ΕΓΚΑΙΝΙΑ
▼
Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2023
Άγιοι Βονιφάτιος και Αγλαΐα η Ρωμαία 19 Δεκεμβρίου
Ιερά Λείψανα: Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου Βονιφάτιου βρίσκονται στις Μονές Παντελεήμονος Αγίου Όρους, Γηρομερίου Φιλιατών, Φανερωμένης Σαλαμίνος, Αγίου Νικολάου Άνδρου και Αγίου Κυπριανού Φυλής Αττικής.
Οι Άγιοι Βονιφάτιος και Αγλαΐα έζησαν τον 3ο μ.Χ. αιώνα. Η Αγλαΐα ανήκε στην τάξη των ευγενών και πλούσιων Ρωμαίων γυναικών και ήταν πάντα πρόθυμη στις ελεημοσύνες και στις διάφορες αγαθοεργίες. Ο δε Βονιφάτιος ήταν γραμματέας της περιουσίας της Αγλαΐας και επόπτης των κτημάτων της. Όπως η κυρία του, ήταν και αυτός εύσπλαχνος και φιλάνθρωπος. Διαχειριζόταν την περιουσία της Αγλαΐας με πολλή τιμιότητα, και απέναντι στους υπηρέτες ήταν ευγενέστατος.
Η ανεξέλεγκτη όμως καλοζωία έπνιξε την πνευματικότητα του Βονιφατίου και της Αγλαΐας. Άναψε την εύφλεκτη νεότητά τους και παρασύρθηκαν από τις ένοχες σαρκικές ηδονές. Ευτυχώς όμως, ο έλεγχος των συνειδήσεών τους ήταν αυτός που τελικά επικράτησε. Αμάρτησαν. Έκλαψαν και οι δύο πικρά. Θα τους δεχόταν άραγε και πάλι ο Θεός σαν ζωντανά μέλη της Εκκλησίας του; Γιατί όχι; Άλλωστε, ο Ίδιος είπε: «Χαρὰ γίνεται ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ ἐπὶ ἐνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι» (Λουκά, ΙΕ' 10). Δηλαδή, χαρά γίνεται στους ουρανούς, με την παρουσία αγγέλων του Θεού, που συμμετέχουν στη χαρά αυτή, για έναν αμαρτωλό που μετανοεί.
Με πολλή συντριβή λοιπόν, οι δύο μετανοούντες εξομολογήθηκαν το ηθικό τους ολίσθημα σε πνευματικό ιερέα και η ηθική τους επιστροφή και αναγέννηση ήταν πλέον γεγονός. Έτσι αργότερα ο μεν Βονιφάτιος πέθανε μαρτυρικά για την πίστη στην Ταρσό της Κιλικίας, η δε Αγλαΐα, αφού πούλησε τα υπάρχοντά της, αφιέρωσε τη ζωή της στην ανακούφιση των φτωχών και των πασχόντων.
Σάββατο 30 Δεκεμβρίου 2023
ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ: Εὐαγγέλιο - Κατήχησις πρός τοῦς Φωτιζομένους περί Ἐνανθρωπήσεως (Ἃγιος Κύριλλος Ἰεροσολύμων)
Εὐαγγέλιο Κυριακῆς: Ματθ. Α΄ 1-25
«Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαυΐδ, υἱοῦ Ἀβραάμ. 2 Ἀβραὰμ ἐγέννησε τὸν Ἰσαάκ, Ἰσαὰκ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰακώβ, Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰούδαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ, 3 Ἰούδας δὲ ἐγέννησε τὸν Φαρὲς καὶ τὸν Ζαρὰ ἐκ τῆς Θάμαρ, Φαρὲς δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐσρώμ, Ἐσρὼμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀράμ, 4 Ἀρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀμιναδάβ, Ἀμιναδὰβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ναασσών, Ναασσὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Σαλμών, 5 Σαλμὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Βοὸζ ἐκ τῆς Ραχάβ, Βοὸζ δὲ ἐγέννησε τὸν Ὠβὴδ ἐκ τῆς Ρούθ, Ὠβὴδ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰεσσαί, 6 Ἰεσσαὶ δὲ ἐγέννησε τὸν Δαυΐδ τὸν βασιλέα. Δαυΐδ δὲ ὁ βασιλεὺς ἐγέννησε τὸν Σολομῶντα ἐκ τῆς τοῦ Οὐρίου, 7 Σολομὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Ροβοάμ, Ροβοάμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀβιά, Ἀβιὰ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀσά, 8 Ἀσὰ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωσαφάτ, Ἰωσαφάτ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωράμ, Ἰωρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ὀζίαν, 9 Ὀζίας δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωάθαμ, Ἰωάθαμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἄχαζ, Ἄχαζ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐζεκίαν, 10 Ἐζεκίας δὲ ἐγέννησε τὸν Μανασσῆ, Μανασσῆς δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀμών, Ἀμὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωσίαν, 11 Ἰωσίας δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰεχονίαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ ἐπὶ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος. 12 Μετὰ δὲ τὴν μετοικεσίαν Βαβυλῶνος Ἰεχονίας ἐγέννησε τὸν Σαλαθιήλ, Σαλαθιὴλ δὲ ἐγέννησε τὸν Ζοροβάβελ, 13 Ζοροβάβελ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀβιούδ, Ἀβιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐλιακείμ, Ἐλιακεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀζώρ, 14 Ἀζὼρ δὲ ἐγέννησε τὸν Σαδώκ, Σαδὼκ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀχείμ, Ἀχεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐλιούδ, 15 Ἐλιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐλεάζαρ, Ἐλεάζαρ δὲ ἐγέννησε τὸν Ματθάν, Ματθὰν δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰακώβ, 16 Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωσὴφ τὸν ἄνδρα Μαρίας, ἐξ ἧς ἐγεννήθη Ἰησοῦς ὁ λεγόμενος Χριστός. 17 Πᾶσαι οὖν αἱ γενεαὶ ἀπὸ Ἀβραάμ ἕως Δαυΐδ γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ Δαυΐδ ἕως τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος ἕως τοῦ Χριστοῦ γενεαὶ δεκατέσσαρες. 18 Τοῦ δὲ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν. μνηστευθείσης γὰρ τῆς μητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ἰωσήφ, πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου. 19 Ἰωσὴφ δὲ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, δίκαιος ὢν καὶ μὴ θέλων αὐτὴν παραδειγματίσαι, ἐβουλήθη λάθρα ἀπολῦσαι αὐτήν. 20 Ταῦτα δὲ αὐτοῦ ἐνθυμηθέντος ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ ἐφάνη αὐτῷ λέγων· Ἰωσὴφ υἱὸς Δαυΐδ, μὴ φοβηθῇς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου· τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν Ἁγίου. 21 τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν. 22 Τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῇ τὸ ρηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· 23 Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός. 24 Διεγερθεὶς δὲ ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ὕπνου ἐποίησεν ὡς προσέταξεν αὐτῷ ὁ ἄγγελος Κυρίου καὶ παρέλαβε τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, 25 καὶ οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτὴν ἕως οὗ ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον, καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν».
Θεός καί Ἂνθρωπος
«ἸΗΣΟΎΣ»
Την Κυριακή πριν από τη Γέννηση του Κυρίου μας, ο ευαγγελιστής Ματθαίος μας παρουσιάζει όλη την πορεία των κατά σάρκα προπατόρων του Κυρίου μας, οι οποίοι έζησαν και πέθαναν με την προσμονή του Μεσσία. Σύμφωνα με τον γενεαλογικό αυτό κατάλογο οι προπάτορες χωρίζονται σε τρεις περιόδους, που η καθεμιά περιέχει δεκατέσσερις γενιές. Η πρώτη από τον Αβραάμ μέχρι τον Δαβίδ, η δεύτερη από τον Δαβίδ μέχρι την εποχή που οι Ιουδαίοι μεταφέρθηκαν αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα, και η Τρίτη από την αιχμαλωσία αυτή μέχρι την Γέννηση του Χριστού.Στη συνέχεια ο ιερός Ευαγγελιστής μας παρουσιάζει το μέγα μυστήριο της Γεννήσεως του Κυρίου μας. Μας λέει ότι, όταν η Παρθένος Μαρία αρραβωνιάστηκε τον Ιωσήφ, πριν ακόμη συγκατοικήσει στο σπίτι του, βρέθηκε έγκυος με την επενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Όταν όμως ο Ιωσήφ αντιλήφθηκε την εγκυμοσύνη της, ταράχθηκε πολύ. Αλλά επειδή ήταν ενάρετος και δεν ήθελε να τη διαπομπεύσει, σκέφθηκε να της δώσει μυστικά διαζύγιο. Καθώς λοιπόν βασανιζόταν απ’ αυτούς τους φοβερούς λογισμούς, ένας άγγελος του Θεού του εμφανίστηκε σε όνειρο και του είπε: Ιωσήφ απόγονε του Δαβίδ, μη διστάσεις να παραλάβεις στο σπίτι σου τη Μαρία, τη μνηστή σου. Διότι το παιδί που έχει μέσα της προέρχεται από την επενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Θα γεννήσει υιό και συ θα Του δώσεις το όνομα «Ιησούς», το οποίο σημαίνει «σωτήρ». Και θα Του δώσεις αυτό το όνομα, διότι Αυτός θα σώσει το λαό του τον Ισραήλ από τις αμαρτίες του.
Γιατί όμως ο άγγελος δίνει εντολή στον Ιωσήφ να ονομάσει τον υιό της Παρθένου Ιησού, δηλαδή Σωτήρα; Διότι με το όνομα αυτό ο Θεός απεκάλυπτε το μέγα μυστήριο, που ήταν κρυμμένο μέσα στους αιώνες: ότι ο Κύριος Ιησούς δεν θα είναι επίγειος βασιλιάς, που θα λυτρώσει εθνικά και πολιτικά τον ισραηλιτικό λαό, αλλά Σωτήρ που θα σώσει την ανθρωπότητα από τη σκλαβιά της αμαρτίας, του διαβόλου και της φθοράς· Σωτήρ που θα σηκώσει επάνω του το βάρος των αμαρτιών της ανθρωπότητας και θα θυσιασθεί προσφέροντας τη ζωή του για να λυτρώσει το ανθρώπινο γένος. Πώς όμως θα μπορούσε να γίνει αυτό; Ποιος άνθρωπος θα μπορούσε να επιτελέσει ένα τόσο μεγάλο θεϊκό έργο; Τόσοι προφήτες και δίκαιοι στην Παλαιά Διαθήκη δεν μπόρεσαν να αναστήσουν και να σώσουν το ανθρώπινο γένος. Πώς λοιπόν θα μπορούσε να το λυτρώσει ο «Ιησούς»; Την απάντηση τη δίνει στη συνέχεια ο ιερός Ευαγγελιστής.
«Ἐμμανουήλ»
Ο Ευαγγελιστής στη συνέχεια τονίζει ότι με την υπερφυσική σύλληψη της Παρθένου επαληθεύτηκε πλήρως αυτό που είπε ο Θεός με το στόμα του προφήτη Ησαΐα πολλούς αιώνες πριν: Ιδού, η παρθένος θα συλλάβει και θα γεννήσει υιό, και θα Τον ονομάσουν Εμμανουήλ, όνομα που σημαίνει: «Ο Θεός είναι μαζί μας». Όταν λοιπόν ο Ιωσήφ σηκώθηκε από τον ύπνο του, έκανε όπως του είπε ο άγγελος του Κυρίου. Παρέλαβε τη μνηστή του στο σπίτι του. Και δεν ήλθε σε σχέση συζυγική μαζί της ποτέ. Και ήλθε η μεγάλη ώρα που η παρθένος γέννησε τον πρώτο και μονάκριβο υιό της. Και ο Ιωσήφ Του έδωσε το όνομα «Ιησούς».
