πόλεμος, έρωτα θέλουμε.»!... Φυσικά κάτω ο πόλεμος, δεν θέλουμε τον πόλεμο, αλλά άμα γίνει, νέοι μου, τότε τί θα πείτε;... Εκείνοι που θα πολεμήσουν είναι πάντοτε οι Χριστιανοί.
Πρώτα η Πίστη, κι έπειτα η πατρίδα.
Εν τούτοις η αξία της πατρίδος δεν θεωρείται ανώτερη της χριστιανικής ιδιότητος. γι' αυτό, όπως ήδη είπαμε, όταν απαιτηθεί, τότε ο Χριστιανός στρατιώτης βάζει πρώτα την Πίστη του, και μετά την πατρίδα του. Δεν προδίδει ποτέ την πατρίδα του, αλλά πεθαίνει για την Πίστι του. Γι' αυτό, μην το ξεχνάτε, δεν θα πούμε ποτέ το λέγει η πολιτεία, και θα απεμπολήσω τον Χριστό. Όχι. το λέγει ο Χριστός. δεν προδίδω την πατρίδα μου, αλλά γίνομαι Μάρτυς και θυσιάζομαι για τον Χριστό. Και τούτο γιατί ο Χριστιανός γνωρίζει ότι είναι πάροικος στον παρόντα κόσμο και ότι η αληθινή του πατρίδα δεν είναι αυτό που λέγεται Ελλάς ή ό,τι άλλο, αλλά Ουρανός, Βασιλεία του Θεού. γιατί, όπως λέει στην Προς Εβραίους ο απόστολος Παύλος, «ου γαρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν».
Χρήση του πολιτισμού. όχι κατάχρηση.
Δεύτερο. Οι Χριστιανοί, λέει η Προς Διόγνητον, «μετέχουσι πάντων ως πολίται και πάνθ' υπομένουσιν ως ξένοι». δηλαδή οι Χριστιανοί, σαν πολίτες μιας πόλεως, μετέχουν σε όσα προσφέρει αυτή η πόλη, και ταυτόχρονα τα πάντα υπομένουν, σαν να μην ήταν πολίτες αυτής της πόλεως.
Δηλαδή ο Χριστιανός, όταν μετέχει ως πολίτης μιας πόλεως, σημαίνει ότι έχει πολιτικά δικαιώματα αλλά και πολιτικές υποχρεώσεις. Ψηφίζει όπως όλοι, αλλά τους αρίστους, χωρίς ιδιοτέλεια, δεν κρίνει τα συμφέροντά του με βάση την τσέπη του, αλλά με βάση το γενικό συμφέρον. Μετέχει του πολιτισμού, αλλά κατά το μέτρο που θέτει το Πνεύμα το Άγιο, και το μέτρο αυτό αναφέρεται από το Πνεύμα του Θεού διά γραφίδος αποστόλου Παύλου -Α' Κορινθίους, 7, 31: «οι χρώμενοι τω κόσμω τούτο ως μη καταχρώμενοι». εκείνοι που κάνουν χρήση του κόσμου, μη κάνουν κατάχρηση. Προσέξτε αυτό το σημείο. είναι πολύτιμο. Χρήση του πολιτισμού, ποτέ κατάχρηση. Δεν θα περάσω στον χώρο της υπερβολής, γιατί θα ξεφτίσω, γιατί θα κάνω θεότητά μου τότε τον πολιτισμό. Θα τον χρησιμοποιήσω στο μέτρο που μου υπαγορεύει το Πνεύμα του Θεού. Το κριτήριο θα είναι ανά πάσα στιγμή μέσα μου, και θα το βρίσκω ανά πάσα στιγμή μέσα μου, βελτιούμενο και βελτιούμενο, όσο ανεβαίνω τα σκαλοπάτια της πνευματικότητος.
Χριστιανός και ιδιοκτησία.
Ο Χριστιανός, αφού μένει στην πόλη του και μετέχει πάντων της πόλεως και της πατρίδος του, έχει και ιδιοκτησία. Θα μου πείτε: «Μπορεί ο Χριστιανός να έχει ιδιοκτησία;». Ναι, μπορεί, δεν απαγορεύεται. Δεν είναι καταραμένο πράγμα, δεν είναι εχθρικά διακείμενο στην πνευματικότητα, αλλά κατά το αυτό μέτρο, που δίνει πάλι το Πνεύμα το Άγιο διά γραφίδος αποστόλου Παύλου στην ίδια περικοπή, οι Χριστιανοί μπορεί να έχουν, αλλά να μην κατέχουν, «οι αγοράζοντες ως μη κατέχοντες». Θα αγοράζουμε, αλλά θα είμαστε σαν να μην κατέχουμε.