Για ποιο λόγο όμως ο προφήτης Ησαΐας αναφέρει αντί για το όνομα «Ιησούς» το δεύτερο αυτό όνομα, «Εμμανουήλ»; Διότι με το όνομα αυτό συνεσκιασμένα μας αποκαλύπτεται ότι ο Μεσσίας δεν θα είναι μόνο άνθρωπος. Θα είναι ο ίδιος ο Θεός που θα κατέλθει στη γη μας και θα γίνει άνθρωπος. Αυτός θα αφήσει τη δόξα του ουρανού και θα κατεβεί στη γη μας.
Βέβαια το μέγα αυτό μυστήριο εύκολα το διακηρύττουμε. Εάν όμως το σκεφτόμασταν λίγο βαθύτερα, θα σιωπούσαμε, δεν θα μπορούσαμε να το χωρέσουμε στο νου μας. Αλλά και στην εποχή του Κυρίου μας κανείς δεν θα μπορούσε να διανοηθεί μια τέτοια αλήθεια. Οι Εβραίοι μάλιστα, που δεν τολμούσαν ούτε να προφέρουν το όνομα του Θεού, πού να φαντασθούν ότι ο Θεός θα γινόταν άνθρωπος! Και οι μαθητές του Κυρίου επί τρία χρόνια δεν είχαν καταλάβει Ποιον είχαν ανάμεσά τους. Μετά την Πεντηκοστή το κατάλαβαν. Είχαν δίπλα τους τον ίδιο το Θεό και δεν είχαν πάρει είδηση. Αλλά κι εμείς σήμερα πώς να συλλάβουμε ότι ο ίδιος ο Θεός, ο δημιουργός του σύμπαντος έγινε άνθρωπος; Ότι φόρεσε την ανθρώπινη σάρκα για να την ανακαινίσει και να μας ανεβάσει εκεί που είναι ο Ίδιος, να μας κάνει κατά χάριν θεούς; Αν το είχαμε κατανοήσει αυτό, θα άλλαζε η ζωή μας. Θα αντιμετωπίζαμε διαφορετικά τα πάντα γύρω μας, τις δυσκολίες και τους πειρασμούς και τις αποτυχίες αλλά και τις επιτυχίες της ζωής. Θα αισθανόμασταν και θα ζούσαμε την παρουσία του Θεανθρώπου Κυρίου μας διαρκώς στη ζωή μας.
Καθώς λοιπόν πλησιάζουν Χριστούγεννα, ας προσπαθήσουμε με τη χάρη του Θεού να αισθανθούμε το μέγα αυτό μυστήριο της θείας ενανθρωπήσεως. Ας το ζήσουμε φέτος βαθύτερα, πνευματικότερα, αγιότερα. Με τη συναίσθηση ότι ο Εμμανουήλ, ο Θεάνθρωπος Κύριος, είναι μαζί μας, θέλει να είναι μαζί μας. Για να μας λυτρώσει, να μας μεταμορφώσει, να μας αγιάσει, να μας κάνει θεούς κατά χάριν.
Πηγή: www.xfd.gr
Ὁμιλία τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, Ἀρχιεπισκόπου Ἰεροσολύμων: «Κατήχησις πρός τοῦς Φωτιζομένους, περί Ἐνανθρωπήσεως».
Βίος Αγίου Σεβαστιανού και των συν αυτού συναθλήσαντων 18 Δεκεμβρίου
Ο ένδοξος Μάρτυς Σεβαστιανός και οι μετ' αυτού συναθλήσαντες, ήσαν κατά τον καιρό των αντιχρίστων βασιλέων Διοκλητιανού (284-305) και Μαξιμιανού (286-305).
Ο Άγιος Σεβαστιανός ενθαρρύνει τους μάρτυρας
Αυτός ο τόσον σεβαστός Σεβαστιανός ήταν άνθρωπος ξακουστός και φημισμένος στην μεγάλη πόλη των Μεδιολάνων και τόσην εκτίμηση είχανε σ’ αυτόν οι τύραννοι, ώστε τον
είχανε πιστότατο φίλο. Είχε δε τόσες ικανότητες και τόση υψηλή οικογενειακή καταγωγή, ώστε ο αυτοκράτωρ Διοκλητιανός, τον είχε κάνει στρατηγό. Έκανε δε πολύ καλά την
υπηρεσία του αυτή, αν και ήταν στα κρυφά Χριστιανός. Ήταν στα κρυφά, όχι διότι φοβόταν τα τρομερά βασανιστήρια, αλλά γιατί ήθελε να βοηθά τους πιστούς. Εφόσον νομιζότανε
ασεβής, μπορούσε να βρίσκεται κοντά στους αθλοφόρους μάρτυρες, όπου τους έδινε θάρρος κατά το μαρτύρια τους και τραβούσε έτσι πολλούς στην πίστη του Χριστού.
Το μαρτύριο του Μαρκελλίνου και Μάρκου
Μ' αυτήν την προσπάθεια κατόρθωσε να σώσει και να οδηγήσει στην αθανασία δύο αδελφούς περίφημους, πρώτους στη Ρώμη, τον Μαρκελλίνο και τον Μάρκο.
Αυτοί είχαν πατέρα τον Τραγκλίνο, μητέρα δε την Μαρκία, και όπως ήταν κατά σάρκα αδελφοί, έτσι και στην πίστη είχαν στερεά και ανίκητη γνώμη. Αυτούς βασάνισε απάνθρωπα
ο Χρημάτιος, ο έπαρχος της Πόλεως με φρικτά βασανιστήρια, αφού δεν μπόρεσε να τους νικήσει, ούτε με φοβέρες ούτε με κολακείες, ούτε με την αγάπη των συγγενών τους.
Τους καταδίκασε τότε σε θάνατο με προθεσμία! Τριάντα ημερών. Διέταξε επίσης να δημευθή όλη η περιουσία τους χωρίς να λάβουν τίποτε οι συγγενείς τους. Αντίθετα
διατάχθηκαν οι συγγενείς να πηγαίνουν κάθε μέρα να τους βλέπουν και να προσπαθούν ,με λόγια και δάκρυα να τους αλλάξουν γνώμη.
Ο Σεβαστιανός βλέποντας αυτά, φοβήθηκε μήπως η ανθρώπινη αδυναμία προδώσει την ευσέβεια τους και την πίστη τους. Φοβήθηκε μήπως λυγίσουν πάνω σ’ αυτό τον.
κατακλυσμό των συγκινήσεων και αναγκάστηκε να φανερωθεί, για να τους στερεώσει στην πίστη τους. Όταν ο Άγιος εμψύχωνε τους μάρτυρες, ακούστηκε μεγάλη και δυνατή
φωνή, ήλθε δε φως λαμπρότατο από τον ουρανό και είδαν οι παρευρισκόμενοι συγχρόνως ε να νέο θαυμάσιο να κάθεται κοντά του. Το πρόσωπό του και τα ενδύματα του
λάμπανε τόσο, ώστε όλοι θαμπώθηκαν, και όλοι κατάλαβαν τότε ότι το γεγονός αυτό ήταν έργο της χάριτος του Θεού, που επιβεβαίωνε, ότι όσα έλεγε ο Άγιος ήταν αληθινά.
Αυτός ο τόσον σεβαστός Σεβαστιανός ήταν άνθρωπος ξακουστός και φημισμένος στην μεγάλη πόλη των Μεδιολάνων και τόσην εκτίμηση είχανε σ’ αυτόν οι τύραννοι, ώστε τον
είχανε πιστότατο φίλο. Είχε δε τόσες ικανότητες και τόση υψηλή οικογενειακή καταγωγή, ώστε ο αυτοκράτωρ Διοκλητιανός, τον είχε κάνει στρατηγό. Έκανε δε πολύ καλά την
υπηρεσία του αυτή, αν και ήταν στα κρυφά Χριστιανός. Ήταν στα κρυφά, όχι διότι φοβόταν τα τρομερά βασανιστήρια, αλλά γιατί ήθελε να βοηθά τους πιστούς. Εφόσον νομιζότανε
ασεβής, μπορούσε να βρίσκεται κοντά στους αθλοφόρους μάρτυρες, όπου τους έδινε θάρρος κατά το μαρτύρια τους και τραβούσε έτσι πολλούς στην πίστη του Χριστού.
Το μαρτύριο του Μαρκελλίνου και Μάρκου
Μ' αυτήν την προσπάθεια κατόρθωσε να σώσει και να οδηγήσει στην αθανασία δύο αδελφούς περίφημους, πρώτους στη Ρώμη, τον Μαρκελλίνο και τον Μάρκο.
Αυτοί είχαν πατέρα τον Τραγκλίνο, μητέρα δε την Μαρκία, και όπως ήταν κατά σάρκα αδελφοί, έτσι και στην πίστη είχαν στερεά και ανίκητη γνώμη. Αυτούς βασάνισε απάνθρωπα
ο Χρημάτιος, ο έπαρχος της Πόλεως με φρικτά βασανιστήρια, αφού δεν μπόρεσε να τους νικήσει, ούτε με φοβέρες ούτε με κολακείες, ούτε με την αγάπη των συγγενών τους.
Τους καταδίκασε τότε σε θάνατο με προθεσμία! Τριάντα ημερών. Διέταξε επίσης να δημευθή όλη η περιουσία τους χωρίς να λάβουν τίποτε οι συγγενείς τους. Αντίθετα
διατάχθηκαν οι συγγενείς να πηγαίνουν κάθε μέρα να τους βλέπουν και να προσπαθούν ,με λόγια και δάκρυα να τους αλλάξουν γνώμη.
Ο Σεβαστιανός βλέποντας αυτά, φοβήθηκε μήπως η ανθρώπινη αδυναμία προδώσει την ευσέβεια τους και την πίστη τους. Φοβήθηκε μήπως λυγίσουν πάνω σ’ αυτό τον.
κατακλυσμό των συγκινήσεων και αναγκάστηκε να φανερωθεί, για να τους στερεώσει στην πίστη τους. Όταν ο Άγιος εμψύχωνε τους μάρτυρες, ακούστηκε μεγάλη και δυνατή
φωνή, ήλθε δε φως λαμπρότατο από τον ουρανό και είδαν οι παρευρισκόμενοι συγχρόνως ε να νέο θαυμάσιο να κάθεται κοντά του. Το πρόσωπό του και τα ενδύματα του
λάμπανε τόσο, ώστε όλοι θαμπώθηκαν, και όλοι κατάλαβαν τότε ότι το γεγονός αυτό ήταν έργο της χάριτος του Θεού, που επιβεβαίωνε, ότι όσα έλεγε ο Άγιος ήταν αληθινά.
Παρασκευή 29 Δεκεμβρίου 2023
Τοῦ Ἁγίου προφήτου Δανιὴλ καὶ τῶν Ἁγίων Τριῶν Παίδων Ἀνανίου, Ἀζαρίου καὶ Μισαήλ (17 Δεκεμβρίου)
Ο προφήτης Δανιήλ είναι ένας από τους τέσσερις μεγάλους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Γεννήθηκε στην Άνω Βηθαρά και έζησε στα τέλη του 7ου με τις αρχές 6ου π.Χ. αιώνα. Ανήκε στη φυλή του Ιούδα και καταγόταν από τη βασιλική οικογένεια του Δαβίδ (Δανιήλ 1,3-6). Το όνομά του σημαίνει "ο Κύριος είναι ο κριτής μου".
Ο βασιλιάς των Βαβυλωνίων Ναβουχοδονόσορ πολιόρκησε την Ιερουσαλήμ, την κατέλαβε και έσυρε τους κατοίκους της αιχμάλωτους στη Βαβυλώνα. Έτσι ο Δανιήλ σε νεαρή ηλικία οδηγήθηκε μαζί με τους γονείς του αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα το 605 π.Χ. (Δανιήλ 1,4). Ο βασιλιάς διέταξε τον Ασπενάζ, προϊστάμενο του προσωπικού του, να επιλέξει από τους Ισραηλίτες όσους νέους ήταν από βασιλική γενιά ή από οικογένειες ευγενών. Αυτοί δεν έπρεπε να έχουν κανένα σωματικό ελάττωμα. Έπρεπε να είναι εμφανίσιμοι, να έχουν μεγάλη μόρφωση και να διαθέτουν γνώση και αντίληψη, προκειμένου να προσληφθούν στα ανάκτορα, στην υπηρεσία του βασιλιά. Θα τους δίδασκαν να διαβάζουν και να γράφουν τη γλώσσα των Βαβυλωνίων.
Ο Δανιήλ ήταν προικισμένος με πολλά φυσικά και πνευματικά χαρίσματα γι' αυτό και ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ τον διάλεξε μαζί με τρία άλλα παιδιά, τον Ανανία, τον Αζαρία και τον Μισαήλ, να παραμείνουν στην βασιλική αυλή όπου ανατράφηκαν και σπούδασαν. Επειδή η απόδοσή τους στις σπουδές ήταν άριστη, όταν ενηλικιώθηκαν ο βασιλιάς τους τοποθέτησε σε ανώτερες θέσεις του παλατιού (Δανιήλ 1,5 και 1,18-19). Ο προσωπάρχης του παλατιού έδωσε στο Δανιήλ και τους τρεις φίλους του νέα ονόματα. Στο Δανιήλ το όνομα Βαλτάσαρ, στον Ανανία το όνομα Σεδράχ, στο Μισαήλ το όνομα Μισάχ και στον Αζαρία το όνομα Αβδεναγώ (Δανιήλ 1,7).
Αφού πέρασε ο χρόνος που είχε ορίσει ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ για να παρουσιάσουν σ’ αυτόν τους νέους, ο προϊστάμενος του προσωπικού τους οδήγησε μπροστά του. Ο βασιλιάς συζήτησε μ’ όλους αυτούς, αλλά δε βρήκε κανέναν σαν το Δανιήλ, τον Ανανία, το Μισαήλ και τον Αζαρία. Έτσι τους προσέλαβε στην υπηρεσία του. Και για οποιοδήποτε ζήτημα τους ρωτούσε ο βασιλιάς και απαιτείτο σοφία και ευφυΐα, τους έβρισκε δέκα φορές καλύτερους απ’ όλους τους μάγους και τους μάντεις του βασιλείου του.
Ο Δανιήλ ήταν προικισμένος με πολλά φυσικά και πνευματικά χαρίσματα γι' αυτό και ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ τον διάλεξε μαζί με τρία άλλα παιδιά, τον Ανανία, τον Αζαρία και τον Μισαήλ, να παραμείνουν στην βασιλική αυλή όπου ανατράφηκαν και σπούδασαν. Επειδή η απόδοσή τους στις σπουδές ήταν άριστη, όταν ενηλικιώθηκαν ο βασιλιάς τους τοποθέτησε σε ανώτερες θέσεις του παλατιού (Δανιήλ 1,5 και 1,18-19). Ο προσωπάρχης του παλατιού έδωσε στο Δανιήλ και τους τρεις φίλους του νέα ονόματα. Στο Δανιήλ το όνομα Βαλτάσαρ, στον Ανανία το όνομα Σεδράχ, στο Μισαήλ το όνομα Μισάχ και στον Αζαρία το όνομα Αβδεναγώ (Δανιήλ 1,7).
Αφού πέρασε ο χρόνος που είχε ορίσει ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ για να παρουσιάσουν σ’ αυτόν τους νέους, ο προϊστάμενος του προσωπικού τους οδήγησε μπροστά του. Ο βασιλιάς συζήτησε μ’ όλους αυτούς, αλλά δε βρήκε κανέναν σαν το Δανιήλ, τον Ανανία, το Μισαήλ και τον Αζαρία. Έτσι τους προσέλαβε στην υπηρεσία του. Και για οποιοδήποτε ζήτημα τους ρωτούσε ο βασιλιάς και απαιτείτο σοφία και ευφυΐα, τους έβρισκε δέκα φορές καλύτερους απ’ όλους τους μάγους και τους μάντεις του βασιλείου του.
Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 2023
Προφήτης Αγγαίος 16 Δεκεμβρίου
Ο Προφήτης Αγγαίος καταγόταν από την Ιερατική φυλή του Λευί και είναι ο 10ος των μικρών λεγόμενων προφητών. Γεννήθηκε στη Βαβυλώνα, όταν διαρκούσε η αιχμαλωσία των Ιουδαίων.
Ο Αγγαίος ήταν αυτός, που μαζί με τον προφήτη Ζαχαρία αναθέρμαναν το ζήλο των Ιουδαίων για την ανοικοδόμηση του Ναού του Σολομώντος. Το προφητικό βιβλίο του Αγγαίου είναι χωρισμένο σε δύο κεφάλαια και έχει απλό και αυστηρό ύφος. Επειδή ο Αγγαίος καταγόταν από λευιτική οικογένεια, όταν πέθανε, τάφηκε στα μνήματα των Ιερέων.
Να όμως και τι συμβουλεύει στους Ιερείς: «Ούτως πάντα τα έργα των χειρών αυτών, και ος εάν εγγίση εκεί, μιανθήσεται ένεκεν των λημάτων αυτών των ορθρινών» (Αγγαίος, Β' 14). Έτσι, λέει ο Αγγαίος, συμβαίνει με όλα τα έργα των χειρών αυτών. Όποιος Ιερέας δηλαδή, είναι μολυσμένος από δωροδοκίες που πήρε πρωί - πρωί, η από άλλες αμαρτίες και παρακοές που διέπραξε, αν αγγίξει το θυσιαστήριο θα το μολύνει. Η προσφορά του δηλαδή, θα θεωρηθεί μολυσμός.
Απολυτίκιον
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Προφήτης θεόληπτος, οία θεράπων Θεού, τω κόσμω ενδέδειξαι, ανακαθάρας τον νούν, Αγγαίε πανεύφημε, όθεν εορταζόντων, ένθα πέφυκεν ήχος, ήρθης ως εορτάζων, εν Θεώ φερωνύμως, ω πρέσβευε θεηγόρε, σώζεσθαι άπαντας.
Τετάρτη 27 Δεκεμβρίου 2023
Δεν υπάρχει τίποτα τεχνητό στην τεχνητή νοημοσύνη.Η Τεχνητή Νοημοσύνη είναι ένα μέσο για να εισέλθουν οι δαίμονες στον κόσμο μας.
σχολιο ιστολογιου Αγιος Ιωαννης ο Θεολογος: υπαρχουν καποια σημεια θεολογικα στα οποια δεν συμφωνουμε με την δημοσιευση αλλα την δημοσιευουμε αυτουσια διοτι ειναι αρκετα ξεκαθαρη σε αυτα που ερχονται....
Η Τεχνητή Νοημοσύνη και η Συμφωνία με το Διάβολο [Βίντεο]
Ο χρήστης του Twitter, @holowsun έγραψε ένα ανατριχιαστικό νήμα με τίτλο: "H ΤΝ (Τεχνητή Νοημοσύνη) δεν είναι Τεχνητό δημιούργημα".
Το συγκεκριμένο βίντεο είναι ένα απόσπασμά από το “Final Days”, ένα ντοκιμαντέρ από το κανάλι Stew Peters.
Ο χρήστης του Twitter, @holowsun έγραψε ένα ανατριχιαστικό νήμα με τίτλο: "H ΤΝ (Τεχνητή Νοημοσύνη) δεν είναι Τεχνητό δημιούργημα". Εξηγεί μια προσέγγιση της τεχνολογίας που απουσιάζει αρκετά από τον σύγχρονο κόσμο και είναι αναπόσπαστο στοιχείο για να καταλάβουμε γιατί υπάρχει κάτι που πρέπει να μας ανησυχεί.
Ἁγίου Ἐλευθερίου Ἱερομάρτυρος (15 Δεκεμβρίου)
Ο Άγιος Ελευθέριος γεννήθηκε τον 2o αιώνα μ. Χ. στην Ελλάδα (κατά άλλους στην Ρώμη) από πλούσιους γονείς. Τότε αυτοκράτορας ήταν ο Κόμμοδος και ο Σεπτίνος Σεβήρος. Ορφανός από πατέρα, ανατράφηκε σύμφωνα με τις επιταγές του Ευαγγελίου από την ευσεβέστατη και φιλάνθρωπη μητέρα του, Ανθία (της Ευανθίας γόνος, στιχηρό Εσπερινού) (βλέπε ίδια ημέρα) η οποία έγινε χριστιανή ακούοντας το κήρυγμα από μαθητές του Απ. Παύλου.
Διακαής πόθος της Ανθίας ήταν να επισκεφτεί τη Ρώμη, που τα χώματά της είχαν βαφτεί με το αίμα των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Κάποτε, λοιπόν, αποφάσισε και πήγε. Μαζί πήρε και το νεαρό γιό της Ελευθέριο. Ο επίσκοπος Ρώμης Ανίκητος (βλέπε 17 Απριλίου), όταν είδε τον Ελευθέριο εκτιμώντας την πολλή νοημοσύνη του, τη θερμή πίστη και το αγνό ήθος του, τον έλαβε υπό την προστασία του.
Σε ηλικία 15 ετών χειροτονήθηκε από τον επίσκοπο Ρώμης Ανίκητο, διάκονος και έπειτα από τρία χρόνια χειροτονήθηκε ιερέας. Από τη θέση αυτή ο Ελευθέριος αγωνίστηκε με ζήλο για τη διδαχή του ποιμνίου του, και σε έργα φιλανθρωπίας. Αργότερα και σε ηλικία είκοσι ετών, με κοινή ψήφο κλήρου και λαού έγινε επίσκοπος Ιλλυρικού, σημερινής Αλβανίας με έδρα την Αυλώνα.
Μα χειροτονήθηκε τόσο μικρός; Στο ερώτημα δίνει απάντηση ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης.... Γράφει σε υποσημείωση του Συναξαριστού του: «Ας μη θαυμάζει κανείς ότι αυτός ο άγιος χειροτονήθηκε σε ηλικία αντίθετη με τους ιερούς κανόνες της 6ης Οικ. Συνόδου και της τοπικής Συνόδου της Νεοκαισαρείας, οι οποίοι ορίζουν ότι ο διάκονος χειροτονείται στη ηλικία των 25 χρόνων, ο πρεσβύτερος στα 30 και ο επίσκοπος πάνω από 30. Αυτό έγινε γιατί ο άγιος Ελευθέριος έζησε πριν ακόμη γίνουν οι παραπάνω κανόνες, οι οποίοι έγιναν αργότερα».
Η χειροτονία του αγίου Ελευθερίου, όπως γράφει κάποιος βιογράφος του, έγινε «κατ’ οικονομίαν» Θεού, λόγω των μεγάλων αρετών και της σοφίας του με την οποία προσείλκυε στον Χριστό τους ειδωλολάτρες. Η γλυκύτητα του λόγου του, που επιβεβαιωνόταν με τα πολλά θαύματα του, έκανε αυτούς που βρίσκονταν στην πλάνη να ασπαστούν την χριστιανική αλήθεια.
Η φήμη της αρετής του Αγίου Ελευθερίου ήταν τόσο μεγάλη που έφτασε μέχρι τη Βρεττανία. Έτσι, ο βασιλιάς της, Λούκιος, έγραψε επιστολή στον Ελευθέριο και του δήλωνε ότι αυτός και ο λαός του επιθυμούσαν να γίνουν χριστιανοί. Ο Ελευθέριος αμέσως ανταποκρίθηκε, στέλνοντας δύο εκπαιδευμένους στην πίστη άνδρες, που κατήχησαν και βάπτισαν χριστιανούς τον Λούκιο με το λαό του.
Όταν ο Σεπτίμιος Σεβήρος πληροφορήθηκε την χριστιανική δράση του Ελευθερίου διέταξε την σύλληψή του. Έπειτα από πολλά βασανιστήρια ο Ελευθέριος οδηγήθηκε από τους ειδωλολάτρες στην αρένα της Ρώμης. Τα άγρια ζώα όμως δεν τον άγγιξαν, γι’ αυτό και αποκεφαλίσθηκε μαζί με την μητέρα του.