Βέβαια νομικώς αυτό εδώ το ρολόι μου ανήκει. Αν για μια στιγμή αναζητηθεί ο ιδιοκτήτης του, θα πω «είμαι εγώ». και αν αμφισβητηθεί ο ιδιοκτήτης του, θα προσκομίσω και πιστοποιητικά, τίτλους ιδιοκτησίας, γιατί οι άνθρωποι δεν είναι τίμιοι. Θα προσκομίσω και τίτλους ιδιοκτησίας.
Ποια θα είναι η σχέση μου λοιπόν με την ιδιοκτησία μου; Σαν να μην έχω τίποτα στον παρόντα κόσμο. «οι αγοράζοντες ως μη κατέχοντες». Προσέξτε. όχι ως μη έχοντες, αλλά «ως μη κατέχοντες». Δεν θα λέω «Το ρολόι μου!», «Το αυτοκίνητο μου!», «Τα λεφτά μου!», που θυμίζει εκείνο που έλεγε ο φιλάργυρος της παραβολής. «Και θα πω στην -ψυχή μου: "Ψυχή μου, έχεις πολλά αγαθά. φάε, πιες,... δικά σου είναι όλα!"».
Είδατε; Έχει ιδιοκτησία ο Χριστιανός. δεν κολλάει όμως στην ιδιοκτησία. Έτσι μπορεί να είναι ελεήμων και να προσφέρει από τα αγαθά του. Σας είπα, νομικώς του ανήκουν αλλά δεν πιστεύει, δεν βασίζεται σ' αυτά που έχει. απλώς τον εξυπηρετούν στις ανάγκες του και στις ανάγκες της οικογενείας του. Τί λέει ο απόστολος Παύλος; «ταις χρείαις μου και τοις ούσι μετ' εμού υπηρέτησαν αι χείρες αύται»
Δούλευε, έβγαζε χρήματα ο απόστολος Παύλος, κι έτσι υπηρετούσε τις ανάγκες του και τις ανάγκες εκείνων που ήταν μαζί του. Βλέπετε;
Πρώτα η Πίστη, κι έπειτα τα αξιώματα.
Ακόμα, ο Χριστιανός σπουδάζει, μετέρχεται τέχνες και επιστήμες, καταλαμβάνει αξιώματα μέσα στην πολιτειακή ιεραρχία και αποδέχεται κάθε προνόμιο, όπως όλοι οι πολίτες. αλλά εάν για κάποιους λόγους υποστεί διωγμό, είτε για την χριστιανική του ιδιότητα είτε για κάτι με το οποίο δεν συμβιβάζεται, τότε ευχαρίστως δέχεται την έκπτωση, τον κατατρεγμό και την περιφρόνηση, κάποτε μπορεί να φθάσει και να γίνει ένας Μάρτυς. Έτσι λοιπόν, αν για κάποιο λόγο η πολιτεία υποτιμήσει τον Χριστιανό που κατέλαβε κάποια αξιώματα, τότε εκείνος δεν πικραίνεται εναντίον της πολιτείας, ούτε μέσα του αισθάνεται μίσος και κακία.
Ο Χριστιανός δεν είναι κολλημένος στην ύλη.
Ο απόστολος Παύλος παραθέτει στην Προς Εβραίους ένα υπέροχο τεμάχιο. Αποτείνεται στους Χριστιανούς, κι ακούστε τί λέγει: «και την αρπαγήν των υπαρχόντων υμών μετά χαράς προσεδέξασθε, γινώσκοντες έχειν εν εαυτοίς κρείττονα ύπαρξιν εν ουρανοίς και μένουσαν»
ύπαρξις θα πει αυτό που λέμε υπάρχοντα, δηλαδή περιουσία. Και την αρπαγή, λέει, των υπαρχόντων σας με χαρά την δεχθήκατε -γιατί;- γιατί δεν κολλήσατε πάνω σ' αυτά. Είχατε υπάρχοντα, είχατε περιουσία. Κάποια στιγμή η πολιτεία στρέφεται εναντίον σας, επειδή έχετε την χριστιανική ιδιότητα, και σας δημεύει την περιουσία. εσείς όμως δεν στενοχωρείσθε.
Ακούσατε; «μετά χαράς, λέει, προσεδέξασθε»! επειδή γνωρίζατε ότι έχετε για τους εαυτούς σας μια καλύτερη περιουσία στον Ουρανό, μόνιμη! Αυτό ακριβώς θα πει αυτό που σας διάβασα, «μετέχουσι πάντων ως πολίται, και πάνθ' υπομένουσιν ως ξένοι».
Ο Χριστιανός δεν είναι πατριδολάτρης, γιατί «του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής».