Διακαής πόθος της Ανθίας ήταν να επισκεφτεί τη Ρώμη, που τα χώματά της είχαν βαφτεί με το αίμα των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Κάποτε, λοιπόν, αποφάσισε και πήγε. Μαζί πήρε και το νεαρό γιό της Ελευθέριο. Ο επίσκοπος Ρώμης Ανίκητος (βλέπε 17 Απριλίου), όταν είδε τον Ελευθέριο εκτιμώντας την πολλή νοημοσύνη του, τη θερμή πίστη και το αγνό ήθος του, τον έλαβε υπό την προστασία του.
Σε ηλικία 15 ετών χειροτονήθηκε από τον επίσκοπο Ρώμης Ανίκητο, διάκονος και έπειτα από τρία χρόνια χειροτονήθηκε ιερέας. Από τη θέση αυτή ο Ελευθέριος αγωνίστηκε με ζήλο για τη διδαχή του ποιμνίου του, και σε έργα φιλανθρωπίας. Αργότερα και σε ηλικία είκοσι ετών, με κοινή ψήφο κλήρου και λαού έγινε επίσκοπος Ιλλυρικού, σημερινής Αλβανίας με έδρα την Αυλώνα.
Μα χειροτονήθηκε τόσο μικρός; Στο ερώτημα δίνει απάντηση ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης.... Γράφει σε υποσημείωση του Συναξαριστού του: «Ας μη θαυμάζει κανείς ότι αυτός ο άγιος χειροτονήθηκε σε ηλικία αντίθετη με τους ιερούς κανόνες της 6ης Οικ. Συνόδου και της τοπικής Συνόδου της Νεοκαισαρείας, οι οποίοι ορίζουν ότι ο διάκονος χειροτονείται στη ηλικία των 25 χρόνων, ο πρεσβύτερος στα 30 και ο επίσκοπος πάνω από 30. Αυτό έγινε γιατί ο άγιος Ελευθέριος έζησε πριν ακόμη γίνουν οι παραπάνω κανόνες, οι οποίοι έγιναν αργότερα».
Η χειροτονία του αγίου Ελευθερίου, όπως γράφει κάποιος βιογράφος του, έγινε «κατ’ οικονομίαν» Θεού, λόγω των μεγάλων αρετών και της σοφίας του με την οποία προσείλκυε στον Χριστό τους ειδωλολάτρες. Η γλυκύτητα του λόγου του, που επιβεβαιωνόταν με τα πολλά θαύματα του, έκανε αυτούς που βρίσκονταν στην πλάνη να ασπαστούν την χριστιανική αλήθεια.
Η φήμη της αρετής του Αγίου Ελευθερίου ήταν τόσο μεγάλη που έφτασε μέχρι τη Βρεττανία. Έτσι, ο βασιλιάς της, Λούκιος, έγραψε επιστολή στον Ελευθέριο και του δήλωνε ότι αυτός και ο λαός του επιθυμούσαν να γίνουν χριστιανοί. Ο Ελευθέριος αμέσως ανταποκρίθηκε, στέλνοντας δύο εκπαιδευμένους στην πίστη άνδρες, που κατήχησαν και βάπτισαν χριστιανούς τον Λούκιο με το λαό του.
Όταν ο Σεπτίμιος Σεβήρος πληροφορήθηκε την χριστιανική δράση του Ελευθερίου διέταξε την σύλληψή του. Έπειτα από πολλά βασανιστήρια ο Ελευθέριος οδηγήθηκε από τους ειδωλολάτρες στην αρένα της Ρώμης. Τα άγρια ζώα όμως δεν τον άγγιξαν, γι’ αυτό και αποκεφαλίσθηκε μαζί με την μητέρα του.
Τρίτη 26 Δεκεμβρίου 2023
Άγιοι Φιλήμων, Απολλώνιος, Αρριανός και οι τέσσερις Προτεκτοράτοι 14 Δεκεμβρίου
Οι Άγιοι αυτοί, έζησαν στα χρόνια του βασιλιά Διοκλητιανού (290 μ.Χ.) και το μαρτύριο τους έγινε ως εξής:
Ο ηγεμόνας της Θήβας στην Αίγυπτο Αρριανός, συνέλαβε 37 χριστιανούς. Ένας απ' αυτούς, ο Απολλώνιος, δείλιασε τα βασανιστήρια και έδωσε τέσσερα φλουριά και τα ρούχα του στον Φιλήμονα, που έπαιζε σουραύλι και να θυσιάσει αυτός στα είδωλα αντί αυτού. Ο Φιλήμονας φόρεσε τα ρούχα, συγχρόνως συνδέθηκε νοητά και με τη χριστιανική πίστη. Και όταν διατάχθηκε να θυσιάσει στα είδωλα, αυτός ομολόγησε τον Χριστό. Τότε ο ηγεμόνας πρόσταξε να έλθει ο Φιλήμονας να παίξει με το σουραύλι του, για να ελκυσθεί ο δήθεν Απολλώνιος. Αλλά ο Φιλήμονας φανερώθηκε και ο ηγεμόνας έμεινε έκπληκτος. Του είπε όμως ότι δεν είναι χριστιανός, διότι δεν έχει βαπτισθεί. Τότε ο Φιλήμονας προσευχήθηκε θερμά και αμέσως έβρεξε δυνατά. Η βροχή αυτή, πληροφορήθηκε ο Φιλήμονας ότι, ήταν βάπτισμα γι' αυτόν. Επειδή όμως ο Απολλώνιος έγινε αιτία να πιστέψει ο Φιλήμονας, ο ηγεμόνας τον έφερε μπροστά του και αυτός ομολόγησε τον Χριστό. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, ο Αρριανός να τους βασανίσει σκληρά και κατόπιν τους αποκεφάλισε. Αλλά και ο Αρριανός τυφλώθηκε.
Στον ύπνο του όμως, φάνηκε ο Φιλήμονας και του είπε ν' αλείψει στα μάτια του χώμα από τον τάφο του και θα θεραπευτεί. Πράγμα που έγινε. Τότε πίστεψε στον Χριστό ο Αρριανός με τέσσερις σωματοφυλακές του και αργότερα όλοι μαζί μαρτύρησαν.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ'. Τὴν ὡραιότητα.
Tὴν ἑξαστέλεχον μαρτύρων φάλαγγα, ᾀσμάτων ἄνθεσιν ἀνευφημήσωμεν, ὡς καθαιρέτας τοῦ ἐχθροῦ καὶ στύλους τῆς εὐσεβείας· Θύρσον καὶ Φιλήμονα καὶ στερρὸν Ἀπολλώνιον, Ἀρριανόν Καλλίνικον καὶ τὸν ἔνδοξον Λεύκιον· αὐτοὶ γὰρ οὐρανίων χαρίτων κόσμῳ πυρσεύουσι τὴν αἴγλην.
Ἦχος γ'. Τὴν ὡραιότητα.
Tὴν ἑξαστέλεχον μαρτύρων φάλαγγα, ᾀσμάτων ἄνθεσιν ἀνευφημήσωμεν, ὡς καθαιρέτας τοῦ ἐχθροῦ καὶ στύλους τῆς εὐσεβείας· Θύρσον καὶ Φιλήμονα καὶ στερρὸν Ἀπολλώνιον, Ἀρριανόν Καλλίνικον καὶ τὸν ἔνδοξον Λεύκιον· αὐτοὶ γὰρ οὐρανίων χαρίτων κόσμῳ πυρσεύουσι τὴν αἴγλην.
Αγία Λουκία η παρθένος Εορτάζει στις 13 Δεκεμβρίου
Ως Παρθένος μέν, εν στέφος η Λουκία.
Ως δ' εκ ξίφους και Μάρτυς, άλλο λαμβάνει.
Βιογραφία
Η Αγία Λουκία έζησε γύρω στα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ. και καταγόταν από τις Συρακούσες της Σικελίας.
Μοναχοκόρη, είχε ορφανέψει μικρή από τον πατέρα της και έμεινε μόνη με τη μητέρα της, η οποία ήταν βαριά άρρωστη με μία ανίατη ασθένεια. Έχοντας απελπιστεί από την βοήθεια των γιατρών, ευελπιστούσαν μόνο στη Θεία Χάρη για την ίαση της ασθένειάς της. Γι' αυτό μετέβηκαν στην Κατάνη, όπου βρίσκονταν το λείψανο της Αγίας Αγαθής.
Το βράδυ που έπεσε να κοιμηθεί η Λουκία, αφού είχε προσευχηθεί θερμά για την υγεία της μητέρας της, είδε την Αγία Αγαθή σε όραμα. Η Αγία της είπε ότι η μητέρα της θα γιατρευτεί, αλλά η ίδια θα στεφθεί το στέφανο του μαρτυρίου. Η Λουκία περιχαρής, ξύπνησε το πρωί για την ανάρρωση της μητέρας της, αλλά και για το μαρτυρικό στέφανο που την περίμενε.
Όταν γύρισαν στις Συρακούσες την κατήγγειλαν στον αυτοκράτορα Δέκιο, λόγω του φιλανθρωπικού και χριστιανικού της έργου. Επειδή δε δεν απαρνήθηκε την πίστη της στον Κύριο, διατάχθηκε ο θάνατός της. Η αγία Λουκία παρέδωσε το πνεύμα της κάτω από το ξίφος του δημίου.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Παρθενίας φοροῦσα χλαῖναν ὑπέρλαμπρον, παρθενικῶς ἐμνηστεύθης τῷ Ζωοδότῃ Χριστῷ, καὶ ἀγάπην γεηροὺ μνηστῆρας ἔλιπες ὅθεν ὡς δῶρα νυμφικά, προσενήνοχας αὐτῶ, τὰ ρεῖθρα τῶν σῶν αἱμάτων, Λούκια Παρθενομάρτυς, ὦ καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ πάντων ἠμῶ
Η Αγία Λουκία έζησε γύρω στα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ. και καταγόταν από τις Συρακούσες της Σικελίας.
Το βράδυ που έπεσε να κοιμηθεί η Λουκία, αφού είχε προσευχηθεί θερμά για την υγεία της μητέρας της, είδε την Αγία Αγαθή σε όραμα. Η Αγία της είπε ότι η μητέρα της θα γιατρευτεί, αλλά η ίδια θα στεφθεί το στέφανο του μαρτυρίου. Η Λουκία περιχαρής, ξύπνησε το πρωί για την ανάρρωση της μητέρας της, αλλά και για το μαρτυρικό στέφανο που την περίμενε.
Όταν γύρισαν στις Συρακούσες την κατήγγειλαν στον αυτοκράτορα Δέκιο, λόγω του φιλανθρωπικού και χριστιανικού της έργου. Επειδή δε δεν απαρνήθηκε την πίστη της στον Κύριο, διατάχθηκε ο θάνατός της. Η αγία Λουκία παρέδωσε το πνεύμα της κάτω από το ξίφος του δημίου.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Παρθενίας φοροῦσα χλαῖναν ὑπέρλαμπρον, παρθενικῶς ἐμνηστεύθης τῷ Ζωοδότῃ Χριστῷ, καὶ ἀγάπην γεηροὺ μνηστῆρας ἔλιπες ὅθεν ὡς δῶρα νυμφικά, προσενήνοχας αὐτῶ, τὰ ρεῖθρα τῶν σῶν αἱμάτων, Λούκια Παρθενομάρτυς, ὦ καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ πάντων ἠμῶ
Δευτέρα 25 Δεκεμβρίου 2023
Δύο θαυμαστές εμφανίσεις των Αγίων Ευστρατίου, Αυξεντίου, Ευγενίου, Μαρδάριου και Ορέστη (+ 13 Δεκεμβρίου).
Ο Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης λέγει ότι δεν μπορεί να σιωπήσει για ένα χαριέστατο θαύμα, το οποίο ενήργησαν τούτοι οι Άγιοι πέντε Μάρτυρες σ’ ένα μετόχι της Νέας Μονής στην Χίο, τιμώμενο επ’ ονόματι των πέντε τούτων Αγίων Μαρτύρων, καθώς τούτο διηγείται ο ευλαβής εκείνος Νικόλαος ο Μαλαξός, ο πρωτοπαπάς Ναυπλίου.
Το μετόχι αυτό προμηθεύεται και κυβερνάται σε όλα τα χρειώδη, επομένως και αυτής της ετησίου μνήμης των Αγίων, από το Μοναστήρι της Αγίας Μονής. Συνέβη λοιπόν να γίνει κάποτε σφοδρότατος χειμώνας κατά τον καιρό της εορτής των Αγίων, ώστε εκ της υπερβολικής χιονόπτωσης, όχι μόνον δεν μπορούσαν να κατεβούν οι Πατέρες του Μοναστηριού, για να φέρουν τα χρειαζούμενα στην εορτή κατά την συνήθεια, αλλά ούτε οι πολίτες μπόρεσαν να έλθουν στην Εκκλησία από το υπερβολικό ψύχος. Και εις μεν τον Εσπερινό εκκλησιάσθηκαν λιγοστοί, εις δε τον Όρθρο μόνος ο Εφημέριος πήγε στην Εκκλησία και ανάβοντας τις κανδήλες έκρουσε το σήμαντρο και εποίησε ευλογητόν για να αναγνώσει την Ακολουθία.
Τότε βλέπει ευθύς πέντε ανθρώπους ευπρεπείς και ευτάκτους να εισέρχονται ευλαβώς στον Ναό, οι οποίοι εκ μεν του ήθους και του σχήματος φαίνονταν ότι είναι ξένοι άνθρωποι, εκ δε του προσώπου φαίνονταν κατά πάντα όμοιοι με τους πέντε ενδόξους τούτους Μάρτυρες, Ευστράτιο, Αυξέντιο, Ευγένιο, Μαρδάριο και Ορέστη, καθώς φαίνονται ζωγραφισμένοι στις άγιες εικόνες τους. Αφού εισήλθαν στην Εκκλησία, οι μεν δυο στάθηκαν στον δεξιό χορό, οι δε άλλοι δύο στον αριστερό και ο πέμπτος, ο οποίος έμοιαζε με τον Άγιο Ορέστη, στάθηκε στο αναλογείο. Όταν ήλθε η ώρα, αυτός μεν κανοναρχούσε και αναγίγνωσκε με λαμπρή και καθαρή φωνή, οι δε άλλοι τέσσερις, οι ιστάμενοι στον δεξιό και αριστερό χορό, έψαλλαν με φωνή γλυκυτάτη και λιγυρά τα ιερά άσματα.
Αυτά βλέποντας και ακούγοντας ο Ιερέας, έχαιρε και αγάλλετο εσωτερικά δοξάζοντας τον Θεό, ο οποίος έστειλε τέτοιους βοηθούς για την τέλεση της Ακολουθίας, αφού καθ’ όλον τον χρόνο δεν υπήρχε εκεί κανείς άλλος βοηθός. Ο Ιερέας εξίστατο δε και εθαύμαζε, αφ’ ενός για την ομοιότητα την οποία είχαν και οι πέντε τούτοι με τους Αγίους της εικόνας, αφ’ ετέρου για την ευπρέπεια, την ορθότητα και την χάρη της αναγνώσεώς τους, όπως και για την γλυκύτατη μελωδία της φωνής τους. Γι αυτό βρισκόταν σε απορία ποιοι να ήταν οι φαινόμενοι και δεν ήξερε τι να πράξει, διότι βιαζόταν να τους ρωτήσει προ του Όρθρου ποιοι ήταν, βλέποντας όμως την σεμνοπρέπεια και προθυμία, την οποία είχαν στην Ακολουθία, απεφάσισε να τους ρωτήσει μετά το τέλος.
Όταν ήρθε η ώρα, κατά την οποία έπρεπε να γίνει η ανάγνωση του Συναξαρίου με το μαρτύριο των Αγίων, στάθηκε στο μέσον και ανέγνωσε εκείνος, ο οποίος φαινόταν όμοιος με τον Άγιο Ορέστη. Και αυτός με πολλή παρρησία και λαμπρή φωνή αναγίνωσκε, οι δε άλλοι τέσσερις με πολλή ηδονή και προσοχή μεγάλη άκουαν τα αναγιγνωσκόμενα. Όταν έφτασε ο αναγιγνώσκων εκεί όπου λέγει, ότι προσέταξε ο Αγρικόλας (άρχοντας Σεβάστειας) να φερθεί κλίνη σιδερένια πεπυρωμένη και πάνω σ’ αυτή να απλωθεί ο Άγιος Ορέστης και ότι φερόμενος αυτός στην κλίνη εδειλίασεν, δεν ανέγνωσε καθώς ήταν γραμμένο, ότι εδειλίασεν, αλλά άλλαξε το ρήμα και αντί του "εδειλίασεν" είπε "εμειδίασεν".
Το μετόχι αυτό προμηθεύεται και κυβερνάται σε όλα τα χρειώδη, επομένως και αυτής της ετησίου μνήμης των Αγίων, από το Μοναστήρι της Αγίας Μονής. Συνέβη λοιπόν να γίνει κάποτε σφοδρότατος χειμώνας κατά τον καιρό της εορτής των Αγίων, ώστε εκ της υπερβολικής χιονόπτωσης, όχι μόνον δεν μπορούσαν να κατεβούν οι Πατέρες του Μοναστηριού, για να φέρουν τα χρειαζούμενα στην εορτή κατά την συνήθεια, αλλά ούτε οι πολίτες μπόρεσαν να έλθουν στην Εκκλησία από το υπερβολικό ψύχος. Και εις μεν τον Εσπερινό εκκλησιάσθηκαν λιγοστοί, εις δε τον Όρθρο μόνος ο Εφημέριος πήγε στην Εκκλησία και ανάβοντας τις κανδήλες έκρουσε το σήμαντρο και εποίησε ευλογητόν για να αναγνώσει την Ακολουθία.
Τότε βλέπει ευθύς πέντε ανθρώπους ευπρεπείς και ευτάκτους να εισέρχονται ευλαβώς στον Ναό, οι οποίοι εκ μεν του ήθους και του σχήματος φαίνονταν ότι είναι ξένοι άνθρωποι, εκ δε του προσώπου φαίνονταν κατά πάντα όμοιοι με τους πέντε ενδόξους τούτους Μάρτυρες, Ευστράτιο, Αυξέντιο, Ευγένιο, Μαρδάριο και Ορέστη, καθώς φαίνονται ζωγραφισμένοι στις άγιες εικόνες τους. Αφού εισήλθαν στην Εκκλησία, οι μεν δυο στάθηκαν στον δεξιό χορό, οι δε άλλοι δύο στον αριστερό και ο πέμπτος, ο οποίος έμοιαζε με τον Άγιο Ορέστη, στάθηκε στο αναλογείο. Όταν ήλθε η ώρα, αυτός μεν κανοναρχούσε και αναγίγνωσκε με λαμπρή και καθαρή φωνή, οι δε άλλοι τέσσερις, οι ιστάμενοι στον δεξιό και αριστερό χορό, έψαλλαν με φωνή γλυκυτάτη και λιγυρά τα ιερά άσματα.
Αυτά βλέποντας και ακούγοντας ο Ιερέας, έχαιρε και αγάλλετο εσωτερικά δοξάζοντας τον Θεό, ο οποίος έστειλε τέτοιους βοηθούς για την τέλεση της Ακολουθίας, αφού καθ’ όλον τον χρόνο δεν υπήρχε εκεί κανείς άλλος βοηθός. Ο Ιερέας εξίστατο δε και εθαύμαζε, αφ’ ενός για την ομοιότητα την οποία είχαν και οι πέντε τούτοι με τους Αγίους της εικόνας, αφ’ ετέρου για την ευπρέπεια, την ορθότητα και την χάρη της αναγνώσεώς τους, όπως και για την γλυκύτατη μελωδία της φωνής τους. Γι αυτό βρισκόταν σε απορία ποιοι να ήταν οι φαινόμενοι και δεν ήξερε τι να πράξει, διότι βιαζόταν να τους ρωτήσει προ του Όρθρου ποιοι ήταν, βλέποντας όμως την σεμνοπρέπεια και προθυμία, την οποία είχαν στην Ακολουθία, απεφάσισε να τους ρωτήσει μετά το τέλος.
Όταν ήρθε η ώρα, κατά την οποία έπρεπε να γίνει η ανάγνωση του Συναξαρίου με το μαρτύριο των Αγίων, στάθηκε στο μέσον και ανέγνωσε εκείνος, ο οποίος φαινόταν όμοιος με τον Άγιο Ορέστη. Και αυτός με πολλή παρρησία και λαμπρή φωνή αναγίνωσκε, οι δε άλλοι τέσσερις με πολλή ηδονή και προσοχή μεγάλη άκουαν τα αναγιγνωσκόμενα. Όταν έφτασε ο αναγιγνώσκων εκεί όπου λέγει, ότι προσέταξε ο Αγρικόλας (άρχοντας Σεβάστειας) να φερθεί κλίνη σιδερένια πεπυρωμένη και πάνω σ’ αυτή να απλωθεί ο Άγιος Ορέστης και ότι φερόμενος αυτός στην κλίνη εδειλίασεν, δεν ανέγνωσε καθώς ήταν γραμμένο, ότι εδειλίασεν, αλλά άλλαξε το ρήμα και αντί του "εδειλίασεν" είπε "εμειδίασεν".
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΠΕΝΤΕ ΜΑΡΤΥΡΕΣ, ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΣ, ΜΑΡΔΑΡΙΟΣ, ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΚΑΙ ΟΡΕΣΤΗΣ 13 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
Οι Άγιοι Πέντε Μάρτυρες άθλησαν στον καιρό της βασιλείας των Ρωμαίων Αυτοκρατόρων Διοκλητιανού και Μαξιμιανού, το 296 μ.Χ. Τότε είχε ξεσπάσει ο φοβερότερος ίσως διωγμός εναντίον των χριστιανών, που είχε σκοπό να εξαλείψει από το πρόσωπο της γης κάθε χριστιανό.
Τις ημέρες εκείνες συκοφάντησαν στους αυτοκράτορες τους Καππαδόκες, πως δε σέβονταν και δεν υπάκουαν στις διαταγές τους και ότι ετοιμάζονται για αποστασία.
Όταν άκουσε αυτό ο Διοκλητιανός, ταράχθηκε. Αμέσως διέταξε να καθαιρεθούν οι άρχοντες της Καππαδοκίας και στη θέση τους έστειλε δύο σοφούς ελληνιστές Ρωμαίους με την εξουσιοδότηση ώστε, δίχως πρόφαση και με την διαβολή κάποιων, πως ο τάδε είναι χριστιανός, να θανατώνεται.
Βασική προϋπόθεση ήταν η γνώση της ελληνικής γλώσσας, διότι από τα χρόνια του Μακεδόνα Αρχελάου όχι μόνον είχε εξελληνισθεί η Καππαδοκία, αλλά και πολλοί Έλληνες, ιδιαίτερα από νησιά, είχαν μετοικήσει σ' αυτήν.
Τρανό παράδειγμα οι κωμοπόλεις Μπαρ-Πόρος, Δήλα-Δήλος, Αξός-Νάξος, Ίμβρος-Ιμβρασσός, Λήμνα-Λήμνος, Τένεϊ-Τένεδος κ.ά. Έτσι ελληνική ήταν η επίσημη γλώσσα της Καππαδοκίας.
Αφού λοιπόν έφθασαν στις επαρχίες τους ο Αγρικόλας και ο Λυσίας, ανηλεώς και άσπλαχνα, νέοι και γέροι, άνδρες και γυναίκες, δίχως πρόφαση, δίχως απολογία, θανατώνονταν. Για να μη μαρτυρήσουν μάλιστα στο δικό τους χώρο οι χριστιανοί, πράγμα που τόσο επιθυμούσαν, οι δυο έπαρχοι συνεφώνησαν ώστε οι μάρτυρες της Καισαρείας να αποστέλλονται στη Σεβάστεια και της Σεβάστειας στην Καισαρεία.
Αφού λοιπόν έφθασαν στις επαρχίες τους ο Αγρικόλας και ο Λυσίας, ανηλεώς και άσπλαχνα, νέοι και γέροι, άνδρες και γυναίκες, δίχως πρόφαση, δίχως απολογία, θανατώνονταν. Για να μη μαρτυρήσουν μάλιστα στο δικό τους χώρο οι χριστιανοί, πράγμα που τόσο επιθυμούσαν, οι δυο έπαρχοι συνεφώνησαν ώστε οι μάρτυρες της Καισαρείας να αποστέλλονται στη Σεβάστεια και της Σεβάστειας στην Καισαρεία.