Τρίτο. «Πάσα ξένη πατρίς εστιν αυτών, και πάσα πατρίς ξένη»
Μάλιστα ό,τι σας διαβάζω τώρα, αλλά και κάποια άλλα παρακάτω που θα πούμε, χωρίς ανάλυση, έχουνε μία ποιητικότητα, μία άφθαστη λογοτεχνική αξία. Το λέγω έτσι, εν παρόδω. Κάθε ξένος τόπος είναι πατρίδα τους, λέει, και κάθε πατρίδα γι' αυτούς είναι ξένη. Δηλαδή δεν παύουν να αγαπούν την δική τους την πατρίδα οι Χριστιανοί. όμως, όπως σας είπα, αν υπάρξει κάποιος λόγος, κάποια ανάγκη οικονομική, κάποτε και θρησκευτική, μπορούν να εκπατρισθούν, να πάνε σ' άλλον τόπο. Όμως όπου και να πάνε, βολεύονται, γιατί θεωρούν ως πατρίδα τους αυτόν τον νέο τόπο. αλλά και όταν μένουν στην πατρίδα τους, αισθάνονται ότι μπορεί να φύγουν. συνεπώς ζουν με το αίσθημα ότι είναι ξένοι.
Έτσι οι Χριστιανοί αισθάνονται όπως ο Αβραάμ, ο οποίος έφυγε από την πατρίδα του. Του λέει ο Θεός: «Φύγε από 'δώ, κι έλα σ' έναν τόπο που θα σου δείξω».
Ξέρετε πώς ζούσε στον τόπο αυτό που εγκαταστάθηκε, παρ' ότι ήταν ο τόπος της επαγγελίας, της υποσχέσεως του Θεού; Ως ξένος και παρεπίδημος. Γι' αυτό και δεν έκτισε σπίτι ο Αβραάμ. ήταν σκηνίτης. Έτσι κι ο Ισαάκ, έτσι και ο Ιακώβ. Είναι πολύ χαρακτηριστικό. Δεν θέλω να πω ότι δεν πρέπει να χτίσουμε σπίτι. θέλω να πω ότι και για το σπίτι που θα χτίσουμε θα πρέπει να πούμε: «Ε, μπορεί σήμερα να το κατοικούμε. αύριο...;».
Σ' ένα κελλί ενός μοναχού ήταν γραμμένο: «Κελλί μου, έμεινα σ' εσένα, μετά από μένα κάποιος άλλος θα μείνει.»!
Έτσι, σήμερα μένουμε στο σπίτι μας, μπορεί αύριο να μη μένουμε. Σήμερα είμαστε εδώ σ' αυτόν τον ναό. αύριο μπορεί να μην είμαστε, να μας διώξουν, και να βρεθούμε κάπου άλλου.
Τί πρέπει να κάνουμε; Γι' αυτό πρέπει να αισθάνεται κανείς κάθε ξένο τόπο σαν πατρίδα του, και την πατρίδα του σαν έναν ξένο τόπο. Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι ο Χριστιανός είναι κοσμοπολίτης, με την ουμανιστική μάλιστα έννοια, αλλά έχει την αίσθηση ότι όπου και να πάει «του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής», ότι η γη είναι του Θεού Πατέρα.
όπου και να πάμε, από τον Θεό δεν χωριζόμαστε.
Τί είναι ο γάμος για τον Χριστιανό.
Τέταρτο -προσέξτε τώρα. Οι Χριστιανοί, λέει, παντρεύονται όπως όλοι και τεκνογονούν, «αλλ' ου ρίπτουσι τα γεννώμενα»
Οι Χριστιανοί παντρεύονται και τεκνογονούν όπως όλοι, αλλά δεν πετάνε ή δεν εκθέτουν εκείνα που γεννιούνται. Δηλαδή οι Χριστιανοί έρχονται σε γάμου κοινωνία, δηλαδή παντρεύεται ο Χριστιανός, -η βέβαια- αλλά ο γάμος του Χριστιανού ευλογείται από τον Θεό.
Ευλογείται από τον Θεό ο γάμος. Γι' αυτό γράφει ο άγιος Ιγνάτιος προς τον άγιο Πολύκαρπο:
«Πρέπει δε... μετά γνώμης του επισκόπου την ένωσιν ποιείσθαι, ίνα ο γάμος η κατά Κύριον», για να είναι κατά Θεόν ο γάμος, λέει, σύμφωνα με την γνώμη της Εκκλησίας, δηλαδή του επισκόπου, «και μη κατ' επιθυμίαν», όχι γιατί μ' αρέσεις και σ' αρέσω, αδιάφορο αν δεν πρέπει να σε παντρευτώ, γιατί είσαι αλλόθρησκος άνθρωπος και λοιπά, «Πάντα εις τιμήν Θεού γινέσθω.»