Τότε λοιπόν ο άρχοντας της περιοχής των Αραβράκων και στρατηγός, ο Ευστράτιος, θεοσεβής και ενάρετος, βλέποντας τα γενόμενα, απεφάσισε, μετά την αποκάλυψη του θείου θελήματος, να παρουσιασθεί στο Λυσία και με παρρησία ν' απολογηθεί υπέρ των Χριστιανών και να μαρτυρήσει.
Κάλεσε πρώτα όλους τους φίλους του και τους παρέθεσε το τελευταίο του δείπνο. Ανάμεσά τους και ο χιλίαρχος Ευγένιος. Το πρόσωπο του Αγίου είχε τόση λάμψη και φαιδρότητα, ώστε ο επιστήθιος φίλος του Ευγένιος τον ρώτησε από πού εκπηγάζει αυτή η λαμπρότητα. Τότε ο άγιος Ευστράτιος του απεκάλυψε την πρόθεσή του.
Την επομένη ημέρα, αφού κάθισε στο θρόνο του ο Λυσίας στο μέσον της πόλεως, διέταξε να φέρουν όλους τους φυλακισμένους προς εξέταση. Αγέρωχος, ευθυτενής, παρουσιάζεται μπροστά του ο Ευστράτιος, φορώντας την επίσημη στολή του στρατηγού. Απόρησε ο Ρωμαίος έπαρχος με την απροσδόκητη παρουσία και παρρησία του Αγίου. Αμέσως διέταξε να του αφαιρέσουν τα διάσημα, να τον απογυμνώσουν από αυτά και δεμένον να τον οδηγήσουν μπροστά του. Τον ρώτησε πόσα χρόνια υπηρετεί το ρωμαϊκό στρατό.
—Είκοσι επτά, του άπαντα ο Άγιος.
—Ευστράτιε, του λέγει, μεταμελήσου και αποκήρυξε τις χριστιανικές σου ιδέες και επικαλέσου την ευσπλαχνίαν των θεών, την καλοσύνην των Βασιλέων και την φιλανθρωπίαν του δικαστηρίου!
—Με προστάζεις, άρχοντα, να προσκυνήσω κωφά ξόανα και αλιτήριους δαίμονες;
—Και σεις, Ευστράτιε, οι δυστυχείς, πως λατρεύετε Θεόν εσταυρωμένον; του απαντά ο Λυσίας.
—Εάν η αίσθηση του νοός και της ψυχής σου δεν ήταν αλλοιωμένη, θα σου αποδείκνυα για τον εσταυρωμένο Σωτήρα μου και Δημιουργό της Κτίσεως!
Οργισμένος ο Λυσίας διατάσσει να κάψουν με φωτιά τον Άγιο στα πόδια και να τον ραβδίσουν, και μετά να του αλείψουν τις πληγές με αλάτι και ξύδι. Υστέρα πλησιάζοντας του λέγει:
—Σου άρεσε αυτή η τέρψη, Ευστράτιε; Κι ο Άγιος ατάραχος του απαντά:
—Θέλεις να βεβαιωθείς πως τίποτα δεν είναι αδύνατο για το Θεό μου; Πρόσεξε με! και ξαφνικά σαν λέπια έπεσαν οι πληγές και τίποτε δε θύμιζε το πρότερο μαρτύριο του.
Τότε και ο εκ της αυτής τάξεως Ευγένιος, συμπολίτης του Ευστρατίου, χιλίαρχος του Ρωμαϊκού στρατού, φώναξε λέγοντας: Λυσία, κι εγώ Χριστιανός είμαι, όπως ο Ευστράτιος. Ακούγοντας αυτά ο άρχοντας και τρέμοντας από οργή και κατάπληξη, διέταξε να δέσουν και τους δύο αγίους με αλυσίδες σε όλο το σώμα και να τους φυλακίσουν με τους υπόλοιπους χριστιανούς.
Την άλλη μέρα έδωσε εντολή στους υπηρέτες του, να ετοιμάσουν τα απαραίτητα της οδοιπορίας για τη Νικόπολη. Συνάμα πρόσταξε να φορέσουν στα πόδια των μαρτύρων υποδήματα εμπηγμένα μετά καρφιών.
Κυριακή 24 Δεκεμβρίου 2023
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ' ΛΟΥΚΑ - Ἁγίων Προπατόρων: Εὐαγγέλιο - Ἀπόστολος (Ὁμιλία Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)
Εὐαγγέλιο Κυριακής: Λουκ. ιδ΄ 16-24
Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ῎Ανθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς· καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ῎Ερχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. Καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. ῾Ο πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ᾿Αγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. Καὶ ἕτερος εἶπε· Ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. Καὶ ἕτερος εἶπε· Γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. Καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. Τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ῎Εξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ῥύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. Καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· Κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. Καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ῎Εξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου. Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου. Πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί.
Τό Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα(Κολ. Γ'4-11)
ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ.Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία,
δι᾿ ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας,
ἐν οἷς καὶ ὑμεῖς περιεπατήσατέ ποτε, ὅτε ἐζῆτε ἐν αὐτοῖς·
νυνὶ δὲ ἀπόθεσθε καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν·
μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν, ὅπου οὐκ ἔνι Ἕλλην καὶ Ἰουδαῖος, περιτομὴ καὶ ἀκροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός.
Κυριακήν τῶν Ἁγίων Προπατόρων (Ἃγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς)
Όταν ο μονογενής Υιός του Θεού εσαρκώθη προς χάριν μας από την Παρθένον, δια της μετά σαρκός πολιτείας του, ετελειοποίησε τον νόμον, ο οποίος είχε δοθή δια του Μωυσέως. Τον ολοκλήρωσε δίδοντας τον νόμο της χάριτος, και μεταποίησε έτσι τον παλαιόν εκείνο νόμο στην ιδική μας Εκκλησία. Εκβάλλεται τότε το γένος των Εβραίων από την ιεράν Εκκλησία, και αντί αυτών εισαγόμεθα εμείς, οι οποίοι έχουμε εκλεγεί από τα έθνη. Και μας συνήνωσε ο Κύριος με τον εαυτόν του και με τον Πατέρα, μας παραλαμβάνει δηλαδή ως γνησίους νέους και αδελφούς, ακόμη δε, ω της ανεκφράστου φιλανθρωπίας, και γονείς ιδικούς του. Πράγματι, λέγει «ο ποιών το θέλημα του Πατρός μου του εν ουρανοίς, ούτος και αδελφός μου και αδελφή μου και μήτηρ εστί».
Σήμερα όμως, εορτάζουμε στην ‘Εκκλησία τους προπάτορες, οι περισσότεροι από τους οποίους ανήκαν στο γένος των Εβραίων. Για ποιον λόγο; Για να μάθουν όλοι ότι οι Ιουδαίοι, δεν απεκηρύχθησαν και οι εθνικοί δεν υιοθετήθησαν αδίκως, ούτε παραλόγως ούτε αναξίως από τον Θεόν, ο οποίος τα πραγματοποιεί αυτά και τα ρυθμίζει. Αλλά όπως ακριβώς από τους προσκεκλημένους εθνικούς συγκαταλέγονται στους συγγενείς του Θεού μόνον όσοι υπακούουν, έτσι και το γένος του Ισραήλ και όλοι όσοι προήλθαν από τον ‘Αδάμ μέχρι αυτήν την γενεάν, είναι πλήθος πολύ, αληθείς όμως Ισραηλίτες είναι όσοι από αυτούς έζησαν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Αυτοί μόνον είναι αληθινοί πατέρες και προπάτορες, πρώτον μεν εκείνης που εγέννησε παρθενικώς κατά σάρκα τον Θεόν των όλων Χριστόν, έπειτα δε δι’ αυτού και ιδικοί μας. Αυτοί οι πατέρες και προπάτορες δεν εξεβλήθησαν βεβαίως από την ‘Εκκλησία του Χριστού, αφού εορτάζονται σήμερα επισήμως από εμάς, θεωρούμενοι ως μέρος του πληρώματος των Αγίων. «Εν γαρ Χριστώ Ιησού ουκ έστι παλαιός, ου νέος, ουχ Έλλην, ουκ Ιουδαίος, βάρβαρος, Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός». Και «ουχ ο εν τω φανερώ Ιουδαίος, ουδέ η εν τω φανερώ περιτομή, αλλά ο εν τω κρυπτώ Ιουδαίος και περιτομή καρδίας εν πνεύματι, ου γράμματι». Αυτήν την περιτομή την έχουν όλοι όσοι ευηρέστησαν τον Θεόν, και με αυτήν έχουν γίνει όλοι ένα, παλαιοί και νέοι, και οι πριν τον νόμο, και οι μέσα στον νόμο, και όσοι μετά τον νόμον επολιτεύθησαν θεαρέστως με το Ευαγγέλιον της Χάριτος. Ώστε αν ιδεί κανείς με σύνεση την οικονομίαν του Θεού για το ανθρώπινον γένος, θα την ιδεί σύμφωνο και συνεπή με τον εαυτόν της. Όπως δηλαδή λαμβάνουν την χριστιανικήν ονομασία μόνον οι επίλεκτοι από τους εθνικούς, οι δε άχρηστοι εκβάλλονται, αλλά και «πολλοί μεν κλητοί, ολίγοι δε εκλεκτοί», καθώς είπεν ο Κύριος, έτσι και στην περίπτωσιν εκείνων των αρχαίων και του μετά από αυτούς γένους των Ιουδαίων, προσλαμβάνονται μόνον όσοι έχουν εκλεγεί και μετονομασθεί, ενώ και σ’ εκείνους το αχρείον πλήθος εκβάλλεται. Πράγματι, όσοι από τους απογόνους του Σηθ, οι οποίοι ονομάσθησαν υιοί Θεού, κατελήφθησαν από μανία για τις θυγατέρες των ανθρώπων, αυτοί, όπως έχει γραφεί, απεκηρύχθησαν. Αχρείον δε πλήθος και στους Ιουδαίους δεν είναι οι προσήλυτοι Ιουδαίοι, αλλά και όσοι ήσαν μεν αυτόχθονες και γνήσιοι υιοί κατά σάρκα του ιδίου του Ιακώβ, ο οποίος πρώτος ονομάσθη Ισραήλ, αλλά εφάνησαν παρήκοοι σαν τον Ησαύ. Ακόμη και ο υιός του Προφήτου και βασιλέως Δαυίδ, του πρώτου μετά τον Σαούλ βασιλέως των, είναι ξένος προς το ιερόν γένος, επειδή επεβουλεύθη την ζωή του πατέρα του.
Έτσι λοιπόν και σε εμάς, πάλι δεν υπολογίζονται στο γένος του Χριστού όλοι όσοι ονομάζονται χριστιανοί, όπως ακριβώς έγινε και με τους Ισραηλίτες, αλλά εκείνοι οι οποίοι ζουν σύμφωνα με το θέλημα του Χριστού, και τηρούν τις εντολές Του, και αναπληρούν τις παραλείψεις τους με την μετάνοια. Ο Ιούδας ο Ισκαριώτης ήταν όχι μόνον από τους κλητούς, αλλά και από τους Αποστόλους, και όχι απλώς από τους Αποστόλους, αλλά και από την χορεία των δώδεκα, δηλαδή των κορυφαίων. Ήταν όμως αποξενωμένος από την συγγένεια προς τον Χριστό, και απεμακρύνθη από αυτόν περισσότερον από κάθε άλλον χριστιανόν. Γιατί; Διότι δεν έσπευδε προς την κηρυττομένην Βασιλείαν των Ουρανών, ούτε έβλεπε προς τα εξαίσια έργα και την διδασκαλία του Σωτήρος.