Συνεπώς ο Χριστιανός παντρεύεται, αλλά ο γάμος του είναι κάτω από την ευλογία του Θεού. Αυτό θα πει γάμος. δέχομαι την ευλογία του Θεού. Άρα ο Χριστιανός δεν δέχεται τον πολιτικό γάμο επ' ουδενί λόγω! Τον θεωρεί πορνεία, γιατί είναι. και είναι, επειδή είναι ανευλόγητος. Λέει ο απόστολος Παύλος: «είτε ουν εσθίετε είτε πίνετε είτε τι ποιείτε», εάν τρώτε ή πίνετε ή κάτι κάνετε, «είτε τι ποιείτε», το πιο μικρό, «πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε», πρέπει να έχουν όλα την σφραγίδα της ευλογίας του Θεού και την σφραγίδα της δόξης του Θεού. Κι εσύ, αδελφέ μου, ολόκληρο θέμα στη ζωή σου, που είναι ο γάμος, παντρεύεσαι ανευλόγητα;! χωρίς τον Θεό;!...
Ο πολιτικός γάμος.
Αγαπητοί μου, προσέξτε -δεν είναι κακία αυτό που θα πω. Αν το παιδί σας, ο μη γένοιτο, παντρευτεί με πολιτικό γάμο, δεν θα πάτε στον γάμο του! είναι σε αταξία. Αν συγγενικό ή φιλικό σας πρόσωπο παντρευτεί με πολιτικό γάμο, δεν θα πάτε! θα του πείτε ότι είναι σε αταξία.
Δεν θα βρίσετε ούτε θα δείρετε, αλλά θα πείτε ότι είναι σε αταξία.
Προσέξτε με, ούτε δώρο θα πάτε! διότι με την παρουσία σας, την επίσκεψή σας ή το δώρο σας επικροτείτε κάτι που ο Θεός δεν το θέλει, είναι παράνομο. Αυτό που προέτρεπε ο απόστολος Παύλος τους Κορινθίους για κάποιον αιμομίκτη Χριστιανό, να μην του μιλάνε για να ντραπεί και να συνέλθει, αυτό θα κάνετε κι εσείς. Θα δείχνετε την δυσαρέσκειά σας, όχι σήμερα-αύριο και για δέκα μέρες, αλλά μέχρι που να διορθωθεί.
Θα λέτε καλημέρα, αλλά πάντα θα υπενθυμίζετε με τη στάση σας. «Αγαπητέ μου φίλε ή παιδί μου, είσαι σε αταξία.» Θα τον κάνετε τον άλλο να σκεφθεί, και τότε να πει: «Τί κάνω;». Αν τον επιδοκιμάσουμε, τότε δεν τον διορθώνουμε.
Χριστιανοί και εκτρώσεις.
Έτσι λοιπόν ο Χριστιανός παντρεύεται και γεννά παιδιά. αλλά δεν κάνει εκτρώσεις. Κι αν γεννήσει, δεν εκθέτει τα παιδιά τα οποία έχει γεννήσει ως ανεπιθύμητα. Όχι το γεννάμε και το πετάμε!
Η Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων μάλιστα, ένα πανάρχαιο βιβλίο, αναφερόμενη στην οδό του θανάτου, γράφει τα εξής: «Η δε του θανάτου οδός εστιν αύτη... -λέει πολλά. και μεταξύ άλλων λέγει: φονείς τέκνων, φθορείς πλάσματος Θεού...». Είδατε; «φονείς τέκνων»! αυτοί που σκοτώνουν τα παιδιά τους, αυτοί που φθείρουν το πλάσμα του Θεού, «ρυσθείητε, τέκνα, από τούτων απάντων», απαλλαγείτε, παιδιά μου, λέει το βιβλίο της Διδαχής, απ' όλα αυτά.
Χριστιανοί και αγωγή των παιδιών.
Αλλά και σε θέματα αγωγής των παιδιών τους οι Χριστιανοί δεν αμελούν την εν Κυρίω παιδαγωγία. Σήμερα μάλιστα είναι πολύ δύσκολη η αγωγή των παιδιών. Δεν την αμελούν ούτε μένουν σ' εκείνη την, προσέξτε, εσφαλμένη αντίληψη περί ελευθερίας, η οποία αντίληψη περί ελευθερίας είναι ταυτόσημη με την ασυδοσία σήμερα... Δεν έχουν αυτή την αντίληψη περί ελευθερίας οι Χριστιανοί μέσα στον κόσμο, αλλά μένουν πάλι σ' εκείνη την προτροπή του βιβλίου της Διδαχής, που λέγει: «Ουκ αρείς την χείρα σου από του υιού σου ή από της θυγατρός σου, αλλά από νεότητος διδάξεις τον φόβον του Θεού», δεν θα σηκώσεις το χέρι σου από το αγόρι σου και από το κορίτσι σου. θα το κρατάς το παιδί σου! «Μα...» Θα το κρατά

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.