Πράγματι, τα μεν σημεία και τα έργα του Θεού όταν κατανοούνται, οδηγούν προς την πίστιν όσους ποθούν να τα γνωρίσουν, η δε ακρόασις της ιεράς διδασκαλίας υποδεικνύει την εν Θεώ αλήθεια και τον θεάρεστον βίον. Αυτά τα δύο μας βοηθούν να περιφρονήσομε τα σωματικά και γήινα, και να ανυψώσομε την διάνοιά μας προς την ελπίδα που απόκειται στους ουρανούς.
Εκείνος όμως δεν ήταν επιθυμητής τούτων, αλλά έβλεπε προς την γη και την κλοπή και τα γήινα και βδελυρά κέρδη και προς την σωματικήν ωφέλεια που προσδοκούσε να έχει από αυτά. Και απεδείχθη εραστής τούτων των απηγορευμένων πολλές φορές και ποικιλοτρόπως, από τον Πατέρα και Δεσπότη των όλων και Διδάσκαλον. Ήταν λοιπόν συγγενής όχι του Χριστού ούτε των τότε συναποστόλων, αλλά εκείνων προς τους οποίους ο Κύριος έλεγε, «ζητείτε με, ουχ ότι είδετε σημεία, αλλ’ ότι εφάγετε εκ των άρτων και εχορτάσθητε». Όπως δηλαδή εκείνοι, με όλο που και τα θαύματα είδαν και τους άρτους έφαγον και τους λόγους ήκουσαν του ενυποστάτου Λόγου ο οποίος ενηνθρώπησε για εμάς, εφώναζαν ύστερα προς τον Πιλάτον «άρον, άρον, σταύρωσον αυτόν», έτσι ακριβώς και αυτός αν και είδε με τους οφθαλμούς του και απέκτησε περισσότερον από τους άλλους, πείρα της μεγαλειότητος και της θεότητος του Κυρίου, έπειτα τον παρέδωκε στους φονευτάς του. Και αυτός υπέμεινε —ω, τι απερίγραπτος μακροθυμία!— «μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού», οδηγώντας και εμάς προς υπομονήν, εκτός από τον ιδικόν του θρίαμβο κατά του αρχεκάκου, και μάλιστα έδειξε ότι οι πειρασμοί και οι θλίψεις μας οφελούν. Διότι λέγει, «εν θλίψει εμνήσθημέν σου»,και «παιδείαν Κυρίου υποίσω (θα υπομείνω δηλαδή)», και «η παιδεία σου, Κύριε, ανόρθωσέ με», ενώ δηλαδή ήμουν σκυμμένος προς το σώμα και τις σωματικές φροντίδες, με ανήγειρε και με έπεισε να βλέπω μόνον προς εσέ.
Εκείνος όμως δεν ήταν επιθυμητής τούτων, αλλά έβλεπε προς την γη και την κλοπή και τα γήινα και βδελυρά κέρδη και προς την σωματικήν ωφέλεια που προσδοκούσε να έχει από αυτά. Και απεδείχθη εραστής τούτων των απηγορευμένων πολλές φορές και ποικιλοτρόπως, από τον Πατέρα και Δεσπότη των όλων και Διδάσκαλον. Ήταν λοιπόν συγγενής όχι του Χριστού ούτε των τότε συναποστόλων, αλλά εκείνων προς τους οποίους ο Κύριος έλεγε, «ζητείτε με, ουχ ότι είδετε σημεία, αλλ’ ότι εφάγετε εκ των άρτων και εχορτάσθητε». Όπως δηλαδή εκείνοι, με όλο που και τα θαύματα είδαν και τους άρτους έφαγον και τους λόγους ήκουσαν του ενυποστάτου Λόγου ο οποίος ενηνθρώπησε για εμάς, εφώναζαν ύστερα προς τον Πιλάτον «άρον, άρον, σταύρωσον αυτόν», έτσι ακριβώς και αυτός αν και είδε με τους οφθαλμούς του και απέκτησε περισσότερον από τους άλλους, πείρα της μεγαλειότητος και της θεότητος του Κυρίου, έπειτα τον παρέδωκε στους φονευτάς του. Και αυτός υπέμεινε —ω, τι απερίγραπτος μακροθυμία!— «μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού», οδηγώντας και εμάς προς υπομονήν, εκτός από τον ιδικόν του θρίαμβο κατά του αρχεκάκου, και μάλιστα έδειξε ότι οι πειρασμοί και οι θλίψεις μας οφελούν. Διότι λέγει, «εν θλίψει εμνήσθημέν σου»,και «παιδείαν Κυρίου υποίσω (θα υπομείνω δηλαδή)», και «η παιδεία σου, Κύριε, ανόρθωσέ με», ενώ δηλαδή ήμουν σκυμμένος προς το σώμα και τις σωματικές φροντίδες, με ανήγειρε και με έπεισε να βλέπω μόνον προς εσέ.
Σ’ εσένα όμως, εάν στον καιρό των θλίψεων δεν προστρέχεις στον Θεόν, εάν δεν διορθώνεσαι με την παιδαγωγία του, ποία άλλη ευκαιρία, ποίον από τα όντα ή τα γεγονότα θα συντελέσει στην επανόρθωσή σου; Αλλά όμως, θα έλεγε κάποιος, έχει ανάγκη και το σώμα από την σωματικήν τροφήν και τα άλλα χρήσιμα. Βεβαίως, γιατί όχι; Αν λοιπόν αυτά τα έχεις, αφού οπωσδήποτε από τον Θεόν τα έλαβες, διότι λέγει, «τι έχεις o ουκ έλαβες;»─ ευχαρίστησε αυτόν που σου τα έδωσε, ανταπόδωσέ του εμπράκτως την ευχαριστίαν. Όπως αυτός επήκουσε στο θέλημά σου και εξεπλήρωσε την επιθυμία σου, έτσι και συ πρόσελθε και άκου και μάθε καλά το θέλημά του, και υπάκουσε και πραγματοποίησέ το, ώστε και να επαινεθείς ως φρόνιμος. «Ο ακούων μου», λέγει, «τους λόγους και ποιών αυτούς, ομοιωθήσεται ανδρί φρονίμω».
Και στο εξής να τον έχεις πλουσιοπάροχον ευεργέτην, όχι μόνο για τα παρερχόμενα και τα γήινα, αλλά και για τα μέλλοντα και μένοντα και ουράνια. Διότι λέγει, «ευ δούλε αγαθέ και πιστέ. Επί ολίγα ης πιστός, επί πολλών σε καταστήσω. Είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου». Εάν όμως δεν διαθέτεις τώρα τα αναγκαία του σώματος ή φοβήσαι προσδοκωμένην απορίαν, πάλι σ’ αυτόν πρόσελθε, πάλιν από αυτόν ζήτησε, πάλι σ’ αυτόν υπάκουσε. «Υποτάγηθι», λέγει, «τω Κυρίω και ικέτευσον αυτόν». Πάλι λοιπόν δείξε με τα έργα ότι είσαι δούλος του αγαθός. Πράγματι, αυτός είναι, κατά το ψαλμικόν, «ο διδούς τροφήν εν ευκαιρία (εγκαίρως δηλαδή). Ο ανοίγων την χείρα αυτού, και εμπιπλών παν ζώον ευδοκίας». Αυτός που είπε «ου μη σε ανώ (δεν θα σε αφήσω δηλαδή) ουδ’ ου μη σε εγκαταλείπω».
Γιατί από τις ιδιότητες των αλόγων ζώων, μιμείσαι εκείνην που σε βλάπτει, το να υποκύπτεις στην γαστέρα, και να μην ανυψώνεσαι από τα γήινα, αν και επλάσθης όρθιος για να φρονείς τα άνω, να ζητείς τα άνω; Γιατί θέλεις να είσαι δεμένος όπως εκείνη η «συγκύπτουσα, ην έδησεν ο Σατανάς δέκα και οκτώ έτη», αν και αυτός, ο Λόγος της ζωής που έλυσε και εκείνην, εύκολα και ημπορεί και θέλει να λύσει και σένα, εάν μόνον προστρέχεις σ’ αυτόν, και τον ακούεις, και του υπακούσεις, και δεν κωφεύεις, δεν αντιδράς, δεν επαναστατείς;
Γιατί, λοιπόν, μιμείσαι την επιβλαβή για σένα ιδιότητα των αλόγων ζώων και δεν μιμείσαι την επωφελή; Άκου τον Προφήτη που λέγει ότι και οι σκύμνοι (οι μικροί λέοντες δηλαδή) όταν χρειάζονται τροφήν, ωρύονται και ζητούν από τον Θεόν, και έτσι λαμβάνουν για να καταβροχθίσουν. Όταν λέγει σκύμνους λεόντων, αφήνει με αυτό να εννοηθεί από τους νοήμονες ευκόλως ότι το ίδιο συμβαίνει και με όλα τα άλλα ζώα. Διότι, αν ο λέων που είναι το πιο ωμοφάγον και αρπακτικόν και ρωμαλέον από τα θηρία, δεν ευρίσκει τι να αρπάξει, τι θα ειπούμε για τα άλλα ζώα; Αυτό μας το παρουσιάζει και ο Χριστός στο Ευαγγέλιον, λαμβάνοντας αφορμήν από τα πτηνά και λέγοντας, «ίδετε τα πετεινά του ουρανού, ότι ου σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν ουδέ συνάγουσιν εις αποθήκας, και ο Πατήρ ημών ο ουράνιος τρέφει αυτά».
Αδελφοί, «ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού»,και θα είσθε αιωνίως κληρονόμοι, όχι μόνο της αδιαδόχου αυτής Βασιλείας του Θεού, δικαιωμένοι με την χάρη του, αλλά και τα παρόντα «προστεθήσεται υμίν». Εάν όμως δεν ζητείτε πρωτίστως την Βασιλείαν του Θεού και την αρετήν που πηγάζει από αυτόν, αλλά μόνον εκείνα που τρέφουν και θάλπουν το ρευστόν τούτο σώμα, ούτε αυτά θα λάβετε. Αλλά και αν τα λάβετε, θα είναι για μεγαλυτέραν ταλαιπωρίαν και του ιδίου του σώματος και καταδίκην και ζημίαν της ψυχής αιώνιον.
Αυτό έδειξε και εκείνος που ήκουσε από τον Αβραάμ ότι «απέλαβες τα αγαθά σου εν τη ζωή σου». Εζήτησαν κάποτε και οι Ιουδαίοι να φάγουν κρέας στην έρημο. Και ο Θεός τους έδωσε αναρίθμητον πλήθος ορτυγομήτρας, «και έφαγον και ενεπλήσθησαν σφόδρα, και την επιθυμίαν αυτών ήνεγκεν αυτοίς (την ικανοποίησε δηλαδή). Αλλά έτι της βρώσεως ούσης εν τω στόματι αυτών, οργή του Θεού ανέβη επ’ αυτούς, και απέκτεινεν εν τοις πλείοσιν αυτών, και τους εκλεκτούς του Ισραήλ συνεπόδισεν (τούς έριξε νεκρούς δηλαδή)». Γιατί η οργή του Θεού εφόνευσεν μεγάλο μέρος από το πλήθος; Ακριβώς επειδή εγόγγυζαν αφόβως εναντίον του Θεού και του κατά Θεόν προϊσταμένου των, και τους κατηγορούσαν. Και γιατί έριψε κάτω νεκρούς τους εκλεκτούς του Ισραήλ; Διότι δεν συγκρατούσαν το πλήθος από την ορμήν προς το χειρότερο. Τοιούτοι είναι όσοι εκβάλλονται από την ιεράν Εκκλησία και την Βασιλεία του Θεού, είτε στον παλαιόν είτε στον νέο λαό του Ισραήλ ανήκουν. Αυτό δεικνύει και ο Κύριος όταν λέγει στα Ευαγγέλια, «ελεύσονται από ανατολών και δυσμών και βορρά, και ανακλιθήσονται μετά Αβραάμ και Ισαάκ εν τη βασιλεία του Θεού, οι δε υιοί της βασιλείας εκβληθήσονται έξω, εις το σκότος το εξώτερον». Ποίοι είναι λοιπόν οι υιοί της Βασιλείας που εκβάλλονται στο σκότος; Είναι εκείνοι που έχουν μεν την ομολογία της πίστεως, με τα έργα όμως αρνούνται τον Θεόν, και είναι βδελυκτοί ως απειθείς και αδόκιμοι για κάθε αγαθόν έργο.
Ποίοι είναι αυτοί που απολαμβάνουν μαζί με τον Αβραάμ και τον Ισαάκ και τον Ιακώβ το Δείπνον της Βασιλείας των Ουρανών; Όσοι ακολουθούν με πίστιν ειλικρινή τον νόμο και την διδασκαλία του Πνεύματος, και αποδεικνύουν την πίστη με τα έργα τους.
Όποιος θέλει να συνταχθεί με αυτούς, και να απαλλαγεί από το σκότος το εξώτερον και να αξιωθεί του ανεσπέρου φωτός της Βασιλείας του Θεού και να συνδιαιωνίζει με τους αγίους που αναπαύονται στους ουρανούς, ας εκδυθεί τον παλαιόν άνθρωπο που φθείρεται με τις απατηλές επιθυμίες, δηλαδή μέθη, πορνεία, μοιχεία, ακαθαρσία, πλεονεξία, φιλαργυρία, μίσος, οργή, καταλαλιά και κάθε πονηρόν πάθος. Ας ενδυθεί δε με έργα «τον νέον άνθρωπον τον ανακαινούμενον κατ’ εικόνα του κτίσαντος αυτόν», μέσα στον οποίον υπάρχει αγάπη, φιλαδελφία, καθαρότης, εγκράτεια και κάθε είδος αρετής. Με τις αρετές αυτές ενοικίζεται μέσα μας ο Χριστός, και μας ειρηνοποιεί με τον εαυτόν του και μεταξύ μας «εις δόξαν εαυτού και του ανάρχου αυτού Πατρός και του συναϊδίου και ζωοποιού Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ
Δοξαστικὸν τῶν Αἴνων
Ἦχος βαρύς
Δεῦτε ἅπαντες, πιστῶς πανηγυρίσωμεν, τῶν πρὸ νόμου Πατέρων, Ἀβραὰμ καὶ τῶν σὺν αὐτῷ, τὴν ἐτήσιον μνήμην· τοῦ Ἰούδα τὴν φυλήν, ἀξίως τιμήσωμεν· τοὺς ἐν Βαβυλῶνι Παῖδας, τοὺς σβέσαντας τὴν ἐν καμίνῳ φλόγα, ὡς τῆς Τριάδος τύπον, σὺν τῷ Δανιὴλ εὐφημήσωμεν· τῶν Προφητῶν τὰς προῤῥήσεις ἀσφαλῶς κατέχοντες, μετὰ τοῦ Ἡσαΐου μεγαλοφώνως βοήσωμεν· ἰδοὺ ἡ Παρθένος ἐν γαστρὶ λήψεται, καὶ τέξεται Υἱὸν τὸν Ἐμμανουήλ· ὃ ἐστι μεθ' ἡμῶν ὁ Θεός.Ἁγίου Σπυρίδωνος ἐπισκόπου Τριμυθοῦντος τοῦ θαυματουργοῦ (12 Δεκεμβρίου)
Προσωπικότητα φωτεινή, μορφή οδηγητική, αληθινός κολοσσός αρετής και φυσιογνωμία παγκόσμια είναι της Τριμυθούντος ο επίσκοπος, ο άγιος Σπυρίδων. Η εξηγιασμένη ζωή του πολλά μπορεί να δώσει και να διδάξει και σήμερα στον καθένα, που απροκατάληπτα θα θελήσει να σκύψει και να μελετήσει τη θαυμαστή ζωή του.
Γι' αυτόν κι οι γραμμές που ακολουθούν.
Ανήκει στην ιερή φάλαγγα των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας των πρώτων αιώνων.
Γεννήθηκε το 270 μ.Χ. κι έζησε στα χρόνια του Μ. Κωνσταντίνου (306-337) και του γιου του Κωνστάντιου (337-361).
Γενέθλια πατρίδα του ο άγιος Σπυρίδων είχε όχι την Τριμυθούντα της Κύπρου, όπως γράφουν πολλοί και που σήμερα είναι ένα μικρό χωριό με το όνομα Τρεμετουσιά, αλλά τη γειτονική της κωμόπολη Άσσια.
Αυτό μας λέγει ο άγιος Τριφύλλιος, πρώτος επίσκοπος της Λευκωσίας και μαθητής του αγίου Σπυρίδωνος. «Ούτος ούν ο Άγιος Σπυρίδων αγροίκος μεν ην ειπείν κατά την ανατροφήν, εν χωρίω Ασκία καλουμένω γεννηθείς εις την Κυπρίων επαρχίαν». Το χωριό Ασκία (πιο σωστά Άσκια) είναι η γνωστή κωμόπολη της Άσσιας, που είναι κοντά στην Τριμυθούντα. «Αγροίκος» σημαίνει άνθρωπος απλοϊκός, άνθρωπος που δεν σπούδασε, δεν έμαθε να γράφει και να διαβάζει καλά.
Άνθρωπος, όπως λέμε εμείς σήμερα του βουνού και του κάμπου. Άνθρωπος της υπαίθρου, Και τέτοιος πραγματικά ήταν ο άγιος μας. Τέτοιοι ήσαν και οι γονείς του. Άνθρωποι αγρότες, φτωχοί, αλλά πολύ ενάρετοι και πιστοί. Γι' αυτό και το παιδί τους το ανέθρεψαν με προσοχή και φόβο θεού. Το ανέθρεψαν, όπως λέγει κι ο θείος Παύλος για τον μαθητή του Τιμόθεο, ότι τον ανέθρεψε η γιαγιά του Λωΐδα κι η μητέρα του Ευνίκη «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου».
Μόρφωση και ζωή
Γράμματα ο άγιος δεν έμαθε πολλά. Ούτε φοίτησε σε ανώτερες Σχολές, όπως οι άλλοι μεγάλοι ιεράρχες της Εκκλησίας. Η Αγία Γραφή όμως, το βιβλίο του θεού, ήταν ο καθημερινός κι αχώριστος σύντροφος του. Όπου πήγαινε, μαζί του την έπαιρνε. Μαζί του στο σπίτι. Μαζί του κι όταν οδηγούσε τα πρόβατα στη βοσκή, γιατί ήταν βοσκός. Μέσα στο σακκίδιό του, τη γνωστή κυπριακή βούρκα στην οποία είχε βαλμένο το λιτό του γεύμα, είχε και το Ευαγγέλιο του. Πόσο συγκινητική, μα κι άξιομίμητη αλήθεια ήταν τούτη η συνήθεια του! Να την εξάρουμε; Μιλάει μόνη της. Τούτο προσθέτουμε:
Εκεί στον κάμπο τον πλατύ, όταν τα πρόβατα βοσκάνε, ο Σπυρίδων καθισμένος κάτω από τον ίσκιο κάποιου δένδρου ή πάνω σε κάποιο ψήλωμα μελετούσε μ' ευφροσύνη τα λόγια του Θεού και σαν τον Δαβίδ έψαλλε και δοξολογούσε τα μεγαλεία του. Πολλές φορές ακόμη καλούσε κοντά του τους άλλους βοσκούς και με στοργή κι αγάπη παραδειγματική τους δίδασκε του Θεού τον νόμο, κι αγωνιζόταν ώρες να οδηγήσει τις ψυχές τους στα χλοερά λιβάδια της χριστιανικής πίστης.
Από τα πρώτα του βήματα το λουλούδι αυτό του Ουρανού και όργανο του Αγίου Πνεύματος φρόντιζε να σκορπίσει παντού της Ορθοδοξίας τα αρώματα. Κάθε μέρα που περνούσε, ο ζήλος του για τη σωτηρία των γύρω του, μα κι η αγάπη κι η ταπείνωση του τον ανέβαζε και σε ψηλότερες βαθμίδες αρετής και ηθικής τελειώσεως. Και γινόταν για τις δύσκολες ήμερες της εποχής του, εποχής σκληρών διωγμών και ειδωλολατρίας, πρότυπο θάρρους και χριστιανικής ομολογίας. Στόν διωγμό, που εξαπέλυσε ενάντια στους χριστιανούς ο Μαξιμίνος (308-313) συνελήφθη κι ο ιερός Σπυρίδων. Ο φλογερός κι υπέρμαχος της χριστιανικής αλήθειας του Θεού επίσκοπος δεν μπορούσε να αγνοηθεί. Τα βασανιστήρια πολλά. Σ' ένα απ' αυτά όπως μας λέγει κάποιος συναξαριστής, είχε εξαρθρωθεί και το πόδι του κι είχε βλαβεί και το ένα του μάτι.
Τους παλμούς της καρδιάς του και την αγάπη του όμως στον Χριστό τίποτα δεν μπόρεσε να μειώσει. Μια ευφροσύνη πλημμύριζε ολόκληρο το είναι του, σαν σκεφτόταν ότι έπασχε για την πίστη του στον Σωτήρα Χριστό. «Ουκ άξια τα παθήματα του νυν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς». (Ρωμ. η', 18), έλεγε κι επαναλάμβανε από μέσα του, σαν δεχόταν τα ραπίσματα και τους άλλους εξευτελισμούς.
Ο άγιος δημιουργεί οικογένεια
Όσιος Δανιήλ ο Στυλίτης 11 Δεκεμβρίου
Γεννήθηκε το 410 μ.Χ., στο χωριό Μαρουθά της περιφερείας Σαμοσάτων.
Οι ευσεβείς γονείς του ονομάζονταν Ηλίας και Μάρθα. Ο Δανιήλ γεννήθηκε ενώ η μητέρα του ήταν στείρα. Γι’ αυτό και οι γονείς του υποσχέθηκαν να τον αφιερώσουν στην υπηρεσία του Θεού. Τον ανέθρεψαν με πολλή επιμέλεια, και οι κόποι τους δεν πήγαν χαμένοι. Ο Δανιήλ απέδωσε καρπούς.
Νεαρός ακόμα, πήγαινε στις γειτονικές πόλεις και εξηγούσε το Ευαγγέλιο. Έπειτα πήγε σε κοινόβια Μονή, όπου επιδόθηκε σε ευσεβείς ασκήσεις, θεολογικές μελέτες και καλλιέργεια της ταπεινοφροσύνης.
Κάποτε, σ’ ένα ταξίδι με τον ηγούμενο της Μονής, συνάντησε το Συμεών τον Στυλίτη και πήρε την ευλογία του. Όταν πέθανε ο ηγούμενος της Μονής, ο Δανιήλ ξαναπήγε στον Συμεών και ζήτησε την συμβουλή του που να πάει. Ο Συμεών τον συμβούλευσε να πάει στην Κωνσταντινούπολη, πράγμα που ο Δανιήλ έπραξε. Εκεί εγκαταστάθηκε στον περίβολο του ναού του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ στην Προποντίδα.
Μετά από λίγο καιρό, είδε όραμα τον Συμεών να τον καλεί. Ο Δανιήλ, ερμηνεύοντας αυτό το όραμα, έκτισε υψηλό στύλο και εγκαταστάθηκε πάνω σ’ αυτόν. Σκοπός της εγκατάστασής του πάνω στον στύλο, ήταν ο αγώνας για την εξάλειψη των παθών και η απόκτηση περισσότερων αρετών.
Έλαβε το προορατικό χάρισμα, έκανε πολλά θαύματα και ήταν σημαντική η συμμετοχή του στην Σύνοδο της Χαλκηδόνας. Πέθανε 80 χρονών, πλήρης «καρπών δικαιοσύνης των διά Ιησού Χριστού». Δηλαδή γεμάτος από καρπούς, που παράγει η αρετή και που κατορθώνονται διά του Ιησού Χριστού.
Απολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Υψώσας το σώμα σου, επί του στύλου σοφέ, τον νούν σου επτέρωσας, προς τον Θεόν ακλινώς, βιώσας ως άγγελος, όθεν σε στήλην ζώσαν, ευσεβείας ειδότες, κράζοντας σοι βοώμεν, Δανιήλ Θεοφόρε, Παντοίων ημάς κινδύνων, πρέσβευε ρύεσθαι.